Θεόδωρος Τρύφων: “Σε δύο χρόνια δεν θα έχουμε ελληνικό φάρμακο αν η κυβέρνηση συνεχίσει να υποκλίνεται στην λογική της τρόϊκας”

26-12-2016

Aν δεν σταματήσει η ανεξέλεγκτη μείωση των τιμών των φθηνών φαρμάκων και δεν εφαρμοστεί μια πολιτική γενοσήμων που να εξαλείψει την δραστική και να παρέχει κίνητρα στον φαρμακοποιό και τον ιατρό, το ελληνικό φάρμακο θα αντιμετωπίσει πρόβλημα επιβίωσης επισημαίνει ο κ. Θεόδωρος Τρύφων, αντιπρόεδρος της ΠΕΦ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ TIMETV και στον Σπύρο Κτενά
 

Καταπέλτης εναντίον των επιλογών της κυβέρνησης στον τομέα της φαρμακευτικής πολιτικής εμφανίζεται σε συνέντευξή του στην διαδικτυακή τηλεόραση Timetv ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας. Ο κ. Θεόδωρος Τρύφων, αντιπρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας και αντιπρόεδρος και συνδιευθύνων σύμβουλος της ELPEN σε αποκαλυπτική συνέντευξή του στο Τimetv  επισημαίνει τον κίνδυνο το ελληνικό φάρμακο να αντιμετωπίσει πρόβλημα επιβίωσης στα επόμενα δύο χρόνια αν οι κυβερνητικές επιλογές συνεχίσουν να κινούνται στην λογική της Τρόϊκας που χτυπούν την εγχώρια βιομηχανία προς όφελος ξένων πολυεθνικών συμφερόντων.

Ενώ η κυβέρνηση αναγνωρίζει στα λόγια την σημασία της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας συμβιβάζεται με την λογική αυτή να κατέχει μόνον το 17% ενώ με ελάχιστες διαρθρωτικές παρεμβάσεις θα μπορούσε να την οδηγήσει αρχικά στο 34%

Σύμφωνα με τον κ. Τρύφων η εμμονή της κυβέρνησης να θέτει την χαμηλότερη τιμή ως μοναδικό κριτήριο στην άσκηση της πολιτικής της για την φαρμακευτική δαπάνη, τα εμπόδια στην έγκριση των ελληνικών φαρμάκων και η μη στήριξη των ποιοτικών γεννοσήμων δημιουργεί αξεπέραστες δυσκολίες για το ελληνικό φάρμακοστην αγορά.

Ας παρακολουθήσουμε, όμως, τον κ. Τρύφων ο οποίος μεταξύ άλλων επισημαίνει ότι ενώ οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες επένδυσαν σημαντικά κεφάλαια μέσα στην κρίση, δημιουργώντας νέες παραγωγικές εγκαταστάσεις και αυξάνοντας σε πολλές περιπτώσεις την απασχόληση, δεν έτυχαν ωστόσο της δέουσας προσοχής από την Πολιτεία.

Κύριε Τρύφων η μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης από τα 6,5 στα 2 δισ. ευρώ, που έχει οδηγήσει τη χώρα μας σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες;

Η θέση της Ελλάδας σε σύγκριση με τον μέσο όρο των ευρωπαϊκών χωρών είναι 30% χαμηλότερο στον τομέα της υγείας και του φαρμάκου. Αυτή τη στιγμή η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη καλώς ή κακώς – κακώς κατά την γνώμη μας – η Ελλάδα μέσω των υπουργείων Οικονομίας και Υγείας και η τρόϊκα έχουν συμφωνήσει να είναι της τάξεως των δύο δισ. ευρώ για φάρμακα του ΕΟΠΠΥ. Το ποσό αυτό είναι 30% χαμηλότερο από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Σε μια περίοδο, που η κρίση δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα υγείας, η δημόσια δαπάνη υγείας θα περίμενε κανείς να υπερβαίνει τον μέσο ευρωπαϊκό όρο…

