Δυσλεξία

Ως δυσλεξία ορίζεται η μαθησιακή διαταραχή που δυσχεραίνει την ανάγνωση, τη γραφή και την ορθογραφία. Η δυσλεξία παρουσιάζεται εκ γενετής και είναι σε ποσοστό 70-80% κληρονομική. Παρουσιάζεται σε ποσοστό 12-15% του παγκόσμιου πληθυσμού (περισσότερο σε αριστερόχειρες), ενώ παρατηρείται στο 3% των παιδιών και σε αναλογία αγόρια:κορίτσια 4:1. Η συγκεκριμένη διαταραχή δεν σχετίζεται με χαμηλή νοημοσύνη, αντίθετα ένα δυσλεκτικό άτομο διαθέτει κανονική ή και ανώτερη νοημοσύνη. Το ποσοστό δυσλεξίας στην Ελλάδα είναι περίπου 5%.

 

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Η δυσλεξία δυσχεραίνει τις μαθησιακές δυνατότητες του παιδιού, επηρεάζοντας:

  • τη γραφή και την ορθογραφία (παραλείψεις γραμμάτων, αντιμεταθέσεις συλλαβών, αντιστροφές γραμμάτων ή αριθμών ή επαναλήψεις λέξεων)
  • την ανάγνωση
  • την αφομοίωση συμβόλων (μαθηματικά)
  • τη βραχυπρόθεσμη μνήμη και οργάνωση
  • την ικανότητα προσανατολισμού
  • την αντίληψη της αλληλουχίας
 

Πού οφείλεται;

Αν και οι ακριβείς αιτίες που προκαλούν τη δυσλεξία δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί, θεωρούνται σημαντικοί οι νευρολογικοί παράγοντες, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι τα ακουστικά και οπτικά κέντρα του εγκεφάλου των δυσλεκτικών ατόμων είναι κατά 27% μικρότερα από εκείνα των μη δυσλεκτικών ατόμων.

Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Η δυσλεξία δεν θεραπεύεται, είναι όμως ζωτικής σημασίας να εντοπιστεί από πολύ μικρή ηλικία ώστε να υπάρξει έγκαιρη παρέμβαση με τις κατάλληλες εκπαιδευτικές και υποστηρικτικές μεθόδους. Η σωστή παρέμβαση και τα κατάλληλα προγράμματα εκμάθησης, καθώς και η ψυχολογική υποστήριξη μπορούν να βελτιώσουν τις μαθησιακές δυνατότητες του δυσλεκτικού παιδιού.

Με τη συνεργασία της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας