Συνήγορος του Πολίτη: 936 νέες αναφορές για διακρίσεις – Το 59% λόγω φύλου, μία στις 5 λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης

13-11-2023

Σε 936 ανέρχονται οι νέες αναφορές για υποθέσεις διακρίσεων που έλαβε ο Συνήγορος του Πολίτη κατά το 2022. Το 80% είναι αναφορές κατά φορέων και υπηρεσιών του Δημοσίου και το 20% κατά ιδιωτών. Το 59% των αναφορών αφορούν διακρίσεις λόγω φύλου, το 21% διακρίσεις λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης. Το 6% λόγω οικογενειακής κατάστασης, το 5% λόγω ηλικίας, το 3% διακρίσεις λόγω θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, το 2% λόγω φυλής ή χρώματος, το 2% λόγω εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής και 2% λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου και κοινωνικής κατάστασης. Τα παραπάνω στοιχεία περιλαμβάνονται σην Ειδική Έκθεση Ίσης Μεταχείρισης για το 2022 που έδωσε στη δημοσιότητα ο Συνήγορος του Πολίτη. Η θεματική κατανομή των αναφορών για διακρίσεις που έλαβε ο Συνήγορος κατά το 2022 είναι, για άλλη μία χρονιά ετεροβαρής: καταγγελίες για διάκριση λόγω φύλου αντιστοιχούν στις μισές επί του συνόλου των αναφορών, ενώ η αναπηρία αναδεικνύεται ως λόγος διάκρισης στο 1/5 αυτών. Ακολουθούν αντιπροσωπευτικές υποθέσεις διακρίσεων:

Σεξουαλική παρενόχληση

Εργαζόμενη, υπάλληλος σε βιοτεχνία, προσέφυγε στην αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας καταγγέλλοντας ότι υπέστη σεξουαλική παρενόχληση από πρόσωπο που ασκεί εργοδοτικές εξουσίες στην επιχείρηση. Η εργαζόμενη, αναφέρθηκε σε συγκεκριμένη παρενοχλητική συμπεριφορά σεξουαλικού χαρακτήρα και ισχυρίστηκε ότι η άρνησή της να ενδώσει στις σεξουαλικές επιθυμίες του καταγγελλόμενου είχε σαν αποτέλεσμα τη μετακίνηση της σε υποδεέστερη θέση εργασίας, τη συστηματική άσκηση λεκτικής και ψυχολογικής βίας σε βάρος της και τελικά την απόλυσή της. Προς απόδειξη των ισχυρισμών της προσκόμισε σχετικά μηνύματα sms που αντάλλαξε με συναδέλφους της, ιατρική γνωμάτευση ψυχιάτρου-ψυχοθεραπεύτριας από την οποία προκύπτει ότι εμφάνισε συνοδή ψυχοσωματική συμπτωματολογία μετά από ψυχοπιεστικά γεγονότα στον εργασιακό της χώρο και ένορκη κατάθεση πρώην εργαζόμενης στην επιχεί ρηση, ότι είχε υποστεί και η ίδια επανειλημμένως σεξουαλική παρενόχληση από τον καθ’ ου η καταγγελία. Ο Συνήγορος του Πολίτη, με επίκληση των ως άνω στοιχείων, επισήμανε στην επιχείρηση ότι, σύμφωνα με τον νόμο (άρθρο 24 του Ν. 3896/2010) φέρει το βάρος να αποδείξει ότι δεν έλαβαν χώρα τα καταγγελθέντα περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης, και πάντως να προσκομίσει στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι προέβη σε κάθε απαραίτητη ενέργεια για την αποκατάσταση του ομαλού εργασιακού κλίματος στο πλαίσιο εκπλήρωσης της υποχρέωσης πρόνοιας του εργοδότη. Η εργοδοτική πλευρά -μετά από επανειλημμένες οχλήσεις της Αρχής – αρνήθηκε τα καταγγελθέντα στο σύνολό τους, δήλωσε ότι όλοι οι απασχολούμενοι στην επιχείρηση είναι στη διάθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για να εξεταστούν ως μάρτυρες και ζήτησε την απόρριψη της αναφοράς της προσφεύγουσας. Η έρευνα διακόπηκε υποχρεωτικά, σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 7 ν. 3896/2010, λόγω άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος του καταγγελλόμενου (υπόθεση 309184).