Σε μια χώρα που αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα και που είναι σε μνημόνιο, όπως η Ελλάδα, καταλαβαίνουμε ότι πρέπει να υπάρχουν περικοπές στις δαπάνες, όμως αυτές δεν πρέπει να είναι εις βάρος των ασθενών και των στοιχειωδών υπηρεσιών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης που πρέπει να απολαμβάνουν. Για εμάς, με βάση το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι σε ύφεση θα έπρεπε να είναι κατ’ ελάχιστον 2,2 δισ. ευρώ.  Αυτά τα 200 εκατ. ευρώ θα λείψουν από το σύστημα υγείας, γεγονός που θα δημιουργήσει προβλήματα στην πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακα. Από την άλλη  οι φαρμακευτικές βιομηχανίες θα κληθούν να πληρώσουν υπέρογκα χαράτσια και επιστροφές.

Την περίοδο της κρίσης και παρά τις δυσκολίες που υπήρχαν στην οικονομία, οι ελληνικές βιομηχανίες συνέχισαν να επενδύουν και να υλοποιούν νέα επενδυτικά προγράμματα τόσο στην παραγωγή όσο και στην έρευνα. Θα θέλαμε να μας δώσετε μια εικόνα αυτών των κινήσεων.

Το πρώτο που έχω να πω είναι ότι οι ελληνικές φαρμακευτικές βιομηχανίες λειτουργούν με έναν μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε υποχρεωμένοι να έχουμε σχεδιασμό ώστε να μπορούμε να αντέχουμε σε πολύ δύσκολες καταστάσεις και περιόδους όπως είναι η τωρινή. Αυτό βεβαίως δεν γίνεται με κάποιο μαγικό τρόπο. Είναι αποτέλεσμα καλής οικονομικής διαχείρισης, σχεδιασμού σε νέα προϊόντα, σχεδιασμού για επέκταση και στο εξωτερικό και βέβαια καλής γνώσης της αγοράς. Οι 6 -7 ελληνικές βιομηχανίες που αντέχουν μέσα στην Ελλάδα και αναπτύσσονται στο εξωτερικό, έχουν ακριβώς αυτό το μείγμα, έχουν, δηλαδή, καλή οικονομική διαχείριση και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Γίνεται λόγος για οικογενειακές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται για 30, 40, 50 χρόνια στον χώρο. Ξέρετε, έχουμε ζήσει και άλλες δύσκολες περιόδους, γεγονός που μας οδήγησε στην απόφαση υλοποίησης ενός σχεδίου δράσης τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Αυτό μας κράτησε. Παρόλα αυτά, πρέπει να τονίσω το εξής, οι ελληνικές βιομηχανίες έχουμε – και πριν και τώρα – γύρω στο 17%-18% της αγοράς. Αυτό είναι κάτι το οποίο σε μια πολύ μικρότερη – σε σχέση με το παρελθόν – εγχώρια αγορά φαρμάκου, δημιουργεί μια πολύ σημαντική μείωση τζίρου, με αποτέλεσμα οι εταιρείες να έχουμε μικρότερες δυνατότητες, χαμηλότερη ρευστότητα και λιγότερα κεφάλαια για επενδύσεις, ανάπτυξη και έρευνα. Το περιβάλλον κάθε χρόνο γίνεται όλο και πιο δύσκολο λόγω του ότι αφαιρούνται πάρα πολλά χρήματα από κάθε εταιρεία. Τα χρήματα αυτά θα έπρεπε να κατευθύνονται όχι κατ΄ ανάγκην σε ελληνικές βιομηχανίες αλλά σε ελληνικά ποιοτικά φάρμακα που παράγει η ελληνική βιομηχανία.

Γιατί όχι όμως και σε ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις που εν πάσει περίπτωση στηρίζουν και την απασχόληση;

Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ να απαντήσω. Αυτό, όμως, το οποίο λέω και το λέω πάρα πολύ ξεκάθαρα είναι ότι εμείς δεν έχουμε κάποια υποστήριξη μέσα στην χώρα μας. Αντιθέτως δύο – τρία συγκεκριμένα γεγονότα των τελευταίων ετών αποδεικνύουν ότι όχι μόνο δεν προστατεύεται η ελληνική φαρμακοβιομηχανία αλλά αντιθέτως πολεμιέται!  Δυστυχώς στην Ελλάδα λειτουργεί ένα καθεστώς προστασίας ακριβών φαρμάκων και προτίμησης εισαγόμενων γενοσήμων….

