Περίπου 300.000 Ευρωπαίοι πολίτες με σπάνιες νόσους εξαρτώνται από φαρμακευτικά προϊόντα που προέρχονται από την κλασματοποίηση ανθρώπινου πλάσματος (plasma-derived therapies, PDTs) προκειμένου να επιβιώσουν, να βελτιώσουν την υγεία και την ποιότητα της ζωής τους.
Για παράδειγμα, για το 60% των ασθενών με πρωτοπαθή ανοσοανεπάρκεια, που χρειάζονται θεραπεία με ανοσοσφαιρίνες, οι οποίες φτιάχνονται με ανθρώπινο πλάσμα, δεν υπάρχει εναλλακτική, ξεκαθαρίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Γιόχαν Πρεβό, εκτελεστικός διευθυντής της Διεθνούς Ένωσης Ασθενών με πρωτοπαθή ανοσοανεπάρκεια. Την ίδια ώρα για τη θεραπεία ενός ασθενούς με χρόνια ασθένεια μπορεί να χρειαστούν έως και 1.200 προσφορές πλάσματος ετησίως. Η δωρεά αίματος, η δωρεά πλάσματος είναι πολύ σημαντική για να διασφαλίσεις έναν υγιή πληθυσμό, είναι κάτι που αφορά όλες τις χώρες υπογραμμίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Ράινερ Μουγκ, πρόεδρος του ΔΣ της επίσημης ομάδας εργασίας πλασμαφαίρεσης, στη Γερμανία.
Οι δύο ειδικοί, όπως και δεκάδες άλλοι διάφορων ειδικοτήτων, συμμετείχαν στο Διεθνές Συνέδριο Πρωτεϊνών Πλάσματος που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο στη Λισαβόνα με θέμα «από τον δότη στον ασθενή, η διερεύνηση τρόπων για να διασφαλιστούν υψηλά επίπεδα υγείας για τον δότη προκειμένου να παρέχονται υψηλού επιπέδου θεραπείες στους ασθενείς». Στο επίκεντρο τέθηκαν οι προκλήσεις αλλά και οι ευκαιρίες για τη βιομηχανία της πρωτεΐνης πλάσματος στην Ευρώπη, μια ήπειρο που δεν έχει επάρκεια πλάσματος τη στιγμή, μάλιστα, που υπολογίζεται ότι, με καλύτερη διάγνωση και πρόσβαση, περίπου ένα εκατομμύριο πολίτες της θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τις θεραπείες με πλάσμα.
Από τα 8,4 εκατομμύρια λίτρα πλάσματος που συλλέγεται σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το 54% συλλέγεται από τον δημόσιο τομέα και τις ΜΚΟ. Το υπόλοιπο 46% προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα και αυτό μόνο από τέσσερα κράτη μέλη της ΕΕ (Γερμανία, Τσεχία, Αυστρία, Ουγγαρία) που επιτρέπουν τη λειτουργία μοντέλων συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Αλλά αυτά τα 8,4 εκατ. λίτρα πλάσματος δεν επαρκούν για τις ανάγκες των ασθενών της και έτσι η Ευρωπαϊκή Ένωση εισάγει επιπλέον 40% από τις ΗΠΑ.
Για τους ανθρώπους με σπάνιες ασθένειες η πρόσβαση σε θεραπείες με πλάσμα δεν είναι ζήτημα αριθμών, αλλά θέμα ζωτικής σημασίας και χωρίς αυτές, πολλοί δεν θα είχαν επιβιώσει, ενώ σε άλλους θα υποβαθμιζόταν η ποιότητα της ζωής τους.
Επιπλέον, χάρη στην αλματώδη ανάπτυξη της σύγχρονης ιατρικής επιστήμης, χρόνο με τον χρόνο, ιατρικά προϊόντα που προέρχονται από πλάσμα μπορούν να βοηθήσουν όλο και ευρύτερες ομάδες ανθρώπων, για παράδειγμα κάποιους ασθενείς με καρκίνο που υποβάλλονται σε χημειοθεραπείες.
