“Οι δέκα εντολές” του Λάζαρου Χατζηνάκου*. Από το βιβλίο του «Οι 10 εντολές της κυρίας Πηνελόπης»

25-04-2018

* O Λάζαρος Χατζηνάκος ήταν δημοσιογράφος. Από τους πλέον γνωστούς στη Θεσσαλονίκη (Διευθυντής στη «Μακεδονία» και στη «Θεσσαλονίκη») και με έντονη κοινωνική δράση. Πολέμησε τον καρκίνο επί χρόνια, με ένα δικό του τρόπο που εξέπληξε ακόμα και τους γιατρούς με τα αποτελέσματά του, τα πρώτα χρόνια της ασθένειας. Το κείμενο αυτό – αν όχι ποιητικό – σίγουρα πολύ γλαφυρό και με μια μοναδική εσωτερικότητα, δημοσιεύεται από το healthview για όσους το «ήταν» –  τέταρτη λέξη της παρούσας παραγράφου – θα μας θυμίζει γλυκά το πνεύμα και την οξυδέρκεια του, χωρίς να μας βαραίνει. Σε κάθε περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί, ως μία παρακαταθήκη συνομιλίας με το εγώ του, το περιβάλλον των ανθρώπων του, αλλά και της συμφιλίωσης…

  1. Αν θέλεις πραγματικά να πολεμήσεις τον καρκίνο, γύρεψε το βρέφος. Εσένα, μόλις άρχισες να νιώθεις τη ζωή. Κράτα με δύναμη τη Μνήμη και την Ταυτότητα. Ο πιο ταπεινός, ο πιο κακόμοιρος είναι αυτός που θα ανακαλύψει πως δεν είναι είδος αναπτυσσόμενο σε θερμοκήπιο. Καθώς το χάδι της Μάνας είναι ίδιο και στον Πόλεμο και στην Ειρήνη. Δεν μετρούν οι λιγοστές εξαιρέσεις, οι ‘άρρωστες’. Άσπλαχνες μητέρες, βίαιοι πατεράδες θα υπάρχουν πάντα. Αλλά οι ρίζες είναι βαθιές, ακόμη κα στην ορφάνια, στην υιοθεσία, στο δράμα ενός Ασύλου Παίδων.
  2. Δεν είναι η καταχνιά που μπολιάζει στην παιδική ηλικία ο συνοδός σου για μια ζωή. Η Βία στο σχολείο, ο καβγάς των γονιών σου, τα τραύματα, ο πρώτες παρορμήσεις. Μπορεί η μπουκαδούρα να σάρωνε τους πύργους σου στην άμμο, μα ο κτίστης δεν είχε λαθέψει στα σχέδια. Μια δοκιμασία είναι, η Τέχνη της Δημιουργίας. Τα παιδικά σου υλικά, η φλογέρα κι η κιθάρα λίγο μετά στην αυλή του Ορφέα σε οδηγούν, στη Θράκη μας.
  3. Κι αν άγρια φαντάζουν τα χρόνια τα εφηβικά, σε γήπεδα και πλατείες υπάρχει πάντα μια γωνιά για τους Ανθρώπους. Αγάπησε αυτούς που αξίζουν, μη σπαταλάς χρόνο, στιγμές σ’ ανούσιες συναναστροφές. Σαν σπείρα, φίδια διψασμένα για χολή σε τυλίγουν και σε πνίγουν.
  4. Συνείδηση. Μεγάλη λέξη. Δεν χωράει στα πανέρια της Αγοράς, δεν πωλείται σε ακριβά κοσμηματοπωλεία. Αλλοίμονο σ’ εκείνους που βολεύονται στων γονιών τους τις ανέσεις. Παιδιά πλουσίων θα κινούν την Παρακμή, νεόπλουτοι τυφλωμένοι από την Απάτη θα σβήνουν τα όνειρά σου στο βωμό αποκρουστικών θεαμάτων.
  5. Στην πρώιμή σου την άνδρωση, σπουδές θα κάνεις σε Ιδρύματα. Μπορεί. Μα το σχολειό του Δρόμου, της Παρέας, το Ταξίδι θα σε ορίσουν. Αν μείνεις στη στείρα γνώση, ποτέ σου δεν θα μάθεις πως πίσω από τους αριθμούς και τις στατιστικές υπάρχουν ψυχούλες, ζωτικές ανάγκες, το πιο ωραίο πορτραίτο της Ανθρωπότητας.
  6. Τώρα τα εφόδια τάχεις. Να ανοιχθείς στον Κόσμο ξανά, σαν τα χρόνια τα πιο δημιουργικά, όταν πρόσφερες απλόχερα τα Γνώση σου, δίχως να ζητάς ως αμοιβή θέσεις κι αξιώματα. Μην πετάξεις τίποτε. Όλα, χαρτιά και σημειώσεις, μικρές ιδέες κι οράματα χτίζουν το κοινωνικό σου είναι, την Αλήθεια σου. Πάτα στη Γη ξανά. Το στίγμα σου κανείς δεν θα το σβήσει.
  7. Μεστός κι ακέραιος θα φτάσεις στη μέση της ζωής. Δίπλα σου, πρόσφυγες και μετανάστες συνομήλικοι, από το Μηδέν ξεκινούν και προχωρούν. Πόντιοι, Αρμένιοι, Εμείς, χιλιάδες οι ξενιτεμένοι που ζήσαν και πρόκοψαν. Καθώς Πατρίδα δεν είναι η Γενέτειρα, η πόλη κι η χώρα. Τα σύνορα ήταν και θάναι χαμηλοί φράκτες για τους Δημιουργούς.
  8. Θα πονέσεις. Η Ανθρώπινη Φύση, η ατελής, δεν έχει προστατευτικά κάγκελα απέναντι στη Δυστυχία, την Κρίση, τον Πόνο για τ’ άδικο. Μα έτσι μόνον τρεφόμαστε. Τα ουρί του Ισλαμικού Παραδείσου με τα τετράχρωμα πρόσωπα και σώμα από ζαφορά, μόσχο, ήλεκτρο και καμφορά μόνον αλοιφές προσφέρουν για τις πληγές μας.
  9. Σοφός μέσα στην Άγνοια θα καταλήξεις. Και τα Μυστήρια ποτέ δεν θα τα λύσεις. Μα όσα σου χάρισε η ζωή ήρθε η ώρα να μοιράσεις. Τη Γνώση δεν τη βάζουμε σε γυάλα για τους λίγους, του εκλεκτούς. Όσο πιο μακριά και πιο βαθιά την εμπεδώσεις, το κτήμα σου μια Όαση στην έρημο θα γίνει. Μα κάθε μέρα, η άμμος θα υποχωρεί, η Νέα Ζωή θα ξεπηδά, θα εξαπλώνεται, σαρωτική σαν το απρόσμενο χάδι, το ξαφνικό φιλί.
  10. Θα σβήσεις μέσα στο Χάος. Αυτή είναι η Μοίρα σου. Μα κάπου απόμακρα, εκεί που το βλέμμα σου θάναι αδύνατον να φθάσει, μια υπόκρουση μουσική, κρουστά και τύμπανα, τρομπέτες κι ακορντεόν, κιθάρες και λύρες. Μια φωνή υπερκόσμια θ’ ακουστεί. ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ ΦΩΣ!