Πριμοδοτούνται δηλαδή τα εισαγόμενα;

Όλα τα εισαγόμενα. Και μιλάω πολύ συγκεκριμένα, με παραδείγματα και στοιχεία. Λέω το εξής ότι δεν είναι δυνατόν σε μια χώρα η οποία είναι σε κρίση και σε ύφεση και η οποία προσπαθεί να ισοσκελίσει τα οικονομικά των ταμείων να έχουμε μειώσεις τιμών οι οποίες είναι κατά μέσον όρο 50-60% την τελευταία 4ετία στα φθηνά φάρμακα και 15-20% στα ακριβά!!!  Στο τελευταίο δελτίο τιμών μπορώ να σας πω ότι τα φθηνά φάρμακα και τα γενόσημα φάρμακα τον Ιανουάριο του 2014 μειώθηκαν μεσοσταθμικά 10% και τα φάρμακα τα ακριβά μειώθηκαν 2%. Αυτό είναι ένα τεράστιο… παράδοξο – για να μην χρησιμοποιήσω άλλους όρους – και σαφέστατα δεν συντελεί στην εξοικονόμηση των ταμείων, δεν συνάδει με την εφαρμογή μιας εθνικής πολιτικής, συντελεί απλώς στο να μοιράζει την πίτα μέσα στην αγορά μέ έναν άλλο τρόπο.

Δεύτερο παράδειγμα. Υπάρχει ένα σύστημα αδειοδότησης το οποίο έμμεσα – σαφώς χωρίς να είναι θελημένοω- πριμοδοτεί ένα εισαγόμενο γενόσημο, σε βάρος του αντίστοιχου ελληνικού. Όταν εμείς καταθέτουμε στον ΕΟΦ μια αίτηση για κυκλοφορία ενός νέου φαρμάκου – με εθνική διαδικασία –  απαιτούνται γύρω στα 2 με 2,5 χρόνια. Κι αυτό στην καλύτερη περίπτωση ακόμα και αν ο φάκελος είναι πλήρης. Αντιθέτως,  το εισαγόμενο γενόσημο παίρνει άδεια κυκλοφορίας 8 με 9 μήνες…

Το θέμα έχει τεθεί στην πολιτική ηγεσία; Ποια είναι η απάντησή της;

Τίθεται διαρκώς τα τελευταία 10 χρόνια. Είμαστε αγκυλωμένοι στο ότι δεν μπορούν να γίνουν προσλήψεις στον ΕΟΦ αλλά ακόμα και πολλές φορές η αξιολόγηση και να δοθούν κίνητρα στο υπάρχον υπο-στελεχωμένο δυναμικό, που λειτουργεί πολλές φορές με ηρωϊκές συνθήκες να βγάλει τον πολύ φορτωμένο όγκο. Είναι αλήθεια ότι ο ΕΟΦ έχει έναν πολύ αυξημένο όγκο εργασιών αφού έχει πάρει πάνω του πάρα πολλά πράγματα που έχουν σχέση με τιμές φαρμάκων, λίστα φαρμάκων, με δευτεροβάθμιες επιτροπές. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα αναγκάζεται να συμμετέχει σε κάποια συστήματα εγκρίσεων του εξωτερικού που θα είναι μια χώρα που πρέπει να απαντάει σε διάφορα θέματα που έρχονται, φαρμακοεπαγρυπνήσεις κλπ. Όλα αυτά κάνουν τον ΕΟΦ να έχει σήμερα 3πλάσιο και 4πλάσιο όγκο σε σχέση με  πριν από  6 – 7 χρόνια και με το ένα τρίτο του προσωπικού.

Και ξέρετε είναι επίσης απαράδεκτο το γεγονός ότι οι εταιρείες πληρώνουμε παράβολα, – χρηματοδοτούμε δηλαδή από μόνοι μας τον ΕΟΦ -,  και αντί αυτά τα χρήματα να πηγαίνουν στον ΕΟΦ και να έχουν ανταποδοτικό χαρακτήρα πηγαίνουν στα δημόσια ταμεία,  …υπέρ πίστεως κα πατρίδος δηλαδή.

