Ανδρέας Ξανθός: Στο δρόμο του ΠΟΥ για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας… (video)

07-12-2018

Του Βασίλη Βενιζέλου

 

Με μία ιδεολογικώς συγκροτημένη ομιλία, την οποία έχει επαναλάβει, όμως, ουκ ολίγες φορές, παρενέβη την Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, κατά τη διάρκεια της εορταστικής ημερίδας, την οποία διοργάνωσε το υπουργείο Υγείας για τη… συμπλήρωση ενός χρόνου λειτουργίας του νέου θεσμού των Τοπικών Μονάδων Υγείας (ΤΟΜΥ) στη νέα δημόσια πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.

Ο Ανδρέας Ξανθός επανέλαβε εν πολλοίς τα γνωστά στερεοτυπικά όσο και παρωχημένα σχήματα του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, σχήματα τα οποία ο ΠΟΥ συνιστά για κάθε χώρα, ανεξαρτήτως θεσμικής κουλτούρας, ιδιαίτερων δομών και ιστορικής διαμόρφωσης των συστημάτων Υγείας…

Συγκεκριμένα, ο Ανδρέας Ξανθός ανέφερε τα εξής στην ομιλία του:

“Σήμερα πραγματοποιείται σε συνεργασία με το Γραφείο του ΠΟΥ στην Ελλάδα ο 1ος δημόσιος απολογισμός της μεταρρύθμισης στη ΠΦΥ και η αποτίμηση του έργου των πρώτων 100 ΤΟΜΥ που λειτουργούν σε όλη τη χώρα. Είμαστε εδώ, μαζί με τους ανθρώπους της ΠΦΥ, με πανεπιστημιακούς, με στελέχη του ΠΟΥ, με επαγγελματίες υγείας που εργάζονται στο πεδίο, όχι για να ωραιοποιήσουμε την κατάσταση αλλά για να συζητήσουμε τα προβλήματα εφαρμογής, σε περίοδο δημοσιονομικής στενότητας, ενός νέου θεσμού, του οικογενειακού γιατρού, και ενός νέου μοντέλου υπηρεσιών ΠΦΥ που στηρίζεται σε αποκεντρωμένες δομές, στην διεπιστημονική ομάδα υγείας, στην κουλτούρα της πρόληψης, της αγωγής υγείας και της κοινοτικής φροντίδας. Είμαστε εδώ και κάνουμε ένα ειλικρινή διάλογο με τους ανθρώπους της ΠΦΥ και τους εκπροσώπους των ληπτών υπηρεσιών υγείας, γιατί περάσαμε – για 1η φορά από ιδρύσεως του ΕΣΥ- από τη θεωρία για την ΠΦΥ στην πράξη, στην εφαρμοσμένη πολιτική. Με όλα τα προβλήματα, δυσκολίες, καθυστερήσεις  και λάθη που συνήθως συνοδεύουν κάθε εφαρμοσμένη πολιτική.

