Έξι στα δέκα παιδιά αντιμετωπίζουν επισιτιστική ανασφάλεια

26-03-2017

Σχεδόν 6 στα 10 παιδιά στα σχολεία του Προγράμματος ΔΙΑΤΡΟΦΗ αντιμετωπίζουν επισιτιστική ανασφάλεια, ενώ το 25% των μαθητών των ιδίων σχολείων είναι μέλη οικογενειών που βιώνουν και πείνα.  Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης της ΕΛΣΤΑΤ (περίοδος αναφοράς εισοδήματος 2014) περίπου 500.000 παιδιά (26,6% του συνόλου των παιδιών 0-17 ετών) βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας και 710.000 παιδιά (37,8% του συνόλου των παιδιών 0-17 ετών) σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό.

Η παρατεταμένη ύφεση, η φτωχοποίηση χιλιάδων οικογενειών και η διεύρυνση της παιδικής φτώχειας αποτελούν μία πραγματικότητα που καταγράφεται από το 2012 και κάθε χρόνο από το Ινστιτούτο Prolepsis, φορέα υλοποίησης του Προγράμματος Σίτισης και Προώθησης Υγιεινής Διατροφής – ΔΙΑΤΡΟΦΗ.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο, η επέκταση της σχολικής σίτισης και η εφαρμογή της σε ευρεία κλίμακα, βάσει όσων αναφέρονται στις προτάσεις αντιμέτρων της Κυβέρνησης στα δημοσιονομικά μέτρα που θα εφαρμοστούν μετά το 2018 θα μπορούσε να προσφέρει μία μεγάλη ευκαιρία για την ανάπτυξη υγιεινών διατροφικών προτύπων, καθώς και μία ευρείας κλίμακας μακροχρόνια κοινωνική επένδυση με βασικούς αποδέκτες τα παιδιά, που σύντομα θα αποτελούν τον ενήλικο πληθυσμό της χώρας.

Με την καθολική σχολική σίτιση, οι μαθητές που ανήκουν στις πιο ευάλωτες κοινωνικοοικονομικά πληθυσμιακές ομάδες δεν αντιμετωπίζονται ως παιδιά δεύτερης κατηγορίας. Παράλληλα, με βάση τα στοιχεία που έχει συλλέξει και αναλύσει το Ινστιτούτο Prolepsis, κατά τα έτη υλοποίησης του Προγράμματος ΔΙΑΤΡΟΦΗ οι μαθητές με σιτιστική ασφάλεια, παρουσιάζουν βελτιωμένες σχολικές επιδόσεις, ανταποκρίνονται καλύτερα στα μαθήματά τους και απουσιάζουν λιγότερο για λόγους υγείας.

Επίσης, τα μακροχρόνια οφέλη είναι πολύ σημαντικά, καθώς με την προώθηση της υγιεινής διατροφής θωρακίζεται μέρα με τη μέρα η υγεία των παιδιών και καταπολεμάται η παχυσαρκία, που σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο για όλες σχεδόν τις μορφές καρκίνου, καρδιαγγειακές παθήσεις, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 κ.α.

Παράλληλα, μειώνεται το κόστος υγειονομικής περίθαλψης και οι δαπάνες υγείας που σχετίζονται με την παχυσαρκία. Αν και δεν υπάρχουν μέχρι σήμερα ασφαλείς εκτιμήσεις για το συνολικό κόστος της παχυσαρκίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, οι άμεσες ετήσιες δαπάνες που οφείλονται στην παχυσαρκία αντιπροσωπεύουν το 2-4% των εθνικών προϋπολογισμών για την υγεία.

Επιπλέον, μελέτες έχουν δείξει πως η διατήρηση του φυσιολογικού σωματικού βάρους στη παιδική ηλικία επηρεάζει μακροπρόθεσμα το σωματικό βάρος στην ενήλικη ζωή. Η μείωση του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) σε ενήλικες μειώνει όχι μόνο τα ποσοστά νοσηρότητας χρόνιων νοσημάτων αλλά επιφέρει σημαντικές μειώσεις στις δαπάνες υγείας. Στις ΗΠΑ έχει υπολογιστεί ότι μειώνοντας κατά 5% το ΔΜΣ η μείωση στις δαπάνες υγείας υπολογίζεται σε $29.8 δισεκατομμύρια για 5 χρόνια, $158 για 10 χρόνια και $611.7 για 20 χρόνια.