Πρόκειται λοιπόν για τεράστιο το πρόβλημα που δεν έχει σχέση με οικονομική δυσπραγία της Ελλάδας, αλλά είναι κλασσικά διαρθρωτικό μέτρο το οποίο πρέπει να λυθεί, για να έχει η Ελλάδα φθηνότερα φάρμακα από ελληνικές εταιρείες μέσα στην αγορά.

Πάντως, υπάρχει μια αναντιστοιχία: ενώ το Ελληνικό φάρμακο κατέχει μόνο το 17% της αγοράς,  στο επίπεδο της απασχόλησης και των επενδύσεων κατέχει ένα πολύ υψηλότερο ποσοστό.

Έχουμε περίπου το 55% των θέσεων εργασίας. Έχουμε περίπου το 1% των νέων επενδύσεων σε παραγωγή και έρευνα απλούστατα διότι οι πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρείες έχουν κάποιες κεντρικές μονάδες κυρίως στην Ασία και έχουν ουσιαστικά πάρει όλη την παραγωγή από την Ελλάδα.

Ο κλάδος του φαρμάκου είναι ο δεύτερος ισχυρότερος κλάδος στο επίπεδο των εξαγωγών.

Σαφέστατα και δυστυχώς το κράτος έχει τεράστια διαρροή πόρων από τα ταμεία του προς το εξωτερικό. Και αυτό είναι κάτι το οποίο είναι σε αναντιστοιχία με το γεγονός ότι έχουμε κρίση. Η ελληνική κυβέρνηση – ειδικά το τελευταίο 12μηνο -, έχει κατ’ επανάληψη τονίσει ότι η φαρμακευτική βιομηχανία είναι ένας από του εννέα κλάδους ανάπτυξης για τα επόμενα 10-15 χρόνια. Ένας από τους κλάδους που θα βοηθήσουν να βγει η χώρα άμεσα από την κρίση

Στο επίπεδο των άμεσων διαρθρωτικών μέτρων, που θεωρείτε αναγκαία να προωθηθούν από την κυβέρνηση και τον νέο πολιτικό προϊστάμενο του τομέα της υγείας, ποια έχουν την πρώτη προτεραιότητα;

Ακούστε έχουμε, θέσει προς συζήτηση στον υπουργό Υγείας κ. Βορίδη, το εξής πλαίσιο.  Έχουμε πει ότι εφόσον η φαρμακευτική δαπάνη του ΕΟΠΥΥ είναι πολύ χαμηλή πρέπει να επιταχυνθούν άμεσα οι διαρθρωτικές κινήσεις και αλλαγές στον χώρο του φαρμάκου. Και μιλάω πάρα πολύ συγκεκριμένα: μέχρι στιγμής η εξοικονόμηση από τα πολύ υψηλά επίπεδα του 2009 μέχρι τώρα – σύμφωνα με την τελευταία μελέτη του IMS –  έχει προέλθει κατά 83% από την μείωση των τιμών και κατά 17% από παρεμβάσεις σε άλλα θέματα προσφοράς και ζήτησης.

Άρα έχει εξαντληθεί η δύναμη της μείωσης των τιμών των φαρμάκων;

Όχι μόνο έχει εξαντληθεί αλλά η μείωση των τιμών έχει αρχίσει να δημιουργεί τεράστιες παρενέργειες. Δεν χωρά αμφιβολία ότι πρόκειται πλέον για ένα λάθος μέτρο. Άλλο το να κάνεις 50%-50%, δηλαδή 50% μείωση τιμών και 50% διαρθρωτικές παρεμβάσεις, όπως γίνεται παντού σε όλη την Ευρώπη και άλλο να οδηγηθείς σε μια λογική το 83% της  συνολικής μείωσης της δαπάνης να προέλθει από την μείωση της τιμής των φαρμάκων. Η απόφαση αυτή δημιουργεί στρεβλώσεις διότι κάποια φάρμακα τα ευνοεί διότι μειώνονται πολύ λιγότερα από κάποια άλλα. Δεύτερον, κάποια φάρμακα – οι τιμές των οποίων έχουν μειωθεί – φεύγουν από την αγορά και υποκαθίστανται από άλλα ακριβότερα και τρίτον δημιουργεί «φάρμακα δύο ταχυτήτων». Πρέπει λοιπόν να εφαρμοστούν και υλοποιηθούν άλλα μέτρα, πέραν της μείωσης των τιμών.

