“Οι λέξεις είναι το καλύτερο φάρμακο: Επικοινωνία με επίκεντρο τον ασθενή”. Άρθρο της Έφης Σίμου: PhD. Eρευνήτρια. Τομέας Επιδημιολογίας και Βιοστατιστικής. Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας

26-12-2016

H επικοινωνία βρίσκεται στην καρδιά της ανθρώπινης ύπαρξης μας. Είναι το μέσο και η διαδικασία για να ανταλλάζουμε πληροφορίες και συμβολικά μηνύματα, να μάθουμε, να κατανοήσουμε, να επηρεάσουμε τους άλλους, να επιβάλλουμε τις απόψεις μας, να διευρύνουμε το οπτικό μας πεδίο, να δούμε τον κόσμο μέσα από τα μάτια των άλλων και κυρίως να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα τον εαυτό μας και τους άλλους.

Τα τελευταία χρόνια τόσο στην επιστημονική κοινότητα, όσο και σε συλλόγους ασθενών αναδύεται η ρητορική ότι μέρος της ιατρικής κοινότητας έχει απολέσει την ικανότητα να βλέπει τους ασθενείς στα μάτια, να αφουγκράζεται τα προβλήματα, τους φόβους και τις ανησυχίες τους.

Η επικοινωνία γενικότερα και η συνομιλία ειδικότερα έχει τη δυνατότητα να είναι επιβλαβής ή θεραπευτική, αληθινή ή υποκριτική, αποτυχημένη ή επιτυχημένη ως προς την επίτευξη των επικοινωνιακών στόχων. Επιτυχημένη διαχείριση των συμπτωμάτων μιας ασθένειας προϋποθέτει αποτελεσματική διαπροσωπική επικοινωνία μεταξύ του ασθενούς και των επαγγελματιών υγείας. Επιτυχία σημαίνει ότι ο ασθενής και οι επαγγελματίες υγείας έχουν αναπτύξει σχέσεις εμπιστοσύνης και αμοιβαίας κατανόησης, οι οποίες επιτρέπουν στον ασθενή να είναι πλήρως ενημερωμένος και εκπαιδευμένος αναφορικά με τη φύση και την έκβαση της κατάστασης του, αλλά και για τις διαφορετικές εναλλακτικές που είναι διαθέσιμες για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της ασθένειας του. Επιτυχία σημαίνει ότι επιτρέπεται στον ασθενή να συμμετέχει ενεργά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και θεραπευτικών προσεγγίσεων, οι οποίες, μέσω της αποτελεσματικής διαχείρισης των συμπτωμάτων του θα τον επαναφέρουν στην κατάσταση της πλήρους υγείας

H επικοινωνία είναι βασική παράμετρος σε κάθε δυνατή σχέση και η αποτελεσματική επικοινωνία με επίκεντρο τον ασθενή είναι το κλειδί για την ποιοτική φροντίδα. Η καλή επικοινωνία είναι τόσο μια ηθική επιταγή, απαραίτητη για την ενημερωμένη συγκατάθεση και αποτελεσματική συμμετοχή των ασθενών, όσο και ένα μέσο για την αποφυγή λαθών στη διάγνωση, στη διαχείριση των συμπτωμάτων και στη  βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Επιπλέον, η επικοινωνία με επίκεντρο τον ασθενή είναι ηθικά και κοινωνικά σημαντική και μπορεί να οδηγήσει στην άμβλυνση των ανισοτήτων στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.

Πολλοί ασθενείς δυσκολεύονται να κατανοήσουν βασικές πληροφορίες, αναφορικά με την ασθένεια, οι οποίες είναι απαραίτητες για τη λήψη αποφάσεων με σκοπό την προάσπιση της υγείας τους. Πρόσφατη έρευνα αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια μια ιατρικής επίσκεψης, ο γιατρός διακόπτει τον ασθενή του κατά μέσο όρο κάθε 18 sec, ενώ πολλές μελέτες συνηγορούν ότι οι ασθενείς θυμούνται, κατανοούν και είναι σίγουροι για το τι θα πρέπει να κάνουν σε ποσοστό 50%. Ερευνητές έχουν συνδέσει την κακή επικοινωνία με λανθασμένες διαγνώσεις, περιττές διαγνωστικές εξετάσεις και αδυναμία ασθενών να ακολουθήσουν αποτελεσματικά την προτεινόμενη θεραπευτική αγωγή.

