Αγωγή και προαγωγή υγείας ή γιατί ο ασθενής σε κάθε ιατρική επίσκεψη έχει πληρώσει και μία δακτυλική

27-05-2020

Γράφει ο Δημήτριος Κούβελας Καθηγητής Κλινικής Φαρμακολγίας,Τμήμα Ιατρικής ΑΠΘ

Όλοι έχουμε εξεταστεί από κάποιον γιατρό, συνήθως περισσότερες από μία φορά στη ζωή μας.

Ο γιατρός που μας εξέτασε σίγουρα ήταν ένας παιδίατρος ή ο οικογενειακός γιατρός μας, οπωσδήποτε έχουμε επισκεφθεί έναν παθολόγο ή γενικό γιατρό για κάποια ίωση, οι γυναίκες έχουν σίγουρα πάει σε γυναικολόγο, τουλάχιστον το 60% έχει επισκεφτεί οφθαλμίατρο, η πλειοψηφία έχει δει έναν δερματολόγο, το σύνολο των ενηλίκων ανδρών έχει επισκεφτεί ουρολόγο, όλοι έχουν έναν καρδιολόγο, γαστρεντερολόγο, νευρολόγο, ψυχίατρο, ορθοπεδικό, χειρουργό κλπ.

Το κοινό όλων αυτών των επαγγελματιών είναι ότι έχουν σπουδάσει ιατρική και έχουν κοινή εκπαίδευση τουλάχιστον τα 6 πρώτα και πλέον βασικά έτη της επαγγελματικής τους κατάρτισης, και υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Ο λόγος είναι ότι όλοι οι γιατροί έχουν εκπαιδευτεί στο να είναι γιατροί. Παρόλο που αυτό φαντάζει προφανές, έχει καταλήξει να μην είναι καθόλου.

Από την εμπειρία μου, ως ειδικός Γενικής Ιατρικής, με έμφαση στην ορθή φαρμακοθεραπεία και το συνδυασμό φαρμάκων, είτε αυτό αφορά έναν ασθενή (Κλινική Φαρμακολογία) είτε το σύνολο των πολιτών της χώρας (Φαρμακοεπιδημιολογία), είναι βέβαιο ότι η πλειοψηφία δεν έχει εξεταστεί – ίσως ποτέ – από γιατρό, όπως τουλάχιστον περιγράφεται στα προγράμματα σπουδών όλων των ιατρικών σχολών του πλανήτη γη και αφορούν στο είδος του Homo Sapiens.

Στο δεύτερο μόλις έτος σπουδών και ειδικότερα στο μάθημα της παθολογίας, ο φοιτητής μαθαίνει θεωρητικώς και πρακτικώς τα βασικά της ιατρικής επαφής.  Μαθαίνουμε να παίρνουμε ιστορικό, ατομικό και οικογενειακό και να προβαίνουμε σε κλινική εξέταση, πριν κάνουμε οτιδήποτε άλλο.

Μαθαίνουμε λοιπόν ότι πρέπει να ρωτάμε τον ασθενή τι τον οδήγησε σε μας και περιμένουμε να μας περιγράψει την παρούσα κατάσταση της υγείας του και των ενοχλημάτων που τον θορύβησαν, περιμένουμε στη συνέχεια να μας πει όλα τα νοσήματα που έχει περάσει στο παρελθόν, χειρουργεία κ.ά. καθώς και περιγραφή της υγείας των συγγενών του, γονέων, αδελφών, τέκνων, αιτίες θανάτων κλπ.

Αφού λοιπόν τελειώσει με την αφήγηση, από όπου έχει διαπιστωθεί και το επίπεδο επικοινωνίας, η ικανότητα αντίληψης, το μορφωτικό και κοινωνικό επίπεδο και άλλα στοιχεία που χρειάζονται στη διαμόρφωση του ιατρικού αποτυπώματος του ασθενούς, ο ιατρός προχωράει στην κλινική εξέταση.

Η κλινική εξέταση έχει επίσης τέσσερα στάδια που τα διακρίνουμε με σειρά, στην επισκόπηση (οπτική παρατήρηση του σώματος και των προσβάσιμων κοιλοτήτων, της κίνησης, της ισορροπίας κλπ.), στην ψηλάφηση (χρήση παλαμών και δακτύλων με επαφή ή  άσκηση πίεσης σε όλο το δέρμα και τα υποκείμενα όργανα, καθώς και των προσβάσιμων κοιλοτήτων), στην επίκρουση (ελαφρές κρούσεις σε συγκεκριμένα σημεία που οριοθετούν υποκείμενα όργανα) και τέλος στην ακρόαση (με στηθοσκόπιο, αλλά και με άμεση επαφή των ώτων σε επιφάνειες του σώματος). Επιπλέον λαμβάνονται τα αντανακλαστικά, παρατηρούνται αντιδράσεις σε ήχους, σε φως, σε νυγμούς, σε πιέσεις κλπ.

Η δακτυλική εξέταση για παράδειγμα είναι εξαιρετικά σημαντική και όπως έλεγε παλιός καθηγητής παθολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ, κάθε ασθενής έχει πληρώσει και για μια δακτυλική εξέταση στην αμοιβή σας, οποιαδήποτε ειδικότητα και αν έχετε ακολουθήσει. Η δακτυλική εξέταση λαμβάνει χώρα με χρήση του δείκτου της δεξιάς χειρός, με ελαστικό και λεπτό γάντι.