Ποιο είναι όμως το πολιτικό περιβάλλον στην Υγεία αυτή την περίοδο ; Το πολιτικό σχέδιο για την Υγεία στη μεταμνημονιακή περίοδο, σε μια περίοδο που συνεχίζουν να υπάρχουν προβλήματα, δυσκολίες και περιορισμοί αλλά σίγουρα και μεγαλύτερες δυνατότητες είναι : καθολική, ισότιμη και αποτελεσματική κάλυψη των σύγχρονων υγειονομικών αναγκών της κοινωνίας, υλοποίηση πολιτικών ισότητας στην Υγεία και ενδυνάμωση της δημόσιας περίθαλψης. Σχεδιάζουμε ένα νέο Δημόσιο Σύστημα Υγείας με περισσότερους ανθρώπινους και υλικούς πόρους, με λιγότερη λιτότητα, με οικονομική ανακούφιση των πολιτών και θεσμικές αλλαγές που ενισχύουν την ανθρωποκεντρική φροντίδα και τα δικαιώματα των ασθενών,  τη διαφάνεια, την έντιμη και κοινωνικά υπεύθυνη διαχείριση των δημόσιων δομών, την αξιολόγηση της ποιότητας των υπηρεσιών, τον κοινωνικό έλεγχο στη διοίκηση και λειτουργία του συστήματος. Πολιτική  προτεραιότητα εξακολουθεί να είναι η διαρκής στήριξη και αναβάθμιση του ΕΣΥ με ειδική έμφαση στην ΠΦΥ, στην Επείγουσα Ιατρική και στην αναδιοργάνωση των ΤΕΠ, στη λειτουργία όλων των διαθέσιμων κλινών ΜΕΘ, στις πρωτοβάθμιες και κοινοτικές υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας, στις δημόσιες δομές Αποθεραπείας-Αποκατάστασης, στις διαρθρωτικές αλλαγές στο φάρμακο και στις προμήθειες, στις θεσμικές δικλείδες ασφαλείας για την δραστική αντιμετώπιση της σπατάλης, της διαφθοράς και της εκμετάλλευσης του αρρώστου.

Το μεγάλο στοίχημα είναι η σταδιακή άρση των εμποδίων της λιτότητας στην έμπρακτη υλοποίηση του πολιτικού στόχου της ισότητας στην Υγεία και της εγγυημένης κάλυψης των υγειονομικών αναγκών όλων των ανθρώπων, χωρίς διακρίσεις που έχουν σχέση με την εργασία, την ασφάλιση, το εισόδημα, την εθνικότητα ή τον τόπο διαμονής. Ήδη τα βήματα προς το στόχο της ισότητας στην Υγεία είναι μετρήσιμα: έχουμε τις πρώτες ενδείξεις σημαντικής μείωσης των ανικανοποίητων ιατρικών αναγκών, κυρίως για λόγους οικονομικούς, οι οποίες από 4,1% στο σύνολο του πληθυσμού το 2009 έφτασαν στο 14,4% το 2016 και υποχώρησαν στο 10,9% το 2017, μετά το νόμο για τους ανασφάλιστους. Κεντρική πολιτική προτεραιότητα λοιπόν εξακολουθεί να είναι η εξάλειψη των ανισοτήτων στην υγειονομική φροντίδα, είτε λόγω οικονομικής αδυναμίας, είτε λόγω δυσκολιών πρόσβασης ( νησιά, άγονες περιοχές), μεγάλων αναμονών ή λειτουργικών ανεπαρκειών του ΕΣΥ.

Στην κατεύθυνση της υλοποίησης του προτάγματος του ΠΟΥ « Υγεία για όλους», που επικαιροποιήθηκε πρόσφατα στη Διάσκεψη για την ΠΦΥ στην Αστάνα με αφορμή τα 40 χρόνια από την εμβληματική Διακήρυξη της Αλμα-Άτα, ρόλο «κλειδί» καλείται να διαδραματίσει η μεταρρύθμιση στην ΠΦΥ και ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού. Αναπτύσσουμε, μέσα σε περίοδο λιτότητας και δημοσιονομικών περιορισμών, ένα νέο μοντέλο ΠΦΥ που προτάσσει την καθολικότητα και την ισότητα, την ανθρωποκεντρική και τεκμηριωμένη φροντίδα, τις ανάγκες των ανθρώπων. Για 1η φορά στο Εθνικό Σύστημα Υγείας της χώρας αποκτά στρατηγικό χαρακτήρα η πρόληψη, η αγωγή υγείας, η συνεχής, ολοκληρωμένη και τομεοποιημένη φροντίδα υγείας από ομάδα επαγγελματιών υγείας ( και όχι μόνο από γιατρό) σε κάθε περιοχή της χώρας. Αυτό είναι ένα στοίχημα εθνικής σημασίας που όσο και αν λοιδορείται από πολλές πλευρές, όσο και αν υπονομεύεται από τα συντεχνιακά συμφέροντα του χώρου, όσο και αν συναντά αντιξοότητες στα πρώτα του βήματα, έχει ήδη αρχίσει να καταγράφει θετικά δείγματα ποιοτικής και φιλικής προς τον πολίτη φροντίδας.

