16ο Ετήσιο Συνέδριο HEALTHWORLD: Θέσεις και προτάσεις θεσμικών παραγόντων για τα καυτά προβλήματα στην Υγεία

05-10-2017

Με μεγάλο ενδιαφέρον συνεχίζονται οι εργασίες του 16ου Ετήσιου Συνέδριου HEALTHWORLD που διοργανώνει το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και σήμερα στο Ξενοδοχείο Αθήναιον Ιντερκοντινένταλ όπου θεσμικού παράγοντες στο χώρο της Υγείας καταθέτουν τις θέσεις και τις προτάσεις τους στα καυτά προβλήματα του χώρου. Σε αυτό το πλαίσιο, ο τίτλος του φετινού συνεδρίου «HealthCare in GreeceTurning Aroundfor the Economy and the Society» καθορίζει το περιεχόμενό του, που εστιάζεται ακριβώς στο ρόλο που μπορεί, και επιβάλλεται να διαδραματίσει, ο τομέας της υγείας σε αυτούς τους δύο σημαντικούς και αλληλοεξαρτώμενους άξονες, την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία.

Προέδρος του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου κ. Σίμος Αναστασόπουλος κατά την διάρκεια του εναρκτήριου χαιρετισμού του δήλωσε: «Η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να περιορίσει την φαρμακευτική δαπάνη, που πράγματι υπερέβαινε σημαντικά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο την προ κρίσης εποχή, με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα περιόριζαν τον όγκο των συνταγογραφούμενων φαρμάκων, οδήγησε στην επιβολή οριζοντίων μέτρων εκ μέρους των θεσμών που αυθαίρετα και αναίτια καθόρισαν την φαρμακευτική δαπάνη σε επίπεδα κάτω από τα 2 δις ευρώ.» Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες μπορούν να εξοικονομήσουν τους πόρους που απαιτούνται για την επιβίωση του Συστήματος Υγείας χωρίς τις οριζόντιες περικοπές τιμών και κόστους που έχουν οδηγήσει τη φαρμακευτική δαπάνη σε μη βιώσιμα επίπεδα. Κλείνοντας την ομιλία του τόνισε, « Μέσα από ένα δημιουργικό διάλογο και με την συμμετοχή όλων των επαγγελματιών της Υγείας επιθυμούμε να αναδείξουμε σήμερα την θετική διάσταση της Υγειονομικής Περίθαλψης. Αυτή που συμβάλλει στην Ανάπτυξη και δημιουργεί θέσεις εργασίας και αναφέρομαι εδώ αφενός στην δημιουργική συνεργασία της ελληνικής με την πολυεθνική φαρμακοβιομηχανία και την αύξηση της παραγωγής πρωτότυπων η γενοσήμων φαρμάκων στη χώρα μας και αφετέρου στις κλινικές μελέτες που έχουν την δυνατότητα να  αποδώσουν σε πολλά επίπεδα:  Εισροή ερευνητικής τεχνογνωσίας, προσέλκυση ξένων επενδύσεων, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού σε εξειδικευμένους τομείς, εξοικείωση/εκπαίδευση του ιατρικού ερευνητικού δυναμικού σε τεχνολογίες αιχμής, ταχύτερη πρόσβαση των ασθενών σε νέες θεραπείες, και τελικά ανάπτυξη και ενίσχυση της εθνικής οικονομίας.

