Από σύνδρομο επαγγελματικής εξουθένωσης πάσχουν οι μισοί γιατροί του ΕΣΥ

Γιατρός
26-12-2016

Από επαγγελματική εξουθένωση υποφέρουν 4 στους 10 γιατρούς του ΕΣΥ στην Θεσσαλονίκη. Οι ειδικευόμενοι, μάλιστα είναι πιο «ευάλωτοι» με το 49,1% να πάσχει από burnout. Περισσότερο επιβαρυμένοι εμφανίζονται οι παιδίατροι καθώς το 45,5% αυτών εμφανίζει συμπτώματα burnout. Ακολουθούν οι αναισθησιολόγοι, με 34,3%, οι χειρουργοί με 32,5% και οι παθολόγοι, με 23,1%.

Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από έρευνα με τίτλο: «Επαγγελματική εξουθένωση γιατρών, φροντίδα υγείας και ασφάλεια ασθενών» που ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2014. Ειδικότερα, το 41.7% των ιατρών στα Νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης υποφέρει από επαγγελματική εξουθένωση (burnout), εκ των οποίων το 36,4% είναι άνδρες και το 63,6% γυναίκες. Επιπλέον, το 31,8% συνολικά των ιατρών εμφανίζουν συναισθηματική εξάντληση.

Σε σχέση με τα ιατρικά λάθη, στους παθολόγους και παιδιάτρους βρέθηκε ότι όσο χαμηλότερη είναι η ομαδική συνεργασία τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να κάνουν λάθος την ώρα εργασίας. Στους χειρουργούς, όσο μειώνεται ο ενθουσιασμός και η αφοσίωση τους στο επάγγελμα τόσο αυξάνεται η πιθανότητα να κάνουν λάθος την ώρα της δουλειάς τους.

Άλλοι παράγοντες που επιδρούν στην απόδοση των ιατρών είναι ότι το 50% τρώει πρωινό λιγότερο από 4 φορές την εβδομάδα, ενώ το 10% δεν τρώει καθόλου πρωινό. Το 34,3% των ιατρών επιλέγει το γρήγορο φαγητό (fast food) για τη διατροφή του πάνω από 4 φορές την εβδομάδα.

Το 44,7% των ιατρών είναι καπνιστές εκ των οποίων το 10,3% καπνίζει περισσότερα από 10 τσιγάρα την ημέρα. Το 50% των ιατρών ασκούνται ελάχιστα, λιγότερο από 2 φορές την εβδομάδα και το 11% των ιατρών όταν πίνει, καταναλώνει περισσότερα από 3 ποτήρια αλκοόλ τη φορά.

Επιστημονική υπεύθυνη του έργου είναι η Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Ιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του Α.Π.Θ., Εύχαρις Παναγοπούλου. Στο έργο συμμετέχουν, ως εταίροι, πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα από την Αγγλία, την Πορτογαλία, την Κροατία, τα Σκόπια, τη Βουλγαρία, την Τουρκία, την Ιρλανδία, τη Ρουμανία και την Ελλάδα.

Στόχος του ερευνητικού προγράμματος είναι η καταγραφή των παραγόντων που σχετίζονται με την επαγγελματική εξουθένωση των νοσοκομειακών ιατρών και τον τρόπο που αυτή επιδρά στην ποιότητα και ασφάλεια των υπηρεσιών υγείας. Το πρόγραμμα χρηματοδοτήθηκε από το 7ο Ευρωπαϊκό Ερευνητικό Πλαίσιο και ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2014.

«Τα αποτελέσματα δεν προκύπτουν από την ελληνική οικονομική κρίση αλλά συμβαδίζουν με δεδομένα από την υπόλοιπη Ευρώπη και την Αμερική όπου δείχνουν ότι βασικό πρόβλημα, σήμερα, των συστημάτων υγείας είναι η εξουθένωση, η πτώση στην απόδοση και η ικανοποίηση του ιατρικού προσωπικού. Απαραίτητη προϋπόθεση για ένα ασφαλές σύστημα υγείας είναι υγιείς και ικανοποιημένοι ιατροί» υποστηρίζει η Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Ιατρικής, Εύχαρις Παναγοπούλου.

Με βάση τα αποτελέσματα του έργου, πρόκειται να συσταθεί στη Θεσσαλονίκη, από την επιστημονική ομάδα που συντόνισε το έργο, ένα Κέντρο Στήριξης Επαγγελματιών Υγείας. Το Κέντρο θα ξεκινήσει τη λειτουργία του στις αρχές του 2015 και θα έχει στόχο την πρόληψη και αντιμετώπιση της επαγγελματικής εξουθένωσης στους ιατρούς. Σκοπός του Κέντρου θα είναι η προάσπιση της υγείας, η ικανοποίηση αλλά και η διασφάλιση της ποιότητας φροντίδας υγείας των ασθενών καθώς και η πρόληψη των ιατρικών λαθών.

Το Κέντρο, μεταξύ άλλων, θα οργανώνει ατομικά και ομαδικά προγράμματα προαγωγής της ψυχοσωματικής υγείας των ιατρών και θα προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εργαζόμενους στον ιατρικό χώρο.

Τι είναι το burnout

Το burnout προκαλεί χρήση αλκοόλ και ηρεμιστικών από ιατρούς, χρήση βίας στα νοσοκομεία, ιατρικά λάθη, παχυσαρκία, κατάθλιψη, ψυχοσωματικές παθήσεις καθώς και καρδιαγγειακές παθήσεις στους ιατρούς.

Χαρακτηρίζεται από τρία συμπτώματα:

1. Συναισθηματική/Πνευματική εξάντληση.

2. Αποπροσωποποίηση/κυνισμός. Όταν ένας εργαζόμενος χάνει την επαφή με τον άνθρωπο. Π.χ. είναι η συχνή έκφραση που ακούγεται στα νοσοκομεία «έχω μία οξεία κοιλία στο 7» αντί «έχουμε την κυρία Μαρία που έχει οξεία κοιλία».

3. Μειωμένη αίσθηση επίτευξης. Η αίσθηση ότι, ό,τι και να κάνουμε δε μπορούμε να βελτιώσουμε τον τρόπο και τις συνθήκες εργασίας.

Το σύνδρομο σχετίζεται αποκλειστικά με την εργασία, είναι χρόνιο και όταν κάποιος το πάθει δεν επανέρχεται εύκολα χωρίς εξωτερική βοήθεια.