Εκτός λειτουργίας ο αξονικός τομογράφος στο Νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς» της Θεσσαλονίκης

26-12-2016

Εκτός λειτουργίας παραμένει από τις 30 Ιουλίου ο αξονικός τομογράφος στο Νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς» της Θεσσαλονίκης, λόγω βλάβης. Αυτό καταγγέλλουν οι γιατροί του νοσηλευτικού ιδρύματος και ζητούν να εγκατασταθεί άμεσα σύγχρονος αξονικός τομογράφος. Υποστηρίζουν μάλιστα ότι όσο ο αξονικός τομογράφος είναι εκτός λειτουργίας κινδυνεύει η ζωή ασθενών, ειδικά κατά τις ημέρες εφημερίας, όπου το χρονικό περιθώριο για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών είναι μικρό και υπάρχει κίνδυνος να καταλήξει ο ασθενής κατά τη διακομιδή σε άλλα νοσοκομείο με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. 

Από την πλευρά της, η διοίκηση του νοσοκομείου δεσμεύεται ότι το υπάρχον ιατρικό μηχάνημα θα επισκευαστεί και θα επαναλειτουργήσει έως τις 9 Σεπτεμβρίου. Μέχρι τότε, κατά τις εφημερίες, τα περιστατικά εξυπηρετούνται από το Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, το οποίο απέχει 500 μέτρα από το «Γ. Γεννηματάς», ενώ τις υπόλοιπες ημέρες από τα άλλα νοσοκομεία της πόλης. 

Οι γιατροί του νοσοκομείου σε ανακοίνωσή τους, τονίζουν ότι η βλάβη ήταν «προβλέψιμη και αναμενόμενη λόγω υπέρβασης, κατά πολύ μάλιστα, του εγγυημένου αριθμού εξετάσεων και παρά τις διαρκείς και αγωνιώδεις προειδοποιήσεις, κατά τα τουλάχιστον δύο τελευταία χρόνια, από πλευράς διευθύντριας του Ακτινολογικού Τμήματος». 

Η Ένωση Νοσοκομειακών Ιατρών Θεσσαλονίκης (ΕΝΙΘ) αναφέρει ότι όσο ο αξονικός τομογράφος είναι εκτός λειτουργίας κινδυνεύει η ζωή ασθενών, ειδικά κατά τις ημέρες εφημερίας, όπου το χρονικό περιθώριο για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών είναι μικρό και υπάρχει κίνδυνος να καταλήξει ο ασθενής κατά τη διακομιδή σε άλλα νοσοκομείο με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ. 

Σύμφωνα με τους γιατρούς, έχει παρατηρηθεί καθυστέρηση έως και τεσσάρων ωρών στη διακομιδή ασθενών σε άλλο νοσοκομείο, μέσω ΕΚΑΒ, διότι έχουν μετακινηθεί όλοι οι οδηγοί ασθενοφόρων από τα νοσοκομεία και δεν υπάρχει αυτονομία στην άμεση μεταφορά τους. 

Επιπλέον, επειδή η διακομιδή σε άλλο νοσοκομείο πρέπει να γίνεται συνοδεία γιατρού και λόγω του ανεπαρκούς αριθμού ιατρικού προσωπικού παρατείνεται ο χρόνος αναμονής των ασθενών στο τμήμα επειγόντων περιστατικών με κίνδυνο να μην αντιμετωπιστούν έγκαιρα.