Υπάρχουν ορισμένοι άνθρωποι που λατρεύουν την γυμναστική και η αγαπημένη τους στιγμή είναι όταν βρίσκονται στο γυμναστήριο και ιδρώνουν επάνω στα όργανα. Αυτοί όμως πρέπει να είναι η μειοψηφία. Οι περισσότεροι σιχαίνονται τη γυμναστική και ακόμα όταν ασκούνται το κάνουν με το ζόρι. Γιατί όμως σιχαινόμαστε τόσο την γυμναστική; Ολλανδοί επιστήμονες έχουν την απάντηση.
Ερευνητές από το Ιατρικό Κέντρο VU μελέτησαν εκατοντάδες χιλιάδες ζευγάρια διδύμων (μονοζυγωτικών και διζυγωτικών) και μη, σε ηλικία από 12 έως 25 ετών.
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό έντυπο Psychology of Sport and Exercise. Έδειξαν η αγάπη ή μη στην γυμναστική είναι κληρονομική και πως τα άτομα που απολάμβαναν τη γυμναστική έτειναν να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο σ’ αυτή τη συνήθεια.
«Παρά τη διαδεδομένη αντίληψη ότι η γυμναστική κάνει του πάντες να αισθάνονται καλύτερα, δεν είναι πάντα έτσι τα πράγματα. Υπάρχουν τεράστιες διαφορές στο πως αισθάνονται οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια και μετά την άθληση», εξηγεί η συγγραφέας της μελέτης Νιενκε Σουτε, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα Δημόσιας και Επαγγελματικής Υγείας του ολλανδικού νοσοκομείου.
Οι επιστήμονες μελέτησαν 115 ζευγάρια πανομοιότυπων διδύμων, 111 ζευγάρια διζυγωτικών διδύμων και 35 μη δίδυμα αδέρφια. Όλοι έπρεπε να κάνουν στατικό ποδήλατο για 20 λεπτά και επίσης να τρέξουν σε διάδρομο για επιπλέον 20 λεπτά. Και οι δυο μορφές άσκησης ήταν σε μη εντατικό ρυθμό, αν και ένας δεύτερος ποδηλασίας απαιτούσε να κάνουν πετάλι μέχρις εξαντλήσεως.
Κατά τη διάρκεια κάθε γύρου άσκησης οι συμμετέχοντες έπρεπε να περιγράψουν πως καλά ή άσχημα αισθάνονταν και αν η γυμναστική τους έκανε να αισθάνονται ενεργητικούς, ζωντανούς, αγχωμένους ή βίωναν ένταση. Να σημειωθεί ότι συνυπολογίστηκε και ο τρόπος ζωής των εθελοντών ως προς την θέση της σωματικής άσκησης στην καθημερινότητά τους.
Από την αξιολόγηση των στοιχείων προέκυψε ότι, η γενετική προδιάθεση αναλογούσε στο 12-37% των διακυμάνσεων που παρατηρήθηκαν ως προς την ευχαρίστηση που προέκυπτε από την άθληση. Και όσο περισσότερο απολάμβανε τη γυμναστική το άτομο, τόσο συχνότερα γυμναζόταν.
Αν και η μελέτη αναδεικνύει απλώς έναν συσχετισμό μεταξύ απόλαυσης από την γυμναστική και γονιδίων, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αιτιολογική. «Το σημαντικότερο είναι ότι δεν πρέπει να θεωρούμε ότι όλα ταιριάζουν σε όλους. Και αφού πλέον γνωρίζουμε ότι το πώς αισθάνεται κανείς κατά τη διάρκεια και μετά την γυμναστική είναι κληρονομικό, τότε μπορούμε όντως να αναζητήσουμε τα γονίδια που κρύβονται πίσω απ’ αυτό. Ο εντοπισμός τους θα βοηθήσει ώστε στο μέλλον να σχεδιαστούν παρεμβάσεις ανάλογα με το γονιδιακό προφίλ του καθενός και να τίθενται ρεαλιστικοί στόχοι άθλησης», υπογραμμίζει η ερευνήτρια.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Πόση γυμναστική πρέπει να κάνετε για να κάψετε τις θερμίδες από μια πίτσα;
Επιστήμονες έφτιαξαν χάπι για όσους μισούν την γυμναστική