  • Η ταπεινή μας γνώμη είναι ότι η μεταρρύθμιση στην ΠΦΥ αποτελεί μια παρέμβαση- τομή στην οργάνωση και λειτουργία του ΕΣΥ, καλύπτοντας το διαρθρωτικό έλλειμμα του στην ανάπτυξη δημόσιων υπηρεσιών ΠΦΥ με έμφαση στην πρόληψη της αρρώστιας και όχι μόνο στη θεραπεία της. Το έλλειμμα της ΠΦΥ αποτέλεσε και την «αχίλλειο πτέρνα» του ΕΣΥ, συνέβαλλε καθοριστικά στο να διαιωνιστούν και να γιγαντωθούν οι βασικές παθογένειες και στρεβλώσεις του ελληνικού Συστήματος Υγείας που είναι ο νοσοκομειοκεντρικός και ιατροκεντρικός του χαρακτήρας, η ανυπαρξία εθνικής στρατηγικής για την πρόληψη και την αγωγή υγείας, η υπερπροσφορά και ο υπερκορεσμός εξειδικευμένων γιατρών και ακριβού ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού, η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη διαγνωστικών κέντρων και ιδιωτικών μονάδων νοσηλείας και αποκατάστασης. Ο οικογενειακός γιατρός, η διεπαγγελματική ομάδα υγείας και οι Τοπικές Μονάδες Υγείας (ΤΟΜΥ), αποτελούν μια καινοτομία για το ΕΣΥ, που αναπτύσσεται σταδιακά, με δυσκολίες, προβλήματα και καθυστερήσεις, όπως κάθε σοβαρή μεταρρύθμιση σε όλο τον κόσμο. Είναι όμως μια αλλαγή που στηρίζεται στη διεθνή εμπειρία, στις καλές πρακτικές άλλων ευρωπαικών χωρών, στην επιστημονική και τεχνική υπόστήριξη του ΠΟΥ. Και είναι σίγουρα μια αλλαγή που ενισχύει και ενδυναμώνει το Δημόσιο Σύστημα Υγείας και, κυρίως, αναβαθμίζει τη φροντίδα των πολιτών.
  • Υπάρχει όντως μια πραγματική δυσκολία : η περιορισμένη ανταπόκριση στην κάλυψη των θέσεων οικογενειακών γιατρών που έχουν σχεδιαστεί για τις ανάγκες του αστικού πληθυσμού της χώρας. Η μειωμένη διαθεσιμότητα από την πλευρά των γιατρών οφείλεται κυρίως στη μεγάλη διαρροή ιατρικού δυναμικού στο εξωτερικό τα χρόνια της κρίσης. Προφανώς υπάρχουν και άλλοι λόγοι που σχετίζονται με τις εργασιακές σχέσεις, τις αποδοχές, την ανασφάλεια για την προοπτική του νέου μοντέλου μετά το τέλος της 4ετούς ευρωπαϊκής χρηματοδότησης, το νέο πλαίσιο των συμβάσεων του ΕΟΠΥΥ κλπ. Θεωρούμε όμως ότι με τις νέες προσλήψεις οικογενειακών γιατρών στις ΤΟΜΥ αυτή την περίοδο (300 επιπλέον), με τις διαρκώς αυξανόμενες συμβάσεις οικογενειακών γιατρών με τον ΕΟΠΥΥ ( έφτασαν ήδη περίπου τους 700), με τη στήριξη των σημερινών δομών ΠΦΥ ( Κέντρα Υγείας πόλης και υπαίθρου), με την ανάπτυξη του Ατομικού Ηλεκτρονικού Φακέλου Υγείας ( ΑΗΦΥ), με τη δημιουργία των Ακαδημαϊκών Μονάδων ΠΦΥ για τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση στην οικογενειακή ιατρική και την κοινοτική φροντίδα, η υπόθεση της αναδιοργάνωσης του Συστήματος Υγείας με επίκεντρο την ΠΦΥ θα αποκτά καθημερινά πιο ουσιαστικό περιεχόμενο, βιωσιμότητα και προοπτική. Το σύστημα θα αναπτύσσεται σταδιακά με βάση την επάρκεια οικογενειακών γιατρών ( είτε στις ΤΟΜΥ και στα Κέντρα Υγείας, είτε συμβεβλημένων), καλύπτοντας ένα διαρκώς αυξανόμενο τμήμα του αστικού πληθυσμού. Άλλωστε, αυτή ακριβώς είναι η διεθνής εμπειρία : η ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου δικτύου υπηρεσιών ΠΦΥ αποτελεί μακροχρόνια υπόθεση, απαιτεί διαρκείς προσπάθειες και στοχευμένη επένδυση σε καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό.
  • Υπάρχει όμως και ένα άλλο, επίσης σοβαρό, πρόβλημα : η κάλυψη των αναγκών πρωτοβάθμιας φροντίδας εκτός των πόλεων, στην ύπαιθρο, στα νησιά, στα ορεινά και δυσπρόσιτα μέρη. Η απάντηση στην ανάγκη επαρκούς και συστηματικής φροντίδας υγείας του πληθυσμού που διαμένει σε απομακρυσμένες περιοχές της ενδοχώρας, είναι η Κινητή Μονάδα ΠΦΥ, μια ομάδα δηλαδή επαγγελματιών υγείας που συμπεριλαμβάνει γιατρό, οδοντίατρο, νοσηλευτή, επισκέπτη υγείας, μαία, κοινωνικό λειτουργό, τεχνολόγο ιατρικών εργαστηρίων κλπ, η οποία θα έχει οργανική σχέση με ένα Κέντρο Υγείας αγροτικού τύπου και θα οργανώνει την εκ περιτροπής παρουσία αυτού του υγειονομικού προσωπικού σε δημοτικά διαμερίσματα που σήμερα, λόγω ανεπαρκειών στη στελέχωση των ΚΥ, των ΠΠΙ και ΠΙ της υπαίθρου, εμφανίζουν ελλιπή ιατρική κάλυψη και οι κάτοικοι τους στερούνται πολύτιμων υπηρεσιών υγειονομικής φροντίδας. Η Κινητή Μονάδα ΠΦΥ θα αποτελέσει «όχημα» για την περιφερειακή αποκέντρωση της μεταρρύθμισης στην ΠΦΥ  και για την ανάπτυξη του θεσμού του οικογενειακού γιατρού και της ομάδας υγείας και στις πιο άγονες και δυσπρόσιτες περιοχές της χώρας. Θα αναλάβει δηλαδή να υλοποιήσει τη φιλοσοφία του νέου μοντέλου ΠΦΥ και των ΤΟΜΥ ( που αναπτύσσονται κυρίως σε αστικές περιοχές ) στις πιο απαιτητικές και δύσκολες συνθήκες του αγροτικού πληθυσμού. Έχουμε ήδη δρομολογήσει τη χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς πόρους ( Πρόγραμμα ΜΔΤ -Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα) αυτής της πολύ σημαντικής παρέμβασης.

