Διαφορές κορονοϊού με την εποχική γρίπη
Ενημέρωση για τις αναπνευστικές παθήσεις στο πλαίσιο των τελευταίων εξελίξεων με την πανδημία του κορωνοϊού COVID-19, κάνει η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία.
Όπως αναφέρει, μεταξύ άλλων, η πλειοψηφία των κρουσμάτων παρουσιάζει ελαφρά συμπτώματα ανάλογα με αυτά της εποχικής γρίπης χωρίς ανάπτυξη επιπλοκών σε ποσοστό που ξεπερνά το 80% με ποσοστό 15-20% των προσβληθέντων να εκτιμάται ότι θα χρειαστούν νοσηλεία.
Τα κύρια συμπτώματα της νόσου περιλαμβάνουν τα παρόμοια συμπτώματα γριπώδους συνδρομής με εμφάνιση πυρετού (88%), μη παραγωγικός βήχα(68%), αιμόπτυση (7%), πονόλαιμος(14%), κεφαλαλγία(14%), αρθραλγίεςμυαλγίες(15%) και δύσπνοια(19%).
Είναι σημαντικό, τονίζει, να γίνει κατανοητό ότι η κλινική εικόνα παρουσιάζει ευρεία διακύμανση από την ήπια μορφή της νόσου, που είναι και η συνηθέστερη, μέχρι τη βαρέα η οποία δύναται να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο.
Η δύσπνοια, είναι κυρίως το σύμπτωμα που θορυβεί τους ασθενείς και προσέρχονται στους χώρους παροχής υγείας προς εκτίμηση, η οποία δύναται να εμφανιστεί άμεσα ή ακόμα και μετά από επτά ημέρες.
Συνήθως, συνδυάζεται με υψηλό πυρετό, κεφαλαλγία, έντονη καταβολή και αδυναμία. Συμπτωματολογία δύναται να υπάρχει από το ανώτερο αναπνευστικό με ρινική καταρροή, ανοσμία, αγευσία και τους οφθαλμούς με επιπεφυκίτιδα, καθώς και κοιλιακό άλγος, έμετος-ναυτία (5%) και διαρροϊκές κενώσεις (4%) ως επί της προσβολής του γαστρεντερικού.
Διαφορές κορονοϊού με την εποχική γρίπη
Η περίοδος επώασης και τα συμπτώματα των ατόμων που νοσούν από γρίπη συνήθως εμφανίζονται μέσα σε χρονικό διάστημα των πρώτων 3-5 ημερών, ενώ στην νόσο covid-19 η επώαση διαρκεί 14 ημέρες και τα συμπτώματα δύναται να εμφανιστούν σε όλη τη διάρκεια της.
Ο χρόνος που απαιτείται για να μολυνθεί ένας υγιής από έναν ασθενή(serialinterval) από τη στιγμή εμφάνισης των συμπτωμάτων υπολογίζεται περίπου στις 5-6 ημέρες στον κορονοϊό, ενώ στη γρίπη υπολογίζεται στις 3 ημέρες με σημαντική διασπορά ανάμεσα στα άτομα πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα, κάτι που δεν διαφαίνεται να ισχύει στον κορονοϊό.
Ο αριθμός αναπαραγωγιμότητας (reproductionnumber – R0),o οποίος αποτελεί το μέγεθος μέτρησης της μεταδοτικότητας και εμφάνισης νέων περιστατικών κατά τη διάρκεια της νόσου covid 19,εκτιμάται στο 2-2.5 και είναι μεγαλύτερος από την εποχική γρίπη που υπολογίζεται γύρω 1-1.5.
Τα παιδιά είναι μια ομάδα πληθυσμού τα οποία νοσούν πολύ εύκολα και δύναται να εμφανίσουν επιπλοκές από την εποχική γρίπη, σε αντίθεση με τον νέο κορονοϊό που η θνητότητα σε αυτές τις ηλιακές ομάδες είναι σημαντικά χαμηλή και λιγότερο του <1%.
Επίσης, η εγκυμοσύνη, ιδίως του τρίτου τριμήνου έχει συνδεθείμε σοβαρές περιπτώσεις νόσησης στην εποχική γρίπη, γεγονός που δεν έχει καταγραφεί από τον νέο κορονοϊό όπου οι εγκυμονούσες και οι λεχώνες διατρέχουν τον ίδιο κίνδυνο
νόσησης με τον υπόλοιπο πληθυσμό.
H θνητότητα στη νόσο covid 19, αν και είναι δύσκολο να υπολογιστεί λόγω των ήπιων μορφών νόσησης που πιθανόν να μην καταμετρώνται, φαίνεται να αγγίζει το ποσοστό 3-4% σε σύγκριση με την εποχική γρίπη όπου το αντίστοιχο ποσοστό υπολογίζεται το 0.1-.0.5%.
Από τα μέχρι τώρα επιδημιολογικά στοιχεία του CDC, η θνητότητα από τον COVID-19 είναι μεγαλύτερη στους άνδρες σε ποσοστό 2,8%, ενώ στις γυναίκες 1,7%.
Η θνητότητα επηρεάζεται και μεταβάλλεται σαφώς από το επίπεδο και τις παροχές υπηρεσιών υγείας κάθε χώρας που πλήττεται από τον κορονοϊό.