Ο Γιόχαν Πρεβό τονίζει ότι είναι ευτύχημα που «η Ευρώπη μπορεί να παίρνει πλάσμα από τις ΗΠΑ γιατί αυτό που θέλει ένας ασθενής είναι να έχει πρόσβαση στη θεραπεία, δεν τον ενδιαφέρει από πού έρχεται. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να είναι ασφαλές και αποτελεσματικό. Η εξάρτηση από μία περιοχή όμως, όταν υπάρχει έλλειψη, δημιουργεί ανισορροπία στην πρόσβαση».
«Μπορούμε να στηριζόμαστε στις ΗΠΑ, τα πηγαίνουν πολύ καλά, είναι μεγάλη χώρα. Αλλά χρειαζόμαστε και την ανάπτυξη του τομέα σε περιφερειακό επίπεδο. Τα είδη των ασθενειών, των μολύνσεων που έχουν οι άνθρωποι στις ΗΠΑ δεν είναι ίδια με των ανθρώπων στην Ευρώπη. Όταν συγκεντρώνεις πλάσμα στις ΗΠΑ έχεις αντιβιοτικά για τις ασθένειες στις ΗΠΑ αλλά όχι για την Ελλάδα ή την Ισπανία. Χρειάζεσαι μια περιφερειακή προσέγγιση» επισημαίνει ο Πίτερ Τζαγκουόρσκι, αναπληρωτής καθηγητής ηθικής στο πανεπιστήμιο του Τζορτζτάουν, στην Ουάσινγκτον, παρουσιάζοντας μια άλλη διάσταση του προβλήματος.
«Όλοι μας θα είμαστε καλύτερα αν κάθε περιοχή συγκεντρώνει περισσότερο πλάσμα και υπάρχει αλληλεξάρτηση και δεν εξαρτόμαστε μόνο από μία περιοχή, και από την άλλη χρειαζόμαστε παγκόσμια επάρκεια για την παραγωγή κατάλληλων φαρμάκων και την πρόσβαση σε αυτά» λέει και ο κ. Πρεβό.
Η συζήτηση λοιπόν, για την ανάγκη περισσότερου πλάσματος γίνεται επιτακτική.
Δωρεά πλάσματος και αποζημίωση (compensation)
Η συζήτηση στην Ευρώπη για την καταβολή αποζημίωσης (όχι αμοιβής) ως κινήτρου προκειμένου περισσότεροι άνθρωποι να γίνονται συστηματικοί δότες πλάσματος, έχει αναζωπυρωθεί το τελευταίο διάστημα με αφορμή την πανδημία του κορονοϊού που απείλησε την επάρκεια πλάσματος, αλλά και την πρόταση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη θέσπιση νέων κανόνων περαιτέρω αύξησης της ασφάλειας και της ποιότητας των ουσιών ανθρώπινης προέλευσης. Στόχος της πρότασης αυτής, οι πολίτες να είναι περισσότερο ασφαλείς όταν δωρίζουν ή λαμβάνουν ζωτικής σημασίας ουσίες ανθρώπινης προέλευσης (SoHO), από αίμα έως ιστούς και κύτταρα, αλλά και μητρικό γάλα ή μικροβίωμα.
Για πολλούς, η ιδέα της εμφάνισης στη σχέση δότη και λήπτη του παράγοντα «αποζημίωσης» προκαλεί ανησυχίες για την πιθανότητα εμπορευματοποίησης του ανθρώπινου σώματος. Ωστόσο, για άλλους, η καταβολή κάποιας αποζημίωσης στους δωρητές για τον χρόνο και τον κόπο τους θα πρέπει να αποτελεί μέρος της λύσης για το έλλειμμα πλάσματος της ΕΕ.