Οι ΤΟΜΥ ήταν η επιλογή του Υπουργείου Υγείας και όχι της τρόικας, για να χρηματοδοτηθεί με ευρωπαϊκούς πόρους ένα νέο σχέδιο για την ΠΦΥ βασισμένο στον οικογενειακό γιατρό και την ομάδα υγείας. Η ιδέα είναι αυτοί οι επαγγελματίες υγείας να υπηρετούν σε δημόσιες δομές οικογενειακής φροντίδας όπως οι ΤΟΜΥ, παρέχοντας όχι μόνο περίθαλψη αλλά συστηματική πρόληψη, αγωγή υγείας, φροντίδα στην κοινότητα, σχολική υγιεινή, δράσεις Δημόσιας Υγείας. Αυτή η νέα φιλοσοφία της έμφασης στην πρόληψη και όχι μόνο στη θεραπεία της νόσου, της ολιστικής προσέγγισης της Υγείας σύμφωνα με τον ΠΟΥ, δεν μπορεί να υπηρετηθεί από ένα ιατροκεντρικό σύστημα που στηρίζεται σε συμβεβλημένους γιατρούς. Δεν νοείται οργανωμένη ΠΦΥ χωρίς διεπαγγελματική και διατομεακή συνεργασία, χωρίς συνεχιζόμενη εκπαίδευση των επαγγελματιών υγείας και ενημέρωση-ευαισθητοποίηση του πληθυσμού, χωρίς δικτύωση των δομών της ΠΦΥ με τις δημόσιες δομές Ψυχικής Υγείας, τις δομές Αποκατάστασης, τις δομές για τις Εξαρτήσεις και τις Κοινωνικές Δομές του Κράτους και της Αυτοδιοίκησης.

Ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού υλοποιείται για 1η φορά στη χώρα μας, παρά το ότι έχει θεσμοθετηθεί πολλές φορές στο παρελθόν. Δεν υπήρχαν στην πραγματικότητα οικογενειακοί γιατροί στην Ελλάδα. Οι 1700 συμβεβλημένοι με τον ΕΟΠΥΥ παθολόγοι, παιδίατροι και γενικοί γιατροί δεν είχαν, ούτε μπορούσαν να έχουν την κουλτούρα του οικογενειακού γιατρού. Λειτουργούσαν περισσότερο ως γιατροί εξωνοσοκομειακής περίθαλψης με επικέντρωση στη συνταγογράφηση και στην εργαστηριακή-κλινική παρακολούθηση των χρονίως πασχόντων. Δεν υπήρξε ποτέ πρόγραμμα (προπτυχιακό ή μεταπτυχιακό) εκπαίδευσης στην οικογενειακή και κοινοτική φροντίδα, στις δράσεις πρόληψης και αγωγής υγείας, στο νέο επιστημολογικό παράδειγμα για την Υγεία που αναγνωρίζει τους κοινωνικούς προσδιοριστές της και δεν θεωρεί ότι προϋπόθεση για την καλή υγεία είναι η καλύτερη περίθαλψη. Γι’ αυτό και είναι απόλυτα αναληθές ότι με το νέο σύστημα « κατέρρευσε η ΠΦΥ». Καταρχήν ο βασικός πυρήνας των οικογενειακών γιατρών θα είναι οι γιατροί των ΤΟΜΥ. Αυτό που άλλαξε είναι το στρεβλό και μη αποδοτικό σύστημα των «200 επισκέψεων» το μήνα ( σύνολο 340.000 επισκέψεις το μήνα), που όλοι ξέρουμε ότι δεν εξυπηρετούσε και επιβάρυνε οικονομικά τον πολίτη ακόμα και για να «γράψει» τα φάρμακα του.

Επίσης, έχουμε ένα πληθυσμό εκπαιδευμένο για δεκαετίες στην κατά το δοκούν αναζήτηση υπηρεσιών από τον Δημόσιο ή τον Ιδιωτικό τομέα, χωρίς καθοδήγηση, χωρίς έλεγχο, χωρίς πρώτο σημείο επαφής με το Σύστημα Υγεία. Αυτή είναι ίσως η πιο σημαντική δυσκολία και η πιο μεγάλη πρόκληση : να τροποποιήσουμε την κουλτούρα και των υγειονομικών και των πολιτών. Να πείσουμε ότι το νέο μοντέλο δεν δημιουργεί εμπόδια πρόσβασης, δεν ταλαιπωρεί, δεν επιβαρύνει με κόστος χρόνου ή με οικονομικό κόστος τους ασθενείς και ιδιαίτερα τους χρονίως πάσχοντες. Αλλά, αντίθετα, εξασφαλίζει εγγυημένη πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες υγείας υψηλού επιπέδου, διευκολύνει την αναζήτηση εξειδικευμένων υπηρεσιών ( διαγνωστικών ή θεραπευτικών) μέσω του συστήματος παραπομπών που θα υλοποιηθεί σταδιακά και με ευελιξία, με βάση τις ιδιαίτερες συνθήκες σε κάθε περιοχή, από 1-1-2019.