Όπως;

Όπως θεραπευτικά πρωτόκολλα, έλεγχος συνταγογράφησης, έλεγχος συνταγών, έλεγχος στις νέες ακριβές θεραπείες, registry στα ακριβά φάρμακα, κάρτα ασθενούς. Είναι πολύ σημαντικό να γίνει οικονομική αξιολόγηση – σε επίπεδο αποζημίωσης –  τι πληρώνει πλέον η Ελλάδα, μια χρεωκοπημένη οικονομία για καινούργια ακριβά φάρμακα, όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη. Δείτε για παράδειγμα τι συμβαίνει στην Γερμανία και στην Γαλλία, όπου αξιολογούν πάρα πολύ αυστηρά τα νέα ακριβά φάρμακα. Αντιθέτως εδώ στην Ελλάδα μπαίνουν αυτόματα σε κάποια συστήματα λίστας. Είναι επίσης πολύ σημαντικό να εφαρμοστεί μια συνολική πολιτική για τα γενόσημα φάρμακα έτσι ώστε αυτά να μπορέσουν να πιάσουν – αν όχι το 60% – το 40% της αγοράς, πάντα σε χαμηλές τιμές.

Αυτά είναι ορισμένα από τα διαρθρωτικά μέτρα από τα οποία θα προκύψουν συγκεκριμένα  οφέλη και για τα ταμεία αλλά και την ελληνική βιομηχανία, που με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν αντίστοιχα οφέλη για την ελληνική οικονομία.

Ακούγοντας τις δηλώσεις των κυβερνητικών παραγόντων βλέπει κανείς μια σταδιακή απομάκρυνση από αυτό που λέγεται  τρόικα και μνημονιακή αντίληψη. Αντιστοίχως στον αέρα ηχούν πιο συχνά έννοιες συνδεδεμένες με την ανάπτυξη. Στον τομέα της φαρμακοβιομηχανίας οι δηλώσεις αυτές έχουν «μεταφραστεί» σε κάποια συγκεκριμένα μέτρα που να κάνουν τα λόγια πραγματικότητα;

Δυστυχώς, δεν έχω δει να αλλάζει η εξωτερική επιρροή… Αυτό το οποίο βλέπουμε και είναι πραγματικά κάτι περίεργο. Η κυβέρνηση θα έπρεπε να πει «δεχόμαστε τον προϋπολογισμό των 2 δισ. ευρώ, αφού πράγματι είμαστε σε μνημόνιο και αφού εσείς μας δανείζετε, συμφωνούμε – παρ’ ότι είναι χαμηλά – να πληρώνουμε 2 δισ. για φάρμακα. Όμως, το τι θα κάνουμε με αυτά τα 2 δισ. ευρώ και το τι πολιτική θα εφαρμόσουμε γι αυτά τα 2 δισ. ευρώ  είναι δικό μας ζήτημα. Είναι δική μας εθνική υπόθεση».  Μια τέτοια δήλωση και κυρίως μία τέτοια πρακτική από την πλευρά της κυβέρνησης επικουρείται από την Ευρωπαϊκή νομοθεσία διότι αυτή λέει ξεκάθαρα ότι κάθε κράτος μέλος έχει διαφορετική φαρμακευτική πολιτική. Γι΄αυτό το λόγο σε 27 χώρες έχουμε 27 διαφορετικά συστήματα τιμολόγησης και αποζημίωσης. Δεν θα βρείτε σήμερα – και το έχω πει αυτό στον κ. Βορίδη – σε 2 χώρες ίδια συστήματα. Άρα μας κάνει εντύπωση που παρεμβαίνει τόσο συγκεκριμένα η Τρόικα και κάποιοι άλλοι όπου θέλουν να κατευθύνουν το πως θα μοιραστεί η «πίτα» των 2 δισ.  ευρώ και ποιες κατηγορίες φαρμάκων, τι rebate και clawback θα πληρώνουν κάποιες εταιρείες εις βάρος άλλων εταιρειών και όχι στο πως θα επιτευχθεί τελικά ο στόχος.