«Χρειαζόμαστε περισσότερο πλάσμα από δότες. Χρειαζόμαστε να συγκεντρώνουμε πιο συχνά και περισσότερο […] Το 90% του παγκόσμιου πλάσματος προέρχεται από την πλασμαφαίρεση, το 90% αυτού προέρχεται από τον ιδιωτικό τομέα και αυτοί οι δότες παίρνουν αποζημίωση για τον χρόνο που προσφέρουν για να δώσουν πλάσμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εθελοντισμός δεν διαδραματίζει κάποιο ρόλο, όμως, για την ώρα, αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι πιο αποτελεσματική μέθοδος είναι η αποζημίωση των δοτών» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιόχαν Πρεβό.
Οι χώρες που επιτρέπουν την αποζημίωση και τη συμμετοχή εταιρειών στη διαδικασία, συγκεντρώνουν αρκετό πλάσμα για να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ασθενών τους λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Πίτερ Τζαγκουόρσκι, ο οποίος ασχολείται τα τελευταία οκτώ χρόνια με το συγκεκριμένο θέμα. Πέρα από το επαγγελματικό ενδιαφέρον έχει και ο ίδιος μια ιστορία ενός κοντινού του προσώπου να διηγηθεί. Στο δίλημμα εάν η αποζημίωση ανοίγει τον δρόμο για την εμπορευματοποίηση του ανθρώπινου σώματος και την εκμετάλλευση ο καθηγητής είναι απόλυτος: Στην Ευρώπη δεν υπάρχει ανταμοιβή αλλά αποζημίωση. Η αποζημίωση, όπως εξηγεί, αφορά την προσπάθεια, τον χρόνο και όχι το πλάσμα. «Δεν πουλάμε ανθρώπινα όργανα αλλά αγοράζουμε χρόνο, αυτό συμβαίνει στην Ευρώπη. Στις ΗΠΑ είναι διαφορετικά» αναφέρει. Υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει εκμετάλλευση και τονίζει ότι η δωρεά πλάσματος είναι σημαντική πράξη και όφελος για τους ανθρώπους που χρειάζονται πλάσμα.
Σε όσους υποστηρίζουν ότι η δωρεά πλάσματος είναι και πρέπει να παραμείνει μια αλτρουιστική πράξη μακριά από την αγορά, ο καθηγητής απαντά πως η συλλογή πλάσματος δεν υπάρχει για να δίνει την ευκαιρία σε κάποιους να δείχνουν τον αλτρουισμό τους αλλά για να διασφαλίσει την πρόσβαση των ασθενών σε θεραπείες που χρειάζονται.
Πολύ περισσότερο, τονίζει ότι είναι παράδοξο οι χώρες που μιλούν για αλτρουισμό και δεν επιτρέπουν την αποζημίωση προκειμένου να υπάρχουν περισσότεροι συστηματικοί δότες πλάσματος, να εξαρτώνται από εισαγωγές πλάσματος δοτών που λαμβάνουν αμοιβή, ασκώντας κριτική για τη στάση των ευρωπαϊκών χωρών απέναντι στο θέμα. Αναλύοντας την οπτική του, επισημαίνει ότι «κάθε χώρα στην Ευρώπη πληρώνει για δότες που πληρώνουν οι ΗΠΑ και όχι Γάλλους, Ιταλούς, Πορτογάλους κλπ. Οι χώρες λοιπόν, πληρώνουν για το προϊόν και αυτά τα χρήματα πάνε στις εταιρείες και οι εταιρείες χρησιμοποιούν τα χρήματα για να πληρώσουν τους δότες να δώσουν πλάσμα στις ΗΠΑ. Και δεν θέλουν να το κάνουν στις χώρες τους. Αυτή τη στιγμή η Ευρώπη εμπορευματοποιεί τους δότες των ΗΠΑ και τους εκμεταλλεύεται, αυτό δεν είναι ηθικό».