Η ανάπτυξη δεξιοτήτων επικοινωνίας επιτρέπει στους επαγγελματίες υγείας την οικοδόμηση σχέσεων σεβασμού, καθώς και την βελτίωση της έκβασης μιας θεραπείας, αλλά και την αύξηση του γοήτρου και της επαγγελματικής ικανοποίησης των επαγγελματιών υγείας που εμπλέκονται στη διαχείριση και τη θεραπευτική φροντίδα της νόσου. Η απώλεια του επαγγελματικού γοήτρου, πολλές φορές δεν αποτελεί υπαιτιότητα των επαγγελματιών υγείας, αλλά υποπροϊόν ενός τοξικού υγειονομικού περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο καλούνται να δράσουν και της εκτεταμένης καθεστηκυίας νοοτροπίας, η οποία εστιάζει στην προσήλωση στην ποσότητα και όχι στην ποιότητα.

Παρότι οι συνθήκες και τα μέσα στην υγειονομική περίθαλψη αλλάζουν με ταχείς ρυθμούς, η ιατρική εκπαίδευση παραμένει απελπιστικά παραδοσιακή ως προς τις διεπιστημονικές προσεγγίσεις και επικεντρώνεται εν πολλοίς στη σόλο διδασκαλία της μονόπλευρης ιατρικής προσέγγισης εκπαιδεύοντας τους γιατρούς σε ενδελεχείς λεπτομέρειες αναφορικά με τη διάγνωση και τη θεραπευτική ή χειρουργική παρέμβαση.

 Όμως ακόμα και ο διασημότερος γιατρός του πλανήτη, ο Dr House, παρότι είναι ικανός να διαγνώσει με ακρίβεια και μαεστρία και την πιο σπάνια ασθένεια, παρουσιάζεται σε επικίνδυνο βαθμό προβληματικός να επικοινωνήσει αποτελεσματικά με τους συναδέλφους του, το νοσηλευτικό προσωπικό, τους ασθενείς τους, δηλαδή με όλους, γεγονός που προκαλεί τις απελπισμένες παρεμβάσεις της διοικητικής διευθύντριας της κλινικής, η οποία προσπαθεί,  να βελτιώσει τις διαπροσωπικές σχέσεις των εργαζομένων στην εν λόγω κλινική. Σας θυμίζει κάτι οικείο η παραπάνω περιγραφή, κάτι που το έχετε ήδη ζήσει;  Οχι δεν είναι deja vu. Λένε όμως ότι ακόμα και το καλύτερο σενάριο ξεπερνάει σε φαντασία την κανονική ζωή. Τα παραπάνω αποτελούν διαπιστώσεις που παρότι εμπίπτουν στην σφαίρα της μυθοπλασίας, μπορούν εύκολα να αναζητηθούν και να έχουν εφαρμογή ανάμεσα στα μεγαλύτερα μυαλά της ιατρικής κοινότητας. Όμως υπάρχουν και καλά νέα. Τα καλά νέα είναι ότι στη διεθνή επιστημονική κοινότητα βλέπουμε νέα μοντέλα στην ιατρική εκπαίδευση, τα οποία είναι περισσότερο ευέλικτα στη διεπιστημονική προσέγγιση και στην ενσωμάτωση θεωριών επικοινωνίας, ακόμα και μορφών τέχνης στη θεραπεία και στην αποκατάσταση των ασθενειών.

Νομίζω ότι ήρθε η ώρα να το παραδεχτούμε. Οι γιατροί θα πρέπει να ακούνε περισσότερο, να διακόπτουν λιγότερο, να καθοδηγούν τη συζήτηση και κυρίως να εξηγούν περισσότερα στους ασθενείς τους. Θα πρέπει επίσης να κάνουν τις σωστές ερωτήσεις στους ασθενείς, να τους παροτρύνουν να περιγράψουν όσο το δυνατόν καλύτερα τα συμπτώματα της ασθένειας και να δίνουν τις πληρέστερες απαντήσεις που θα καθησυχάσουν την αγωνία και την αβεβαιότητα της ασθένειας. Θα πρέπει επίσης να ελέγχουν, αν όλα όσα είπαν έγιναν αντιληπτά από τους ασθενείς και ο καλύτερος τρόπος να το κάνουν αυτό είναι να ζητήσουν από τους ασθενείς να περιγράψουν μόνοι τους με δικά τους λόγια τι έχουν καταλάβει.