Αναπηρία ή Χρόνια Πάθηση

Υπάλληλος με σύμβαση ΙΔΑΧ σε φορέα του Δημοσίου, προσέφυγε στο Συνήγορο καταγγέλλοντας ότι αφού διαγνώστηκε με πολλαπλή σκλήρυνση, η υπηρεσία της την αντιμετώπισε με απαξιωτικό και εχθρικό τρόπο. Συγκεκριμένα, ισχυρίστηκε ότι της αφαιρέθηκε το μεγαλύτερο μέρος των καθηκόντων της, ενώ της ζητήθηκε να μεταφερθεί από το γραφείο της, σε χώρο με συνθήκες ιδιαίτερα επιβαρυντικές για την κατάσταση της υγείας της. Από τη διερεύνηση προέκυψαν ενδείξεις για πιθανή διάκριση λόγω της αναπηρίας της εργαζόμενης. Σε εφαρμογή της αρχής αντιστροφής του βάρους απόδειξης, ο Συνήγορος ζήτησε από την υπηρεσία συγκεκριμένα στοιχεία σε αντίκρουση των ισχυρισμών της εργαζόμενης. Ο φορέας παρέθεσε τους λόγους που επέβαλαν τη μετακίνηση της εργαζόμενης σε άλλο γραφείο και ενημέρωσε την Αρχή για τα πρακτικά μέτρα προσαρμογής που έλαβε για τη διευκόλυνσή της στο νέο της γραφείο (εγγύτητα με τις τουαλέτες και τοποθέτηση κλιματιστικού). Τέλος, προσκόμισε στοιχεία από τα οποία προέκυψε ότι οι αλλαγές στα καθήκοντα της εργαζόμενης έγιναν για λόγους που δεν σχετίζονται με την πάθησή της. Τα στοιχεία που προσκομίστηκαν κρίθηκε ότι συνιστούν επαρκή αντίκρουση (υπόθεση 312622).

Ταυτότητα φύλου

Ο Συνήγορος διερεύνησε, κατόπιν αναφοράς από το Σωματείο Υποστήριξης Διεμφυλικών, τον αποκλεισμό των διεμφυλικών υποψηφίων από την εισαγωγή τους στις Σχολές Αξιωματικών και Αστυφυλάκων της Ελληνικής Αστυνομίας. Ο αποκλεισμός των συγκεκριμένων υποψήφιων γίνεται στο πλαίσιο εφαρμογής για την εισαγωγή στις Αστυνομικές Σχολές του ΠΔ 11/2014 που κατηγοριοποιεί τη διεμφυλικότητα στις ψυχικές παθήσεις και, ειδικότερα, στις ψυχοσεξουαλικές διαταραχές, ως «διαταραχή ταυτότητας φύλου». Κατόπιν διαμεσολάβησης επί τετραετία για την υπόθεση και έχοντας εξαντλήσει τα μέσα παρέμβασης που εκ του νόμου διαθέτει, ο Συνήγορος εκπόνησε πόρισμα προς τους Υπουργούς Προστασίας του Πολίτη και Εθνικής Άμυνας, καθώς και το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας και το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας, καταλήγοντας ότι: α) Σύμφωνα με τις επικαιροποιημένες, διεθνούς αποδοχής και εφαρμογής επιστημονικές θέσεις, η διεμφυλικότητα δεν αποτελεί διαταραχή ψυχιατρικής φύσεως, αλλά ούτε και αναπηρία ή χρόνια πάθηση, β) Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας δεν αιτιολόγησαν επαρκώς, κατά τις διατάξεις του ν.4443/2016, άρθρο 4, παρ. 1, τη θέση τους ότι τα διεμφυλικά άτομα, αυτοδικαίως και ανεξαρτήτως εξατομικευμένης εξέτασης της κατάστασης της υγείας τους και κρίσης των σωματικών τους επιδόσεων, αδυνατούν να ασκήσουν τα καθήκοντα του αστυνομικού. Σημειωτέων ότι οι υποψήφιοι /-ες για τις Αστυνομικές Σχολές εξετάζονται ατομικά για την κατάσταση της υγείας τους και κρίνονται ως προς τις σωματικές τους επιδόσεις στις προβλεπόμενες αθλητικές δοκιμασίες, γ) Ο αποκλεισμός των διεμφυλικών ατόμων από την εισαγωγή τους στις Αστυνομικές Σχολές, μόνο λόγω της διεμφυλικότητάς τους και άνευ εξατομικευμένης εξέτασης της γενικής κατάστασης της υγείας τους και κρίσης των σωματικών τους επιδόσεων με αθλητική δοκιμασία, αποτελεί άμεση διάκριση εις βάρος των ατόμων αυτών και παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως ταυτότητας φύλου κατά την πρόσβαση στην απασχόληση και την εργασία, όπως αυτή προβλέπεται στις διατάξεις του Νόμου 4443/2016 και της Οδηγίας αρ. 2000/78/ΕΚ (υπόθεση 245851).