Ένα πρόγραμμα αποζημίωσης βοηθάει, υποστηρίζει ο Γερμανός καθηγητής Ράινερ Μουνγκ, ο οποίος όμως συμπληρώνει ότι πρέπει να γίνει με τον σωστό τρόπο. «Δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ένας τρόπος για να κερδίσουν χρήματα οι δότες. Μην ξεχνάμε όμως, ότι όταν οι δότες πάνε να προσφέρουν πλάσμα χρειάζεται να ξοδέψουν χρόνο (μετακίνηση, διαδικασία πλασμαφαίρεσης). Γι αυτό θα πρέπει να υπάρχει μια επαρκής αποζημίωση» εξηγεί.
Από την πλευρά του ο κ. Πρεβό σημειώνει ότι ναι μεν ο κανονισμός SoHo δημιουργείται για να καθοδηγήσει τα κράτη – μέλη και όχι να τους επιβάλει κανόνες, πρέπει όμως να έχει τον ορισμό της αποζημίωσης του δότη. Είναι καλό να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις.
Συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα – Το παράδειγμα της Γερμανίας
Στη Γερμανία, ο Ράινερ Μουγκ, καθηγητής μέλος του ΔΣ της επίσημης ομάδας εργασίας πλασμαφαίρεσης, εξηγεί μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι πρόκειται για μία ανεξάρτητη ομάδα, ενώ για τη συλλογή πλάσματος στη χώρα συνεργάζεται ο δημόσιος με τον ιδιωτικό τομέα και τον Γερμανικό Ερυθρό Σταυρό. «Έχουμε κοινό στόχο να βελτιώσουμε τη διαδικασία, την ποιότητα του προϊόντος, να διασφαλίσουμε την ασφάλεια του δότη, να δημιουργήσουμε νέα επιστημονικά δεδομένα στον τομέα της αφαίρεσης πλάσματος» λέει για να συμπληρώσει ότι την οργάνωση της δωρεάς πλάσματος την επωμίζονται μαζί με το γερμανικό υπουργείο Υγείας.
Στην Ευρώπη μιλάμε για πάνω από 20 χρόνια για δημόσια οικονομική ενίσχυση, χρηματοδότηση από τον δημόσιο τομέα της διαδικασίας της πλασμαφαίρεσης, κάτι που δεν έχει συμβεί. Όμως, για τους ασθενείς είναι πολύ σημαντικό να έχουμε αρκετό πλάσμα. Και συγκεκριμένα στην Ευρώπη το μοντέλο συνεργασίας του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα έχει αποδειχθεί πιο αποτελεσματικό υποστηρίζει ο κ. Πρεβό.
Απαντώντας σε ερώτηση για τον κίνδυνο που μπορεί να κρύβει η εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα, μεγάλων εταιρειών, σε μία παρόμοια διαδικασία ο καθηγητής Πίτερ Τζαγκουόρσκι λέει ότι οι εταιρείες στον συγκεκριμένο τομέα είναι γνωστές εδώ και τριάντα χρόνια, όλοι γνωρίζουν πώς λειτουργούν και υπόκεινται σε καλό ρυθμιστικό πλαίσιο από τις αρμόδιες αρχές στις ΗΠΑ, την ΕΕ.
Δότης πλάσματος εδώ και δέκα χρόνια
Ο Τίλμαν Χάουμπλερ είναι ένας νεαρός Γερμανός που εδώ και δέκα χρόνια κάθε Σάββατο πηγαίνει σε κέντρο δωρεάς πλάσματος στη Γερμανία και δίνει εθελοντικά πλάσμα έναντι κάποιας αποζημίωσης.
Η Γερμανία είναι μία από τις τέσσερις χώρες στην Ευρώπη -μαζί με την Αυστρία, την Τσεχία και την Ουγγαρία- όπου ισχύει η αποζημίωση των δοτών πλάσματος, ενώ εκτός από δημόσια κέντρα συλλογής υπάρχουν και ιδιωτικά.
