Από τη Δευτέρα αλλάζει η κατηγοριοποίηση μαγνητικών και αξονικών τομογράφων

27-06-2019

Από την ερχόμενη Δευτέρα 1η Ιουλίου τίθεται σε εφαρμογή η νέα κατηγοροποίηση συστημάτων Μαγνητικής και Αξονικής Τομογραφίας και Μαστογράφων, για τη διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων στον ιδιωτικό τομέα υγείας και την αποζημίωση των παρόχων του ΕΟΠΥΥ.

Πλέον τίθεται ανώτατος μηνιαίος αριθμός εξετάσεων για το κάθε σύστημα, σε μια προσπάθεια ο ΕΟΠΥΥ να ελέγξει την προκλητή ζήτηση. Ενδεικτικό είνα πως η Ελλάδα κατέχει την 1η θέση σε αριθμό Μαγνητικών Τομογράφων ανά 1.000.000 κατοίκους, συγκρινόμενη με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ και τη 2η σε αριθμό Αξονικών Τομογράφων, γεγονός που δεικνύει ακόμα εντονότερα την ύπαρξη φαινομένων προκλητής ζήτησης για τις σχετικές εξετάσεις.

Ειδικότερα, για τους μαγνητικούς τομογράφους καθορίζεται μηνιαίο όριο εξετάσεων, από 400 έως 600 εξετάσεις ανάλογα με τον τύπο του μηχανήματος και τιμή αντίστοιχα τιμή αποζημίωσης από 95 ευρώ έως 135 ευρώ (έναντι 110,7 έως 146,6 ευρώ).

Για τους αξονικούς τομογράφους, το μηνιαίο όριο εξετάσεων ανά σύστημα καθορίζεται από 600 έως 1000 εξετάσεις και η αποζημίωση από 35 έως 65 ευρώ (έναντι 40 έως 65 ευρώ).

Για τους μαστογράφους, το μηνιαίο όριο εξετάσεων καθορίζεται σε 600 εξετάσεις για τους αναλογικούς και 1.000 για τους ψηφιακούς, με τιμή αποζημίωσης 20 και 35 ευρώ αντίστοιχα (έναντι 35 που ήταν και στις δύο κατηγορίες)..

Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση του ΔΣ «από το Νοέμβριο του 2012 που καθιερώθηκαν οι ασφαλιστικές τιμές αποζημίωσης για τις εξετάσεις Αξονικής (CT) και Μαγνητικής (MRI) Τομογραφίας μέχρι και σήμερα, περίπου έξι χρόνια μετά, δεν έχει γίνει καμία αλλαγή στην κατηγοριοποίηση των μηχανημάτων, ενώ η μόνη παρέμβαση στις τιμές αποζημίωσης των MRI πραγματοποιήθηκε στα τέλη του 2015, στο πλαίσιο ελέγχου του clawback».

Αντίθετα, σύμφωνα με τον ΕΟΠΥΥ, στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, αλλά και της Αμερικής, η αναδιαμόρφωση των τιμών αποζημίωσης των ιατρικών εξετάσεων πραγματοποιείται σε τακτά χρονικά διαστήματα που κυμαίνονται από 6 μήνες έως 3 χρόνια, λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες όπως:

• Τις τεχνολογικές εξελίξεις που ενσωματώνουν τα σύγχρονα μηχανήματα (νέες διαγνωστικές δυνατότητες)

• Το κόστος κτήσης και συντήρησης των συστημάτων (πάντοτε η νέα τεχνολογική γενιά είναι ακριβότερη από την απερχόμενη) • Τις επιδημιολογικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας ή της υπό εξέταση περιοχής (ζήτηση της υπηρεσίας)

• Τον αριθμό των συστημάτων που ήδη λειτουργούν στην περιοχή (διασπορά της υπηρεσίας)