ΕΜΙΛ ΚΟΧΕΡ

Emil Theodor Kocher
08-12-2021

Ο Έμιλ Τέοντορ Κόχερ (25 Αυγούστου 1841 – 27 Ιουλίου 1917) ήταν Ελβετός ερευνητής ιατρός και χειρουργός, που βραβεύθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1909 για το έργο του στη φυσιολογία, την παθολογία και τη χειρουργική του θυρεοειδούς.

Από τα σημαντικότερα επιτεύγματά του ωστόσο θεωρείται η εισαγωγή και η προαγωγή της ασηπτικής χειρουργικής και επιστημονικών μεθόδων στη χειρουργική, που είχε ως ειδικότερο αποτέλεσμα τη μείωση της θνησιμότητας σε εγχειρήσεις θυρεοειδεκτομής κάτω από το 1%.

Ο Κόχερ υπήρξε ο πρώτος Ελβετός πολίτης, αλλά και ο πρώτος χειρουργός στην ιστορία που πήρε Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής. Στην εποχή του τον θεωρούσαν πρωτοπόρο και κορυφαίο στον χώρο της χειρουργικής.
Συνεισέφερε σημαντικά στα πεδία της νευροχειρουργικής και (ιδίως) της χειρουργικής του θυρεοειδούς αδένα και της ενδοκρινολογίας. Κατά τον Asher, ο χώρος της χειρουργικής μεταμορφώθηκε ριζικά την εποχή του Κόχερ και οι μετέπειτα γενεές χειρουργών θα έκτιζαν πάνω στα θεμέλια που εκείνος έθεσε – εάν ένας μελλοντικός ιστορικός ήθελε να περιγράψει την κατάσταση της χειρουργικής στις αρχές του 20ού αιώνα, θα χρειαζόταν να αναφέρει μόνο το έργο του Κόχερ Σύγγραμμα επεμβατικής χειρουργικής.

Τρεις βασικοί παράγοντες συνεισέφεραν στην επιτυχία του Κόχερ ως χειρουργού, σύμφωνα με τον Bonjour (1981). Ο πρώτος ήταν η εφαρμογή της αντισηπτικής φροντίδας του τραύματος, που απέτρεπε τη μόλυνση και τον επακόλουθο θάνατο πολλών ασθενών. Ο δεύτερος παράγοντας, κατά τον Erich Hintzsche ήταν η μεγάλη σημασία που απέδιδε στην αναισθησία και κυρίως η παρακολούθησή της από τον ίδιο. Χρησιμοποιούσε ειδική αναισθητική μάσκα και αργότερα εφάρμοσε την τοπική αναισθησία για την επέμβαση βρογχοκήλης, αποφεύγοντας έτσι τους κινδύνους της γενικής αναισθησίας. Ως τρίτο παράγοντα επιτυχίας ο Hintzsche αναφέρει την ελαχιστοποίηση της απώλειας αίματος που επετύγχανε ο Κόχερ. Ακόμα και η μικρότερη πηγή αιμορραγίας κατά την επέμβαση ελεγχόταν με ακρίβεια και αναστελλόταν από τον Κόχερ, επειδή αρχικώς πίστευε ότι το αποσυντιθέμενο αίμα αποτελούσε παράγοντα μολύνσεως για τον ασθενή.

Ο Κόχερ αναγνωρίσθηκε παγκοσμίως για πρώτη φορά εξαιτίας της τεχνικής που ανέπτυξε για την ανάταξη της εξαρθρώσεως του ώμου, που δημοσίευσε το 1870. Η νέα μέθοδος ήταν πολύ λιγότερο οδυνηρή και ασφαλέστερη από την παραδοσιακή, και μπορούσε να εκτελεσθεί από έναν μόνο ιατρό. Την ίδια εποχή ο Κόχερ μελέτησε τις πληγές και την πρόκληση καταγμάτων από σφαίρες. Από αυτές τις μελέτες προήλθε η δημόσια διάλεξη του Κόχερ Die Verbesserung der Geschosse vom Standpunkt der Humanitaet («Η βελτίωση των σφαιρών των όπλων από ανθρωπιστικής απόψεως», 1874) και το χειρόγραφο Ueber die Sprengwirkung der modernen Kriegsgewehrgeschosse (= «Επί του εκρηκτικού αποτελέσματος των σφαιρών των σύγχρονων πολεμικών τυφεκίων»). Συνέστησε τη χρήση σφαιρών που είχαν μικρότερη ταχύτητα.