Ένα τμήμα του ιατρικού κόσμου και η αξιωματική αντιπολίτευση υποστηρίζουν ένα μη σύστημα, ένα αρρύθμιστο και ασύδοτο τοπίο, χωρίς κανόνες, χωρίς οργανωμένη διαδικασία πρόσβασης των πολιτών στις υπηρεσίες υγείας. Το σημερινό μοντέλο που «με νύχια και με δόντια» υπερασπίζονται δεν υπηρετεί ούτε τη φιλοσοφία της ΠΦΥ, ούτε το Δημόσιο Σύστημα Υγείας, ούτε τις ανάγκες των ασθενών. Για τους τελευταίους,υπάρχει μόνο η «ελεύθερη επιλογή» κατακερματισμένων, αναποτελεσματικών και ακριβών υπηρεσιών.

Αυτή η μεταρρύθμιση που υλοποιούμε συνιστά «αλλαγή παραδείγματος» στην Υγεία,  οδηγεί στην υπέρβαση ενός μοντέλου επικεντρωμένου στην αποσπασματική περίθαλψη και στην ασυνεχή φροντίδα όσων πολιτών/ασθενών αναζητούν κατ΄ εκτίμηση υπηρεσίες από το ΕΣΥ ή από τους ελευθεροεπαγγελματίες γιατρούς. Αυτή είναι η μεγάλη πρόκληση για το Σύστημα Υγείας.  Η οικογενειακή ιατρική, η ύπαρξη δομών και προσώπων πρώτης επαφής με το Σύστημα Υγείας, η επίσκεψη στο σπίτι και η κατ’ οίκον φροντίδα ευάλωτων και ευπαθών ομάδων που συχνά μένουν χωρίς συστηματική παρακολούθηση και υποστήριξη, είναι το σύγχρονο και δοκιμασμένο «εργαλείο» για την ανθρωποκεντρική και ποιοτική φροντίδα.

Αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα σοβαρό έλλειμμα ενημέρωσης των πολιτών και των επαγγελματιών υγείας για το νέο μοντέλο ΠΦΥ και το θεσμό του οικογενειακού γιατρού. Η σημερινή εκδήλωση είναι το πρώτο βήμα προβολής και καλύτερης επικοινωνίας των βημάτων που έχουν γίνει και κυρίως αυτών που ακολουθούν. Υπάρχει ανάγκη αναλυτικών πληροφοριών χρηστικού χαρακτήρα προς τους πολίτες και τους ασθενείς, χρειάζονται σαφείς απαντήσεις στα ερωτήματα και στις απορίες των ανθρώπων, έχουμε ανάγκη και υποχρέωση να βρούμε ένα «δίαυλο αμφίδρομης επικοινωνίας» μεταξύ του Υπουργείου Υγείας και των πολλαπλών εκπροσωπήσεων της «κοινωνίας των πολιτών και των ασθενών» που θα ενισχύει την εμπιστοσύνη τους προς το εγχείρημα της μεταρρύθμισης στην ΠΦΥ. Αυτός είναι ο στρατηγικός μας σύμμαχος, ο ενημερωμένος πολίτης/ασθενής για το δικαίωμα και τον τρόπο πρόσβασης σε καθολική, ισότιμη και ποιοτική φροντίδα υγείας μέσω της ΠΦΥ”.