Ο Τίλμαν διηγήθηκε την ιστορία του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στο περιθώριο του ετήσιου συνεδρίου της PPIT, στη Λισαβόνα. Πρώτη φορά που έδωσε πλάσμα λαμβάνοντας αποζημίωση ήταν το 2014, όταν ως φοιτητής αναζητούσε τρόπο για να ενισχύσει το εισόδημά του. Μία φίλη του τον ενημέρωσε ότι μπορούσε να κερδίσει 20 ευρώ σε μία ώρα, όταν το μέσο εισόδημα στη Γερμανία ήταν 850. Τα χρήματα όμως, όπως εξηγεί, δεν ήταν ο μόνος λόγος. Σκέφτηκε ότι θα μπορούσε επίσης να κάνει δωρεάν ιατρικές εξετάσεις, να διαβάσει όση ώρα διαρκούσε η πλασμαφαίρεση, ένα βιβλίο ή τα μαθήματά του για το Πανεπιστήμιο, θα πρόσεχε περισσότερο την υγεία του γιατί θα απείχε από το κάπνισμα ή το αλκοόλ- πολύ πιο σημαντικός λόγος: η γιαγιά του είχε αυτοάνοση θρομβοπενική πορφύρα/ σοβαρή ασθένεια που χρειάζεται θεραπεία με πλάσμα.
Στην αρχή, αντιμετώπισε την πρόταση της φίλης του με σκεπτικισμό γιατί φοβόταν τις βελόνες. Τελικά, όπως σημειώνει, ήταν μια καλή εμπειρία, και έγινε μια «συνήθεια με κοινωνικό αντίκτυπο».
Σήμερα εργάζεται στο τμήμα εκδηλώσεων σε πολιτικό κόμμα στο Βερολίνο. Δεν χρειάζεται πια τα χρήματα γιατί έχει δουλειά, από την οποία πληρώνεται. Δεν χρειάζεται, όπως υπογραμμίζει, τα 25 ευρώ. Τώρα είναι μέρος της ρουτίνας του. Προσφέρει πλάσμα μία φορά την εβδομάδα και έχει γίνει ένα είδος πρεσβευτή. Ανεβάζει στους λογαριασμούς του στα social media, φωτογραφίες από την ώρα που δίνει πλάσμα και καλεί τους ακολούθους του να προτείνουν έναν κοινωφελή οργανισμό για να δωρίσει την αποζημίωση που παίρνει. Άλλωστε στη Γερμανία, όπως παρατηρεί, όταν προσφέρεις πλάσμα υπάρχει ένα κουτάκι δίπλα σου όπου μπορείς να ρίξεις αν θέλεις την αποζημίωση προκειμένου να εξυπηρετηθεί ένας κοινωφελής σκοπός.
Το μήνυμά του προς τους νέους είναι να γίνουν δότες. «Είναι μια κοινωνική ευθύνη. Μπορείς να γίνεις αυτός που με τη δωρεά σου μπορείς να σώσεις και να σωθείς. Η αποζημίωση είναι ένας τρόπος να ξεκινήσεις, να γίνεις δωρητής αλλά δεν κόλλησα σε αυτό» […] «Αρχικά η αποζημίωση μπορεί να λειτουργεί ως κίνητρο. Μετά όμως γίνεται πιο συνειδητή πράξη» ξεκαθαρίζει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τη δική του ιστορία προσφοράς.
Στην εν εξελίξει συζήτηση για την ανάγκη αύξησης της ποσότητας πλάσματος, η ενημέρωση του κοινού, η εκπαίδευσή του, κρίνεται αποφασιστικής σημασίας. «Πρέπει να ενημερώσουμε τον πληθυσμό για τις δυνατότητες δωρεάς πλάσματος, γιατί πρέπει να υπάρχει γνώση. Είναι σημαντικό επίσης οι ασθενείς να πουν στους δότες για ποιο λόγο χρειάζονται το πλάσμα τους και τα παράγωγά του. Πόσο σημαντικό είναι το πλάσμα για τη θεραπεία συγκεκριμένων ασθενειών. Αυτά τα μηνύματα πρέπει να περάσουν σε όλο τον πληθυσμό για να γίνουν δότες» σημειώνει ο καθηγητής Ράινερ Μουνγκ.