Φαρμακευτικές παροχές σε αναστολή ή πολίτες ενός κατώτερου… συστήματος ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης;

26-12-2016

«Δεν πληρώσατε και δικαιολογημένα η γερμανική εταιρεία Merck έκοψε το φάρμακο Erbitux στους Έλληνες ασφαλισμένους» φέρεται να είναι η κυνική αλλά ταυτόχρονα ειλικρινής απάντηση του Ολι Ρεν σε  πρόσφατη ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Χουντή.

Την  εύλογη απορία του για την διακοπή παροχής στην Ελλάδα του εν λόγω φαρμακευτικού σκευάσματος ζωτικής σημασίας  για τους καρκινοπαθείς, έθεσε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Νίκος Χουντής ο οποίος τονίσε μάλιστα πως η έλλειψη του φαρμάκου θέτει σε άμεσο κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία και ότι η διακοπή της παροχής του, αντίκειται στην αρχή της καλής πίστης. Επιπλέον ρώτησε «Εφαρμόζεται από την Ελλάδα ο παραπάνω όρος της εξόφλησης εντός 90 ημερών; Αν ναι γιατί η εταιρεία αποφάσισε τη διακοπή του φαρμάκου με ενδεχόμενες συνέπειες για την υγεία των ασθενών; Αν όχι πως επιτρέπει η Επιτροπή την κατά προτεραιότητα εξόφληση των δανειστών της Ελλάδας, με αποτέλεσμα το δημόσιο σύστημα υγείας να στερείται των αναγκαίων επιχορηγήσεων για τη συνέχιση της ομαλής προμήθειας φαρμάκων για τον πληθυσμό;» Για να λάβει την παραπάνω απάντηση από τον Ολι Ρεν η οποία αποτυπώνει την σκληρή ελληνική πραγματικότητα για τους συνανθρώπους μας που υποφέρουν από καρκίνο.

Σύμφωνα λοιπόν με δημοσιογραφικές πληροφορίες η εταιρεία αποφάσισε τη διακοπή της προμήθειας του φαρμάκου στην Ελλάδα, και όχι σε άλλες χώρες της ΕΕ οι οποίες επίσης έχουν χρέη ,επειδή έχει ήδη υποστεί κούρεμα των ελληνικών ομολόγων που είχε συμφωνήσει να λάβει από το ελληνικό δημόσιο για την εξόφληση παλαιότερων οφειλών του.

Ο κύριος Ν. Χουντής σχολίασε σχετικά στο «Health View»: «Προκειμένου να εξοφληθούν οι δανειστές , μπαίνει σε δεύτερη μοίρα η υγεία των πολιτών. Πολύ πιθανόν αυτό να συμβαίνει και με άλλα φάρμακα. Είναι ο αμοραλισμός της μνημονιακής πολιτικής των εμπνευστών και αυτών που την εφαρμόζουν. Έλεγαν πριν τις εκλογές ότι θα έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ και θα ξεμείνουμε από φάρμακα. Ήρθε η τρικομματική κυβέρνηση και ξεμείναμε όμως».