Η μετάβαση του ΕΣΥ από την εποχή των αρεστών στην εποχή των άριστων

26-12-2016

Γράφει ο Θοδωρής Δημόπουλος, (MSc Health Management), Κοινωνικός Λειτουργός του Ε.Π.Ε.Κ.Α στις κοινωνικές δομές του Δήμου Ζωγράφου και Μονάδας Φροντίδας Ηλικιωμένων “ΜΑΡΕΠΗ”, καθώς και αν. μέλος του Δ.Σ. των Διασυνδεόμενων Νοσοκομείων Λαμίας – Άμφισσας – Καρπενησίου.

Η επικαιρότητα και τα τεκταινόμενα στον χώρο της υγείας αποτελούν και ερέθισμα για την διενέργεια αναφορών που αφορούν το σύστημα, το οποίο αποτελεί και το πλαίσιο άσκησης πολιτικής υγείας. Το εκάστοτε Σύστημα Υγείας άλλωστε είναι στην ουσία το σύνολο των διαθέσιμων πόρων και των διοικητικών προτύπων που απαιτούνται, έτσι ώστε εφαρμόζοντας συγκεκριμένα διοικητικά μοντέλα για την διαχείριση των διαθέσιμων πόρων, να παρέχονται υπηρεσίες υγείας με σκοπό την βελτίωση ή την διατήρηση του επιπέδου υγείας του πληθυσμού.

Εν τω μεταξύ, το ΕΣΥ σήμερα διανύει ίσως την κρισιμότερη περίοδο της ζωής του. Σχεδόν τα πάντα είναι επισφαλή, ρευστά και αβέβαια. Η αναγκαιότητα ή η συνειδητή επιλογή της περιστολής των δαπανών λειτουργίας, ελέω της πιστής τήρησης των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας έχει εξασθενήσει τον “οργανισμό”, ο οποίος σε συνδυασμό με τις δυσκίνητες διοικητικές πρακτικές οδηγείται πιο κοντά στο χείλος της πλήρους κατάρρευσης.

Διεξοδικές συζητήσεις επί συζητήσεων και ατέρμονες διαλεκτικές διαδικασίες θεωρητικού επιπέδου βυθίζουν την δημόσια υγεία στην δίνη της αδράνειας και ξοδεύουν την ιστορική ευκαιρία που γεννάται μέσα από την μεγάλη κρίση, για εξορθολογισμό και αναδόμηση της σε στέρεες βάσεις. Τα σύγχρονα αναπτυξιακά προτάγματα “ξεθωριάζουν” και η προώθηση τους αναβάλλεται επ’ αόριστον κατά την συνήθη πρακτική, δείγμα της εγγενούς νοοτροπίας που καλλιεργήθηκε επί μακρόν.

Οι ανάγκες της αντικειμενικής και αξιόπιστης αξιολόγησης των λειτουργών της υγείας, ανεξαρτήτου ιδιότητας και βαθμίδας υποτάσσονται και υπονομεύονται στην φθοροποιό λογική του πολιτικού κόστους. Οι μέθοδοι έγκυρης αξιολόγησης δεσπόζουν στα ακαδημαϊκά και επιστημονικά εγχειρίδια χωρίς να εφαρμόζονται στην καθημερινότητα. Η συνείδηση της κοινής γνώμης μπροστά στην έλλειψη βούλησης αποκαρδιώνεται. Στην έλλειψη αισθήματος κοινωνικής δικαιοσύνης από τις συντεχνίες των μετρίων που φαλκιδεύουν το σύστημα στην παρακμή, χάνει και την όποια ικμάδα ελπίδας.

Ο επιστημονικός κόσμος βαθύτατα προβληματισμένος για το τι ενδεχομένως θα μπορούσε να συμβάλλει στην διάσωση, διατυπώνει κατά καιρούς απόψεις και προσεγγίσεις εις ώτα ακουόντων(;), που προσπαθούν να μην αφήσουν να πάει στράφι η ευκαιρία ριζικής αναδιάταξης του συστήματος. Οι προσπάθειες όμως αυτές νομοτελειακά θα πέσουν στο κενό εάν δεν επιτευχθεί η υπέρβαση. Η ευκαιρία που προκύπτει μέσα σε αυτή την περιδίνηση της ύφεσης υπαγορεύει την υλοποίηση μίας δέσμης προτάσεων που αφορούν την εφαρμογή αντικειμενικών μεθόδων αξιολόγησης των διακονούντων το σύστημα. Μερικές από αυτές είναι:

  • Εμπέδωση νέων αντιλήψεων που θα είναι ευλαβικά προσανατολισμένες στην προσφορά και στην λήψη αποφάσεων με γνώμονα την προσήλωση σε έναν νέο αξιακό κώδικα και την κοινωνική ευθύνη.
  • Στελέχωση όλων των βαθμίδων του συστήματος, όχι μόνο με βάση τα δημοσιευμένα abstracts, αλλά και βάσει των κριτηρίων που άπτονται της δέουσας ηθικής.
  • Καλλιέργεια κουλτούρας συναίνεσης και συνεργασίας όσον αφορά την χάραξη και τον σχεδιασμό νέων πολιτικών υγείας.
  • Διατύπωση της “μαγικής” λέξης “κίνητρο” και αφομοίωση στην σφυρηλάτηση μίας νέας οργανωσιακής και επιχειρησιακής νοοτροπίας.
  • Εκ βάθρων αλλαγή του τοπίου στην εκπαιδευτική διαδικασία με αλλαγή στα κριτήρια εισαγωγής στις σχολές των επαγγελμάτων που επωάζουν τους μελλοντικούς “λειτουργούς” του συστήματος υγείας.
  • Αξιόπιστη μέτρηση της ποιότητας και της παραγωγικότητας και σύνδεσης τους με την αμοιβή.

Επομένως επιτακτική καθίσταται η ανάγκη της εκπόνησης ενός νέου συστήματος αξιολόγησης και στελέχωσης που θα αντέξει και που θα αποτελέσει το μέσο μετάβασης του ΕΣΥ από την εποχή των αρεστών στην εποχή των άριστων.