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Φαρμακευτικών Εταιριών του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητήριο κ. Μάκης Παπαταξιάρχης κατά τον χαιρετισμό  του τόνισε, «Η σύγχρονη ιστορία και εξέλιξη των μακροοικονομικών μεγεθών και δεικτών και η ανάλυση της πραγματικότητας στις παραμέτρους υγείας της χώρας, αναδεικνύουν αναμφίβολα τις  υπαρκτές και δυσάρεστες κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιπτώσεις αλλά δε μπορούν και δεν πρέπει να αποτρέψουν τον οραματισμό. Ταυτόχρονα δεν είναι ικανή η συγκυρία να αποκλείσει την εξεύρεση λύσεων οι οποίες θα προκύψουν από όλους εμάς. Η ανάγκη διαλόγου και κατάθεσης ιδεών οφείλει να μετουσιωθεί σε συγκεκριμένες προτάσεις που θα αποτελέσουν το ελάχιστο κοινό σημείο σύγκλισης και αναφοράς αλλά και την αφετηρία ανάκαμψης και απεμπλοκής από τις εμμονές ανάλυσης με βάση το βεβαρυμμένο και άρρωστο παρελθόν». Ενώ στη συνέχεια δήλωσε, «Ο χώρος της υγείας έστω και ως ένδυμα δε μπορεί να σταθεί στο κοινωνικό και εθνικό σώμα στηριζόμενος στα γυμνά πόδια που στερούνται σταθερών οικονομικών υποδημάτων. Η βιωσιμότητα του συστήματος υγείας και η ανάπτυξή του είναι σύμφυτη με την προβλεψιμότητα και το μακροχρόνιο προγραμματισμό. To γεγονός ότι όλα δεν είναι οικονομικά προσιτά, η αλήθεια ότι δε μπορούμε να αντέξουμε το βάρος πολλών και καλών καθώς επίσης και η λογική ότι δε μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε καινούρια, δε σημαίνει ότι δεν αξίζουμε κάτι καλύτερο ή ότι δε δικαιούμαστε κάτι περισσότερο. Το πρώτο που θα πρέπει να κάνουμε είναι να διαχωρίσουμε το επείγον από το σημαντικό και να διακρίνουμε την έννοια του κόστους από αυτή της αξίας.

Η Kate Marie Byrnes, αναπληρώτρια επικεφαλής της αποστολής της Πρεσβείας της Αμερικής στην Ελλάδας, αναφέρθηκε στη μεγάλη σημασία του τομέα υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα, ο οποίος αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο τμήμα του ΑΕΠ και αποτελεί κινητήρια δύναμη τόσο σε σχέση με τις θέσεις εργασίας, όσο και με τις εξαγωγές. Παράλληλα, και με αφορμή την επιλογή των ΗΠΑ ως τιμώμενης χώρας στην επόμενη ΔΕΘ, ανέδειξε την προοπτική συνεργασίας και συνεισφοράς των αμερικανικών εταιρειών στον ευρύτερο κλάδο των υγειονομικών υπηρεσιών με έμφαση στις πρωτοποριακές και καινοτόμες τεχνολογίες και με επίκεντρο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών. Επίσης, μέσω του προγράμματος SelectUSA της κυβέρνησης των ΗΠΑ, καλωσόρισε τις ελληνικές εταιρείες που επιθυμούν να επωφεληθούν από αυτό το επιχειρηματικό περιβάλλον, για να επεκταθούν παγκοσμίως μέσω επενδύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες και συνεργασίας με αμερικανικές εταιρείες και ερευνητικά ιδρύματα. Τέλος μέσα και από την υποστήριξη που παρέχει το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο κάλεσε τις ελληνικές εταιρείες για αντίστοιχη συνεργασία στην επόμενη σύνοδο κορυφής της SelectUSA, στην Ουάσιγκτον στις 20-22 Ιουνίου 2018.