Με την είσοδο του δακτύλου του ιατρού στο ορθό, διαπιστώνεται η λειτουργία του σφιγκτήρα του ορθού και πιθανές βλάβες (αιμορροΐδες, ραγάδες δακτυλίου κλπ.), στη συνέχεια ελέγχεται η υφή του τελευταίου τμήματος του παχέος εντέρου (ύπαρξη όγκων ή άλλων ανωμαλιών), ψηλαφάται ο δουγλάσειος χώρος, ο προστάτης αδένας στους άνδρες και τα εσωτερικά γεννητικά όργανα στις γυναίκες (ύπαρξη επίσης μαζών, όζων, σκληρίας φλεγμονής κλπ), ενώ μετά την απομάκρυνση του δακτύλου ελέγχεται επισκοπικώς το χρώμα και η υφή του περιεχομένου του εντέρου για αίμα, βλέννα κλπ.

Όλα αυτά που διαπιστώνονται από την ταπεινή δακτυλική εξέταση είναι εξαιρετικά σημαντικές κλινικές πληροφορίες που αφορούν πλήθος επικίνδυνων για τη ζωή καταστάσεων, που δυνητικά αντιμετωπίζει ο ασθενής. Η εξέταση είναι δωρεάν, ανώδυνη και αναίμακτη και δεν υπάρχει λόγος να μην γίνεται, ενώ είναι τόσο σημαντική για την διαπίστωση της κατάστασης της υγείας του ασθενούς.

Η υπερβολή του τίτλου του παρόντος άρθρου,  έγκειται στο ότι ο ασθενής που μας έχει επισκεφτεί, ακόμα για έλεγχο της πρεσβυωπίας του, είναι δυνατόν να μην έχει επισκεφτεί άλλον γιατρό, ή να μην πρόκειται να επισκεφτεί κάποιον για πολλούς λόγους.  Η παραίνεση λοιπόν του παλαιού καθηγητή μας, έγκειται στο ότι ο γιατρός, ότι ειδικότητα και αν αποφάσισε να υπηρετήσει, παραμένει γιατρός που οφείλει να φροντίζει για την συνολική υγεία του ασθενούς, πριν και πάνω από οποιοδήποτε μικροπρόβλημα θεωρεί ότι αντιμετωπίζει ο ασθενής.

Τί νόημα θα έχει να του διορθώσουμε μια διαθλαστική ανωμαλία των οφθαλμών και να αποβιώσει ο ασθενής 6 μήνες αργότερα από καρκίνο του παχέος εντέρου ή του προστάτη, κάτι που θα είχε αποφευχθεί με μία δακτυλική εξέταση, που όλοι οι γιατροί έχουμε διδαχτεί να πραγματοποιούμε.

Από την άλλη όμως πώς θα μπορούσε να πείσει ένας οφθαλμίατρος, οποιονδήποτε ασθενή να τον εξετάσει ακόμη και γυμνό; Αυτό είναι ένα πραγματικό ερώτημα και αφορά στο επίπεδο αντίληψης που έχει ο ίδιος ο ασθενής για την άσκηση της ιατρικής, αλλά και για τα θέματα υγείας που θα έπρεπε να τον απασχολούν.

Συχνά όταν ζητάει ο γιατρός από ασθενή να ξεντυθεί αντιμετωπίζει ανόητα ερωτήματα, για τον αν πειράζει να κρατήσει τα εσώρουχα, τις κάλτσες κλπ.  Φυσικά τον γιατρό δεν τον πειράζει καθόλου, μειώνει όμως εξαιρετικά τον αριθμό των πληροφοριών που λαμβάνει. Αν για παράδειγμα πάμε σε γιατρό και δεν βγάλουμε το εσώρουχο, τι πιθανότητα υπάρχει να παρατηρήσει ο γιατρός έναν, ύποπτο για κακοήθεια, σπίλο σε απόκρυφα σημεία;

Τη διαμόρφωση ορθής αντίληψης των πολιτών, για την επίτευξη μέγιστης συνεργασίας με τους επαγγελματίες υγείας, ονομάζουμε αγωγή υγείας και είναι ο μοναδικός τρόπος για να υπάρξει προαγωγή της υγείας, βελτίωση δηλαδή του επιπέδου υγείας ενός πληθυσμού. Ο ασθενής λοιπόν πρέπει να γνωρίζει τι χρειάζεται να πει και να κάνει ένας γιατρός και να απαιτήσει μια σωστή ιατρική αντιμετώπιση, ακόμη και αν ο γιατρός ολιγωρεί στο να την πραγματοποιήσει, Lege Artis.

Η αγωγή υγείας λοιπόν του πληθυσμού θα έπρεπε να είναι μία μόνιμη μέριμνα της πολιτείας προκειμένου να πετύχει την εξασφάλιση του πλέον πολύτιμου ανθρώπινου ιδανικού, που δεν είναι άλλο από την υγεία του συνόλου του πληθυσμού.