Άρθρο της Δρ. Αγγελικής Σπαθάρου: “Η Ελληνική πραγματικότητα για τα γενόσημα”

26-12-2016

Η ελληνική πραγματικότητα για τα γενόσημα φάρμακα

Το άρθρο αυτό έχει στηριχθεί στη μελέτη “Greece 10 years ahead” της εταιρείας McKinsey στην Αθήνα, η οποία είχε ως στόχο να προτείνει ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης στην Ελλάδα, που θα βασίζεται σε ανάλυση των μείζονων αναπτυξιακών τομέων της οικονομίας. Η μελέτη εξέτασε τη δυνατότητα ενδυνάμωσης της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ως προς τα γενόσημα φάρμακα και την επίδραση της στη βελτίωση των συνθηκών για τους έλληνες ασθενείς και φορολογούμενους.

Η διεθνής ανάπτυξη των γενόσημων φαρμάκων

Η αύξηση του κόστους για την Υγεία είναι ένα τεράστιο θέμα παγκοσμίως, αφού σε πολλές χώρες αναμένεται να διπλασιασθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ μέσα στα επόμενα χρόνια. Ένα μεγάλο τμήμα του κόστους αυτού οφείλεται στη φαρμακευτική δαπάνη, η οποία συνεχώς διογκώνεται.

Πρόσφατα, τα γενόσημα φάρμακα γνώρισαν τεράστια ανάπτυξη. Το γεγονός αυτό φαίνεται ότι καθοδηγήθηκε από τη δραματική αύξηση του κόστους των φαρμάκων καθώς και από τους φορολογικούς περιορισμούς σε πολλές χώρες, οι οποίες ενθάρρυναν τη διείσδυση της βιομηχανίας των γενοσήμων. Παγκοσμίως η ανάπτυξη των γενοσήμων έχει ακολουθήσει διπλάσιο ρυθμό από αυτόν των αυθεντικών φαρμάκων και αναμένεται να καλύπτει το 18-27% της αγοράς μέχρι το 2015.

Σε αυτό το τοπίο, οι πιο γνωστές εταιρείες με γενόσημα φάρμακα αναπτύχθηκαν δραστικά, τόσο σε επίπεδο έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, όσο και σε επίπεδο πωλήσεων και marketing.  Η αγορά επεκτάθηκε γρήγορα σε χώρες όπως το Ισραήλ, η Κροατία, η Ουγγαρία, αλλά και η Κίνα, η Ινδία και οικονομίες της Δύσης, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ), η Γερμανία, η Αγγλία και η Γαλλία.

Τα γενόσημα φάρμακα στην Ελλάδα

Η κύρια πρόταση είναι απλή και δυναμική. Για την Ελλάδα υπό τις παρούσες συνθήκες, υπάρχει ένα μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας για την ανάπτυξη της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας γενοσήμων, από το συνδυασμό της χαμηλής κατανάλωσης γενοσήμων έως τώρα και παράλληλα από την ανάγκη της χώρας για μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης. Το 90% της ελληνικής αγοράς παραδοσιακά κυριαρχείται από ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, το οποίο δημιουργεί σημαντικές ευκαιρίες υπό τις κατάλληλες συνθήκες, βέβαια αν αυξηθεί η παραγωγικότητα και η πρόσβαση στην αναπτυξιακή χρηματοδότηση.

