Η «νόσος των παιδιών» που επανεμφανίστηκε εξαιτίας του αντιεμβολιαστικού κινήματος

24-05-2020

Η ιστορία των εμβολίων από τον 18ο αιώνα έως σήμερα

Διεθνή υγειονομική απειλή χαρακτηρίζει το αντιεμβολιαστικό κίνημα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας.

Ο Ιατρός Νίκος Περσιάνης ξεδιπλώνει την ιστορία των εμβολίων και τις μεγάλες επιδημίες που συνέβαλαν στην ανάπτυξή τους.

Κοκίτης

Ο κοκίτης αναγνωρίστηκε ως νόσος το 1578 κατά τη διάρκεια μιας επιδημίας στο Παρίσι. Από τότε, κάθε 3 με 5 χρόνια εξακολουθούν να υπάρχουν επιδημίες σε αρκετές χώρες.

Κάθε χρόνο δηλώνονται 48 εκατομμύρια περιστατικά κοκίτη με 295.000 θανάτους, με το 90% των περιπτώσεων να καταγράφονται σε αναπτυσσόμενες χώρες.

Πριν από την ανακάλυψη του εμβολίου, η συχνότητα της νόσου ήταν 160 περιστατικά κάθε 100.000 χιλιάδες πληθυσμού και το 93% αφορούσε παιδιά κάτω των 10 ετών.

Από τη δεκαετία του 1940, οπότε και άρχισε να χορηγείται συστηματικά το εμβόλιο, τα περιστατικά ελαττώθηκαν, φτάνοντας το 1 κάθε 100.000 τη δεκαετία του 1970. Από το 1980 όμως, μέχρι και σήμερα υπάρχει μια μικρή αύξηση της συχνότητας, με μετακίνηση της μέσης ηλικίας των ασθενών προς τα πάνω.

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στις ΗΠΑ το 1934 καταγράφηκαν πάνω από 260.000 περιστατικά, ενώ το 1976 μόνο 1.010.

Το 2012 ωστόσο περισσότεροι από 48.000 άνθρωποι στις ΗΠΑ νόσησαν από κοκίτη. Η επανεμφάνιση της νόσου οφείλεται σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες στο αντιεμβολιαστικό κίνημα, που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε διεθνή υγειονομική απειλή.

Στην Ελλάδα την περίοδο 2004 με 2014 καταγράφηκαν 320 κρούσματα κοκίτη στη χώρα μας, με τελευταίο θανατηφόρο κρούσμα το 2016.

 Εμβόλιο κατά του κοκίτη

Το μικρόβιο του κοκίτη καλλιεργήθηκε και απομονώθηκε το 1906 από τους Βέλγους Jules Bordet (Nobel Ιατρικής 1919) και Octave Gengou οι οποίοι δημιούργησαν και το πρώτο εμβόλιο. Το μικρόβιο ονομάζεται και Bordatella Pertussis, από το όνομα του Bordet.

Η παραγωγή του ολοκυτταρικού εμβολίου εναντίον του κοκίτη άρχισε το 1926. Πολύ αργότερα, το 1940, συνδυάστηκε με τον τέτανο και τη διφθερίτιδα ως DTP.

Το πρώτο ακυτταρικό εμβόλιο δημιουργήθηκε το 1937 και χρησιμοποιήθηκε για πολλά χρόνια στην Αμερική με επιτυχία 94%.

Το 1981 παρασκευάστηκε στην Ιαπωνία ένα νέο ακυτταρικό εμβόλιο, (Japanese whooping cough vaccine) προκάλεσε όμως το θάνατο σε αρκετούς και εγκαταλείφτηκε.

Το Δεκέμβριο του 1991 παρασκευάστηκε και εγκρίθηκε από την FDA το ακυτταρικό εμβόλιο κατά του κοκίτη Acel-Imune, τον Ιούλιο του 1996 το Tripedia και τον Ιανουάριο 1997 το Infanrix.

Όλα χορηγούνται πάντα σε συνδυασμό με τον τέτανο και τη διφθερίτιδα (DΤaP, Tdap). Επειδή η ανοσία από το εμβόλιο διαρκεί μόνο μερικά χρόνια παρατηρήθηκε αύξηση των περιστατικών κοκίτη στους εφήβους και ενήλικες, οι οποίοι με τη σειρά τους μόλυναν τα βρέφη και τα παιδιά.

Αυτό οδήγησε τη Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας στο να εισηγηθεί τη δημιουργία νέου εμβολίου για μεγαλύτερες ηλικίες.

Το νέο εμβόλιο που δημιουργήθηκε περιλαμβάνει το συνδυασμό Td τύπου ενήλικα (με λιγότερα αντιγόνα διφθερίτιδας) και του ακυτταρικού κοκίτη (Boostrix Tdap). Εγκρίθηκε από την FDA το Μάιο του 2005 για τις ηλικίες 10-18 ετών και το Δεκέμβριο του 2008 για τις ηλικίες 10-64 ετών.

Επίσης, τον Αύγουστο του 2005 εγκρίθηκε από την FDA και το εμβόλιο Adacel για τις ηλικίες 11-64 ετών.

Πηγή: Σύντομη Ιστορία των Εμβολίων, Δρ Νίκος Περσιάνης, Παιδίατρος, Παιδιατρική Εταιρεία Κύπρου,  www.child.org.cy