Στοιχεία για την υγεία και τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών ηλικίας μέχρι και 15 ετών, ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Τα στοιχεία προέρχονται από τη δειγματοληπτική Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών, έτους 2024, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2023. Πιο αναλυτικά:
Υγεία παιδιών ηλικίας έως 15 ετών
To 20,8% των νοικοκυριών έχει τουλάχιστον ένα παιδί ηλικίας έως 15 ετών. Το 98,9% των παιδιών ηλικίας έως 15 ετών έχει πολύ καλή ή καλή υγεία, ενώ το 0,6% μέτρια και το 0,5% κακή ή πολύ κακή υγεία. Το 0,3% των παιδιών ηλικίας έως 15 ετών περιόρισαν, λόγω προβλημάτων υγείας, τις δραστηριότητες τους για διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών.
Το 45,9% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, χρειάστηκε, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, ιατρική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του. Το 0,6% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών και χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του, δεν την έλαβε/έλαβαν. Ο κύριος λόγος (87,7%) για τον οποίο το/τα παιδί/παιδιά δεν έλαβε/έλαβαν την αναγκαία ιατρική εξέταση ή θεραπεία, ήταν η μεγάλη λίστα αναμονής ή το γεγονός ότι το επόμενο διαθέσιμο ραντεβού ήταν πολύ αργά.
Το 31,0% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, χρειάστηκε, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, οδοντιατρική/στοματολογική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του. Το 3,3% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών και χρειάστηκε οδοντιατρική/στοματολογική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του, δεν την έλαβε/έλαβαν. Ο κύριος λόγος (84,9%), για τον οποίο το/τα παιδί/παιδιά δεν έλαβε/έλαβαν την αναγκαία οδοντιατρική/στοματολογική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία ήταν οικονομικός.
Συνθήκες διαβίωσης παιδιών ηλικίας έως 15 ετών
Το 2,5% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του κάποια καινούρια ρούχα. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 8,3% και 0,8%, αντίστοιχα.
Το 2,2% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του δύο ζευγάρια υποδημάτων στο σωστό μέγεθος. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 6,0% και 1,1%, αντίστοιχα.
Το 2,7% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του φρούτα και λαχανικά μια φορά την ημέρα. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 8,1% και 1,3%, αντίστοιχα.
Το 10,4% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του ένα τουλάχιστον γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι σε καθημερινή βάση. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 31,7% και 4,5%, αντίστοιχα.
Το 9,6% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του εξοπλισμό υπαίθριων δραστηριοτήτων αναψυχής. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 29,9% και 4,0%.
Το 4,8% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του παιχνίδια εσωτερικού χώρου. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 14,4% και 2,1%, αντίστοιχα.
Το 5,7% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του εξωσχολικά βιβλία κατάλληλα για την ηλικία τους. Τα ποσοστά για τoν φτωχό και μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται, αντίστοιχα, σε 17,4% και 2,4%.
Το ποσοστό του φτωχού πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συμμετέχουν τα παιδιά του τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής ανέρχεται σε 74,8%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 10,7%. Για το σύνολο του πληθυσμού με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 24,6%.
Το 16,6% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να διοργανώνει εκδηλώσεις όπως γενέθλια, ονομαστικές εορτές κ.λπ. για τα παιδιά του και το 6,3% δεν έχει τη δυνατότητα να προσκαλούν τα παιδιά περιστασιακά φίλους στο σπίτι ή αλλού για παιχνίδι και φαγητό. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 49,2% και σε 16,1%, ενώ για τον μη φτωχό σε 7,5% και 3,6%.
Το ποσοστό του φτωχού πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του μια εβδομάδα διακοπών ανέρχεται σε 60,3%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 16,5%. Για το σύνολο του πληθυσμού με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 26,0%.
Το 43,2% του φτωχού πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών δηλώνει ότι δεν μπορεί να καλύψει οικονομικά την συμμετοχή των παιδιών του σε σχολικές εκδρομές και εκδηλώσεις που συνεπάγονται κάποιο κόστος, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 5,7%. Για το σύνολο του πληθυσμού με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 14,1%.
Το 8,3% του πληθυσμού που διαβιεί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών δεν έχει κατάλληλο χώρο στην κατοικία για τη σχολική μελέτη των παιδιών, με τα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό να ανέρχονται σε 12,4% και 7,1%, αντίστοιχα.