Ο Υπουργός Υγείας, κ. Ανδρέας Ξανθός  από το βήμα του συνεδρίου έκανε λόγο για την αρχή του τέλους της λιτότητας και της επιτροπείας, ενώ, αναφερόμενος στην 3η αξιολόγηση, την οποία χαρακτήρισε ως σημείο-καμπή, τόνισε χαρακτηριστικά: «Διεκδικούμε να κλείσει εγκαίρως για να αρχίσει το 2018 η πιο κρίσιμη συζήτηση για την έξοδο από το μνημονιακό πρόγραμμα και την αναδιάρθρωση του χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης». Όσοι προσφεύγουν στην καταστροφολογία και επενδύουν στην αποτυχία της κυβέρνησης και στην πολιτική ανατροπή, δεν μπορούν να μιλούν υποκριτικά για ανάκαμψη της οικονομίας, ανάπτυξη και επενδύσεις . Η υπέρβαση της λιτότητας και της δημοσιονομικής επιτροπείας περνά μέσα από την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης . Είναι απολύτως σαφές ότι αυτό το έργο μόνο η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να διεκπεραιώσει.» Αναφερόμενος στην τελευταία 2ετία, τόνισε ότι υλοποιείται ένα διαφορετικό πολιτικό σχέδιο στο ίδιο όμως μνημονιακό περιβάλλον, πιο συγκεκριμένα είπε, «Η Υγεία για την ελληνική κυβέρνηση  είναι ένα προνομιακό πεδίο άρσης ανισοτήτων, κατοχύρωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής αναδιανομής . Είναι ένα πεδίο που τηρήθηκαν οι βασικές πολιτικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης αλλά και ένας τομέας  που εξασφαλίζεται η  κοινωνική ανταποδοτικότητα των αυξημένων φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων των πολιτών». Όσο αφορά στην Φαρμακευτική πολιτική υποστήριξε, «Η ελληνική εμπειρία δείχνει ότι σε μια χώρα με θεσμικά ελλείματα και ανυπαρξία μηχανισμών ελέγχου στο χώρο της Υγείας και του φαρμάκου, η «επιθετική» πολιτική των  εμπλεκομένων στη φαρμακευτική αγορά  οδήγησε τόσο σε έκρηξη της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης ( από 0,9% του ΑΕΠ σε 2,2% μέσα σε μια δεκαετία) , όσο και σε ακραία φαινόμενα διαφθοράς και σκανδάλων που είναι υπό διερεύνηση από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Σήμερα όμως φτάσαμε στο αντίθετο άκρο :  από την ασυδοσία πήγαμε στην οριζόντια και ισοπεδωτική περικοπή της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης  που είναι πλέον ανεπαρκής για να καλύψει τις ανάγκες εξωνοσοκομειακής και νοσοκομειακής περίθαλψης όλων των πολιτών .  Το αδιέξοδο είναι αδιαμφισβήτητο και απαιτείται «αλλαγή μίγματος» πολιτικής έτσι ώστε  να διασφαλιστεί  η εγγυημένη  πρόσβαση των ασθενών τόσο σε φθηνά και αξιόπιστα φάρμακα όσο και στη φαρμακευτική καινοτομία που τεκμηριωμένα έχει θεραπευτική προστιθέμενη αξία.» Αυτός ο πολιτικός στόχος μπορεί, εξήγησε ο Α.Ξανθός  να υλοποιηθεί μόνο με μια συνολική δέσμη αλλαγών, όπως η αξιολόγηση της φαρμακευτικής καινοτομίας, η διεύρυνση και αναβάθμιση των θεραπευτικών πρωτοκόλλων στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και η αναδιοργάνωση  της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Φαρμάκων.

Ο Καθηγητής του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Πάνος Τσακλόγλου, αναφέρθηκε στην κρίση, τις αναπτυξιακές προοπτικές και τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει ο κλάδος της Υγείας. Όπως τόνισε χαρακτηριστικά,  «Η Ελληνική οικονομία κατέγραψε τη βαθύτερη και μακρύτερη κρίση που έχει παρατηρηθεί σε χώρα του ΟΟΣΑ.  Η διαδικασία προσαρμογής ήταν ιδιαίτερα επίπονη, αλλά ήδη από το 2014 οι βασικές εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες της οικονομίες είχαν διορθωθεί. Για να μπούμε στον ενάρετο δρόμο της ανάπτυξης απαιτείται διατήρηση της μακροοικονομικής σταθερότητας, επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και αλλαγή του παραγωγικού προτύπου με αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών.  Οι βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας είναι θετικές, αλλά η οριστική έξοδος από τις μνημονιακές υποχρεώσεις δύσκολα θα είναι όσο ανέφελη παρουσιάζεται και σίγουρα δεν θα επιστρέψουμε στις παλιές εποχές των διορισμών και των παροχών με δανεικά.  Στη μακροχρόνια περίοδο η εικόνα είναι μάλλον δυσμενής κυρίως λόγω των συνεπειών της δημογραφικής γήρανσης και της κλιματικής αλλαγής».

Ο Πρόεδρος του ΕΟΠΠΥ κ. Σωτήριος Μπερσίμης αναφέρθηκε στα Οικονομικά του Εθνικού Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας τα οποία σταδιακά νοικοκυρεύονται προς όφελος των πολιτών και των δίκαιων απαιτήσεών τους για ποιοτικότερες υπηρεσίες. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του δεν παρέλειψε να αναφερθεί στη νέα διαδικασία εκκαθάρισης των υποβολών των παρόχων με αποζημίωση στο 100% των απαιτήσεων τους, ενώ παράλληλα  αναφέρθηκε στη συμβασιοποίηση των παρόχων μέσω της οποίας αυξάνονται τα ποιοτικά standards και υπάρχει καλύτερη επάρκεια υπηρεσιών. Κλείνοντας την ομιλία του αναφέρθηκε στις προσπάθειες που κάνει ο οργανισμός για την καθολική εφαρμογή της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, μέσω της οποίας θα έχει πλήρη απεικόνιση και εποπτεία στις διαδικασίες που εκτελεί ο Οργανισμός.

Ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ, κ. Πασχάλης Αποστολίδης, σημείωσε «Οι ολέθριες αποφάσεις του Υπουργείου Υγείας για την φαρμακευτική πολιτική αλλά και οι προκλήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπο πλέον το σύστημα Υγείας – με τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη να έχει μειωθεί κατά 62% από το 2009, κάτω του 50% του Ευρωπαϊκού μέσου όρου – κάνουν την εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων περισσότερο επιτακτική από ποτέ. Αντιθέτως, η Κυβέρνηση εφαρμόζει οριζόντια, φοροεισπρακτικά μέτρα με τραγικές συνέπειες για τους ασθενείς αλλά και το φαρμακευτικό κλάδο, ο οποίος εκδιώκεται πλέον. Όλα αυτά όμως μπορούν να αποφευχθούν με την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών όπως, η χρήση Θεραπευτικών Πρωτοκόλλων και εφαρμογή Μητρώων Ασθενών, ο επαναπροσδιορισμός της φαρμακευτικής δαπάνης μέσω εξαιρέσεων συγκεκριμένων κατηγοριών – όπως τα εμβόλια που αφορούν την πρόληψη και εξοικονομούν σοβαρούς πόρους από τα Συστήματα Υγείας διεθνώς – η αξιοποίηση όλων των δεδομένων που προκύπτουν από την Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, η αξιολόγηση Τεχνολογιών Υγείας (ΗΤΑ), η αύξηση διείσδυσης των γενοσήμων, κτλ.. Αυτή η λογική όμως, απαιτεί την άμεση αλλαγή στάσης της Πολιτείας προς την ουσιαστική συνεργασία με όλους τους αρμόδιους φορείς για την υπεράσπιση της απρόσκοπτης πρόσβασης των ασθενών στα φάρμακα και τις θεραπείες που έχουν ανάγκη.»

Από την πλευρά του ο Γενικός διευθυντής του ΣΦΕΕ, κύριος Μιχάλης Χειμώνας, υπογράμμισε «Οι σημαντικές επιστημονικές εξελίξεις στη θεραπεία πολλών και  σοβαρών ασθενειών, δίνουν στους ασθενείς όχι μόνο ελπίδα αλλά και τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ πολλών θεραπειών. Επιπλέον, τα νέα φάρμακα συμβάλουν καταλυτικά στη συγκράτηση των μελλοντικών δαπανών για την υγειονομική περίθαλψη και ταυτόχρονα στηρίζουν περαιτέρω την οικονομική ανάπτυξη. Η πολιτεία συνεπώς πρέπει να προσεγγίσει την καινοτομία ως επένδυση στην Υγεία και όχι ως κόστος, καθώς ένα καινοτόμο φάρμακο μπορεί να οδηγήσει στη δραματική μείωση του συνολικού κόστους για την υγεία. Οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι το φάρμακο αποτελεί σημαντικό αναπτυξιακό πυλώνα της χώρας και συμβάλλει στον τομέα της εργασίας υποστηρίζοντας  υψηλής κατάρτισης & εκπαίδευσης ανθρώπινο δυναμικό και συνεπώς να δώσει κίνητρα για περαιτέρω ανάπτυξη, θέσεις εργασίας και επενδύσεις. Δυστυχώς, αντ’ αυτού η καινοτομία τιμωρείται, τα νέα και καινοτόμα φάρμακα θα καθυστερούν να έρθουν στη χώρα μας ή δεν θα έρχονται και καθόλου, κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια διώκεται και Το πιο άδικο όλων, γυρνάει την πλάτη στον ασθενή. Η καινοτομία δεν πρέπει να παραμείνει κενό γράμμα στην πατρίδα μας. Γιατί στην εποχή της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας μια τέτοια επιλογή δεν περιγράφει το ξεπέρασμα της κρίσης, αλλά τη διαιώνισή της».