Αυτό είναι το πρώτο παράδοξο. Το δεύτερο που έχω να πω είναι ότι σαφέστατα αυτή τη στιγμή γίνεται μια προσπάθεια από το γραφείο του πρωθυπουργού, την κυβέρνηση, το υπουργείο Οικονομικών και το υπουργείο Υγείας έτσι ώστε να γίνουν συγκεκριμένες δράσεις για αναπτυξιακούς κλάδους. Η φαρμακοβιομηχανία είναι ένας εξ αυτών.  Μας φωνάξαν λοιπόν, και προσπαθούμε να καταρτίσουμε μαζί κάποιες προτάσεις ώστε να ληφθούν κάποια μέτρα και κάποια κίνητρα για το πώς θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε κάποια Ευρωπαϊκά προγράμματα. Επίσης πως θα μπορέσουμε να διεκδικήσουμε ένα μεγαλύτερο μερίδιο στις ξένες αγορές μέσω συνέργειας και συνεργασίας των φορέων του ιδιωτικού τομέα, των πανεπιστημίων και του κράτους. Εμείς θα καταθέσουμε τις προτάσεις μας ως το τέλος Δεκεμβρίου.

Αυτό δεν αποτελεί  ένα δείγμα αναγνώρισης του ρόλου της φαρμακοβιομηχανίας στην μελλοντική ανάπτυξη του τόπου;

Είναι ένα δείγμα και θα το κάνουμε.  Θεωρώ ότι όλοι πλέον έχουμε καταλάβει ότι με 27% ανεργία η Ελλάδα δεν μπορεί να πάει πουθενά. Για να γίνει, όμως, αυτό πρέπει κανείς να καταρτίσει ένα πολύ συγκεκριμένο πλάνο σε 10 – 15 τομείς της οικονομίας. Να πει: βιομηχανία, τουρισμός, μεταλλουργία κλπ. Να κάνει ένα συγκεκριμένο σχέδιο για το έσοδα μπορεί να προκύψουν από κάθε τομέα, τι θέσεις εργασίας, τι επενδύσεις, τι εξαγωγές. Αυτό εμείς το έχουμε κάνει και τώρα συγκεκριμενοποιούμε κάποιες προτάσεις για clustering σε έρευνα για να δημιουργήσουμε κάποια γραφεία τα οποία θα μας αντιπροσωπεύουν στο εξωτερικό για συνεργασία πανεπιστημίων, βιομηχανίας και τα προωθούμε.

Για όλα αυτά, όμως, βασική προϋπόθεση είναι να έχουμε και εμείς «οξυγόνο». Είναι απαράδεκτο αυτή τη στιγμή όταν όλοι αναγνωρίζουν τον ρόλο της ελληνικής βιομηχανίας στην μελλοντική ανάπτυξη του τόπου να συμβιβάζονται με το γεγονός ότι αυτή κατέχει μόνο το 17% του μεριδίου της εγχώριας αγοράς. Αντί να βρούμε τρόπους να το κάνουμε 30%-40% σε χαμηλές τιμές και να κερδίσει όλο το σύστημα υγείας, θα το πάμε στο 0%!!!  Εγώ λοιπόν το λέω συνεχώς και θα το ξαναπώ και σήμερα – και σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δίνετε για να  στείλω ένα πολύ συγκεκριμένο μήνυμα στην Ελληνική κυβέρνηση και στους decision makers –  αν αυτή τη στιγμή δεν σταματήσει η ανεξέλεγκτη μείωση των τιμών των φθηνών φαρμάκων, και αν δεν γίνει μια πολιτική γενοσήμων που να εξαλείψει την δραστική αλλά να έχει κίνητρα στον φαρμακοποιό και τον ιατρό να δίνει το καλό αξιόπιστο γενόσημο, σε δύο χρόνια δεν θα έχουμε ελληνικό φάρμακο στην αγορά. Σας το υπογράφω και από εκεί και πέρα ας αναλάβει κανείς τις ευθύνες του.

Παρακολουθείστε ολόκληρη τη συνέντευξη εδώ.