Το παράθυρο των ευκαιριών για την ανάπτυξη της εθνικής στρατηγικής είναι όμως στενό: μέσα στα επόμενα χρόνια αναμένεται αναδιανομή της αγοράς μεταξύ ελληνικών και ξένων εταιρειών γενοσήμων. Αυτό σημαίνει ότι είναι απαραίτητη η εφαρμογή εθνικής στρατηγικής και προσπάθειας στον τομέα των γενοσήμων.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Η Ελλάδα παραδοσιακά είχε το υψηλότερο κατά κεφαλήν ποσοστό φαρμακευτικής δαπάνης ως προς το αντίστοιχο ΑΕΠ στην Ευρώπη. Η δαπάνη αυτή επιβάρυνε το Δημόσιο Τομέα κατά διπλάσιο ποσοστό απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Μέχρι πρόσφατα, στην Ελλάδα καταναλώνονταν περισσότερα αντιβιοτικά, αντιδιαβητικά και αντιπηκτικά φάρμακα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε σε πολλές κατηγορίες φαρμάκων, μεγιστοποιώντας το βαθμό κατανάλωσης και δαπάνης.

Παράλληλα, ο βαθμός διείσδυσης των γενόσημων στην ελληνική αγορά, στις σχετικές κατηγορίες φαρμάκων, ήταν μέχρι πρόσφατα πολύ χαμηλός. Συγκριτικά αναφέρουμε ότι στις Η.Π.Α ο βαθμός διείσδυσης κυμαίνεται κοντά στο 90%, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία) στη ζώνη 60-90%, με την Ελλάδα στην τελευταία θέση με 32%.

Η εγχώρια αγορά των φαρμακευτικών προϊόντων είχε μεγάλη ανάπτυξη έως το 2009, οπότε και αποφασίσθηκε ο έλεγχος των εξόδων στο συγκεκριμένο χώρο. Έκτοτε, οι κυβερνητικές προσπάθειες για να μειωθεί το κόστος στην υγεία, οδήγησαν στην εξάπλωση των γενόσημων και αντιπροσωπεύουν πλέον μία αγορά της τάξης άνω των 1 δις ευρώ, και με ανώτερο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με τα originator φάρμαρκα, αλλάζοντας τη μορφή της φαρμακευτικής αγοράς.

Για να επιτευχθούν οι εθνικοί δημοσιο-οικονομικοί στόχοι, η υγεία πρέπει να εστιάσει στην αυξανόμενη χρήση των ποιοτικών γενοσήμων όπου είναι κλινικά αποδεκτό. Η μελέτη “Greece 10 years ahead” εξέτασε τρία σενάρια για την ανάπτυξη της εγχώριας αγοράς. Ακόμα και τα πιό δυσμενή σενάρια αναδεικνύουν μία δυνατότητα να διπλασιαστεί η αγορά μέχρι το 2015/16, δημιουργώντας μοναδικές ευκαιρίες για τις εταιρείες γενοσήμων, ιδιαίτερα στην εγχώρια βιομηχανία. Οι ελληνικές βιομηχανίες καλύπτουν σήμερα το 90% των τοπικών αναγκών, όμως η αγορά είναι εξαιρετικά διασπασμένη. Έτσι, αναγνωρισμένες διεθνείς εταιρείες αναβαθμίζουν την παρουσία τους στην τοπική αγορά, προσφέροντας τη δυνατότητα για “branded generics”, ενώ παράλληλα προκαλούν τις ελληνικές εταιρείες για ενδυνάμωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας.

Υπάρχει επίσης σημαντική δυνατότητα ανάπτυξης εξαγωγών για τις ποιοτικές εταιρείες στο Ελληνικό φάρμακο. Η εξαγωγή των γενοσήμων εκτιμήθηκε σε 250 εκ. ευρώ ανά έτος για τη δεκαετία 2000-2010 και η φαρμακοβιομηχανία μπορεί να διαδραματίσει στο μέλλον πολύ σημαντικότερο ρόλο για τις ελληνικές εξαγωγές. Ήδη, αρκετές ελληνικές εταιρείες έχουν δραστηριοποιηθεί εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κάποιες έχουν εισέλθει στην αγορά των Η.Π.Α., μέσω joint marketing με καθιερωμένες εταιρείες στην τοπική αγορά. Η κατάλληλη διαχείρηση των ευκαιριών, με ενδυνάμωση των υπάρχοντων δικτύων και ενίσχυση της προώθησης των προϊόντων, θα  μπορούσε να οδηγήσει στο διπλασιασμό των ελληνικών εξαγωγών κατά τα έτη 2015-2016, υπό τις κατάλληλες συνθήκες.