Παρόλα αυτά δεν ζούμε σε ένα ιδεατό κόσμο. Ζούμε σε ένα σύστημα υγείας, στο οποίο τα νοσοκομεία έχουν εξαϋλωθεί από ανθρώπινους και υλικούς πόρους και σε ένα σύστημα υγείας, στο οποίο ο γιατρός έχει να παλέψει με πολλαπλές ανεπάρκειες και επιπλέον με το “τέρας” της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, που εισέβαλε στη ζωή του ξαφνικά, απρόβλεπτα και χωρίς χρόνο φιλικής προσαρμογής και το οποίο απαιτεί να βλέπει περισσότερη ώρα την οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή για να καταγράψει πληροφορίες και συνταγές παρά το πρόσωπο του ασθενή του. Ζούμε σε ένα κόσμο που ο γιατρός θα πρέπει να παλέψει με το χρόνο ενάντια στην ποιότητα, που αντί να καθησυχάσει τον ασθενή, μάχεται να βρει το φάρμακο που δεν εμπίπτει σε παρατυπίες θεραπευτικών πρωτοκόλλων ή υπερ -συνταγογράφησης, παρατυπίες που μπορεί να τον οδηγήσουν σε πρόστιμο ή στην μαύρη λίστα με τους γιατρούς που θα διαπομπευτούν ως διαφθαρμένοι του συστήματος.

Βρισκόμαστε μπροστά σε μια παθογένεια, αλλά αν πρέπει να πάρουμε μια απόφαση αυτή θα πρέπει να είναι πάντα υπέρ του ασθενούς. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αναζητήσουμε τις τεχνικές που θα κάνουν την διαπροσωπική επικοινωνία με τον ασθενή καλύτερη, θα αυξήσουν την ικανοποίηση των ασθενών, τη συμμόρφωση με τις προβλεπόμενες θεραπείες και θα μειώσουν τον κίνδυνο ιατρικών σφαλμάτων.

Οι πραγματικά επιτυχημένες ασθενοκεντρικές στρατηγικές εστιάζουν στις σχέσεις συνεργασίας μεταξύ γιατρών και ασθενών και όχι απλά στη συμπεριφορά μόνο των ασθενών. Ας σκεφτούμε πόσο ανίσχυρος μπορεί να αισθάνεται ένας ασθενής μπροστά στην απειλή της ασθένειας. Ας σκεφτούμε πόσο προβληματική μπορεί να αποβεί η άγνοια ή ακόμα χειρότερα η υπεροψία της άγνοιας. Ένας γιατρός που δεν είναι φιλικός με τον ασθενή, αλλά οχυρώνεται πίσω από το τοίχος της επιστημονικής του αυθεντίας μπορεί να κάνει τον ασθενή να κλείσει το στόμα του. Όταν ο ασθενής παραμένει σιωπηλός είναι αδύνατο να γνωρίζουμε τι έχει στο μυαλό του. Το να γνωρίζουμε τι έχει ο ασθενής στο μυαλό του είναι ζωτικής σημασίας για την ακριβή διάγνωση της νόσου, καθώς και για τη συμμόρφωση στη θεραπεία και καθώς βρισκόμαστε πλέον στην εποχή της εξατομικευμένης ιατρικής θα πρέπει να διδάξουμε τους ασθενείς τον τρόπο να εκφράζουν τις απορίες τους και να κάνουν τις σωστές ερωτήσεις. Πολλές φορές είναι πιο σημαντικό να μάθουμε τον τρόπο, ώστε να θέτουμε τα σωστά ερωτήματα παρά να δίνουμε τις σωστές ή τις τέλειες απαντήσεις.