Λεφτά με τη σέσουλα μοίραζαν αμερικάνικες φαρμακευτικές σε ιατρικές εταιρείες και συλλόγους ασθενών για προώθηση οπιοειδών φαρμάκων

18-02-2019

Eκατομμύρια δολάρια έριξαν στην αγορά 5 φαρμακευτικές εταιρείες που παράγουν οποιοειδή φάρμακα για να προωθήσουν τα σκευάσματά τους. Αυτό αποκαλύπτει έρευνα που φέρνει στη δημοσιότητα η Αμερικανίδα γερουσιαστής Claire McCaskill.
Η έρευνα αποκαλύπτει χορηγίες και οικονομικές ενισχύσεις σε 14 συλλόγους ασθενών από το 2012 έως το 2017, από τις εταιρείες Purdue Pharma, Johnson & Johnson’s Janssen, Depomed, Insys Therapeutics and Mylan.

Η Purdue Pharma που κρατάει τη “μερίδα του λέοντος”, στις “οικονομικές ενισχύσεις”, (είναι η εταιρεία που παράγει το OXYCONTIN), έδωσε πάνω από 4 εκατομμύρια σε συλλόγους ασθενών, σύμφωνα με την έρευνα της γερουσιαστού. Aκολουθεί η φαρμακευτική Insys’ με τρία εκατομμύρια δολάρια, μετά είναι η Depomed που «επένδυσε» 1 εκατομμύριο δολάρια και τελευταία η Janssen που έδωσε σε συλλόγους των ασθενών 465,000 δολάρια.
Εκτός από τους συλλόγους όμως είναι και οι γιατροί που σχετίζονται με τους συγκεκριμένους ασθενείς φέρονται να “χρηματοδοτήθηκαν” από το 2013 με πάνω από 1,6 εκατομμύρια δολάρια.

Οι “χρημοτοδοτούμενοι” από τις εταιρείες εκπρόσωποι των συλλόγων, κατά τη διάρκεια αυτών των χρόνων προωθούσαν τη χρήση των οπιοειδών, υποβαθμίζοντας τις παρενέργειες και αποσιωπώντας τον εθισμό που αυτά προκαλούσαν. Παράλληλα διασυνδέονταν με τους κατάλληλους “λομπίστες” που κινούσαν τα απαραίτητα νήματα προκειμένου να γίνονται οι νομοθετικές παρεμβάσεις και αλλαγές που ευνοούσαν τις εταιρείες.

Απαντώντας στις κατηγορίες της γερουσιαστού, η εταιρεία Mylan δήλωσε ότι αυτή είχε πληρώσει πολύ λίγα χρήματα σε σχέση με τις άλλες εταιρείες, η Depomed ισχυρίστηκε ότι προωθούσε τα οποιοειδή φάρμακά της με υπεύθυνο τρόπο και η Insys απάντησε ότι το 2017 είχε στο επίκεντρο της, τους ασθενείς, για αυτό και οι χορηγίες της, στρέφονταν το 2017, προς τους συλλόγους.

Η έρευνα όμως εμπλέκει και την Αμερικανική Ιατρική Εταιρεία Πόνου η οποία το 1997 ενθάρρυνε τη χρήση των οπιοειδών για τη χρήση του χρόνιου πόνου,υποστηρίζοντας ότι το ρίσκο του εθισμού ήταν χαμηλό.
Αξιοσημείωτο δε είναι όταν το 2016 το CDC (το ΚΕΕΛΠΝΟ της Αμερικής) αναπροσάρμοσε το 2016 τις συνταγογραφικές οδηγίες για τη χορήγηση αυτών των φαρμάκων, πολλοί από τους “επιχορηγούμενους” συλλόγους με την ενθάρρυνση των εταιρειών έβγαιναν δημόσια προκειμένου να ασκήσουν κριτική στις νέες κατευθύνσεις του Αμερικανικού Δημόσιου Οργανισμού Ελέγχου των Ασθενειών και Πρόληψης.

Η φαινομενικά ουδέτερη υποστήριξη των οποιοειδών από τους συλλόγους ασθενών σύμφωνα με τη McCaskill ευνοούσε τις εταιρείες ενώ αίσθηση προκαλεί και το ποσό των τριών εκατομμυρίων δολαρίων που έλαβε από αυτές τις φαρμακευτικές εταιρείες η Αμερικανική Εταιρεία Πόνου.

Ο πρόεδρος της Αμερικάνικης εταιρείας πόνου  Paul Gileno σε σχετική δήλωσή του για όσα αποκαλύφθηκαν, υποστήριξε ότι τα χρήματα «δεν επηρέασαν τις αξίες μας» και ότι η Αμερικανική Εταιρεία Πόνου δε χρηματίσθηκε για να στρέψει τους ασθενείς σε συγκεκριμένες θεραπείες. Υποστηρίζουμε πάντα, συμπλήρωσε, μία ισρροπημένη και πολυεπίπεδη φροντίδα διαχείρισης του πόνου. Εκπρόσωπος της εταιρείας Janseen μιλώντας στο ιατρικό site fierce-biotech, υποστήριξε ότι τα χρήματα δίνονταν, προκειμένου να εκπαιδευτούν γιατροί και ασθενείς, στη σωστή χρήση των οπιοειδών σκευασμάτων.

Τέλος, η έρευνα βλέπει το φως της δημοσιότητας σε μία εποχή που οι κατασκευάστριες εταιρείες οποιοειδών φαρμάκων αντιμετωπίζουν πάνω από 200 αγωγές για αθέμιτες πρακτικές προώθησης των σκευασμάτων τους ενώ αναμένεται με μεγάλο ενδιαφέρον, η επόμενη εκδίκαση των υποθέσεων που αφορούν τις συγκεκριμένες εταιρείες, στις 6 Μαρτίου.

ΠΗΓΗ FIERCE-BIOTECH