Στρατηγική ανάπτυξης

Υπάρχει μια σειρά από πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν οι ελληνικές εταιρείες γενοσήμων. Καταρχήν, πρέπει να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, με τη στόχευση εξειδικευμένων αγορών, επανασχεδιασμό του δυναμικού πωλήσεων και διεύρυνση προσανατολισμού στις εξωτερικές αγορές. Υπό τις κατάλληλες στρατηγικές κινήσεις, κάποιες τοπικές εταιρείες θα μπορούσαν να διπλασιασθούν σε μέγεθος, ενώ άλλες ίσως δεν καταφέρουν να επιβιώσουν σε μιά νέα αγορά φαρμάκου.

Η κυβέρνηση θα μπορούσε να επανεξετάσει τα οφέλη από την ενίσχυση της τοπικής βιομηχανίας και να δημιουργήσει μια εθνική στρατηγική ανάπτυξης των Ελληνικών Γενοσήμων, με στόχους να βοηθήσει τη χώρα για την επίτευξη των οικονομικών στόχων, να υποστηρίξει τη βιομηχανική ανάπτυξη στην Ελλάδα και να αυξήσει την φοροεισφορά, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και το εμπορικό ισοζύγιο.  

Οι τιμές των γενοσήμων είναι ένας σημαντικός παράγοντας, αλλά θα πρέπει να διαχειρισθεί απο το κράτος με τον κατάλληλο τρόπο. Πολύ χαμηλές τιμές εφαρμοσμένες άμεσα χωρίς περιθώριο προσαρμογής, θα δημιουργούσαν ένα δυσμενές περιβάλλον για τις ελληνικές εταιρείες υπο τις παρούσες συνθήκες. Θα χρειαστεί ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα με ρεαλιστικούς στόχους για τη σταδιακή μείωση του κόστους. Άλλα πιθανά μέτρα περιλαμβάνουν την ενίσχυση της έρευνας και της ανάπτυξης, βελτίωση του ελέγχου της ποιότητας, και την εκπαίδευση ασθενών, ιατρών και φαρμακοποιών ως προς τα οφέλη της αντικατάστασης σκευασμάτων, όπου αυτό είναι κλινικά αποδεκτό. Παράλληλα, θα πρέπει να διευθετηθούν τα θέματα ρευστότητας των επιχειρήσεων, ενδεχομένως αντισταθμίζοντας τα χρέη των φαρμακοβιομηχανιών προς το δημόσιο με τα χρέη των νοσοκομείων προς τις φαρμακοβιομηχανίες.

Συμπερασματικά, υπάρχουν σημαντικές ευκαιρίες ανάπτυξης της βιομηχανίας των ελληνικών γενοσήμων φαρμάκων. Η φαρμακευτική αντικατάσταση με generics υψηλών προδιαγραφών θα μπορούσε να αποτελεί ένα υπόδειγμα για το συνδυασμό της ανάπτυξης και μείωσης του κόστους, με σημαντικά οφέλη για τους ασθενείς, τους φορολογούμενους και το σύστημα της υγείας γενικότερα. Η Ελλάδα, στην προσπάθεια αυτή, δε θα είναι μόνη. Θα ακολουθήσει την πορεία πολλών άλλων χωρών, που υποστήριξαν τόσο την τοπική βιομηχανία όσο και τους στόχους στο χώρο της υγείας, με βασικό άξονα την ποιότητα και την αποδοτικότητα της δημόσιας δαπάνης.

 

Δρ. Αγγελική Σπαθάρου

Partner, McKinsey & Company

 

Αναδημοσίευση του άρθρου με την άδεια του εκδότη και του συγγραφέα από το περιοδικό Heart Vessels & Brain, Ιούλιος 2012