ΙΛΙΑ ΜΕΤΣΝΙΚΟΦ

Ίλια Ιλίτς Μέτσνικοφ
14-05-2021

Ο Ίλια Ιλίτς Μέτσνικοφ (15 Μαΐου 1845 – 15 Ιουλίου 1916) ήταν Ουκρανός, Ρώσος και Γάλλος ζωολόγος γνωστός για την πρωτοπόρα έρευνά του στην ανοσολογία. Για την αναγνώριση της δουλειάς του στο πεδίο της ανοσίας, του απονεμήθηκε το βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1908, από κοινού με τον Πάουλ Έρλιχ.

Συγκεκριμένα του αποδίδεται η ανακάλυψη των φαγοκυττάρων (μακροφάγα) το 1882. Αυτά τα κύτταρα αποδείχθηκε ότι ήταν ο κύριος αμυντικός μηχανισμός της εγγενούς ανοσίας. Καθιέρωσε την ιδέα της κυτταρικής ανοσίας, ενώ ο Έρλιχ αυτή της χυμικής ανοσίας. Οι εργασίες τους θεωρούνται οι θεμέλιοι λίθοι της επιστήμης της ανοσολογίας. Του έχει δοθεί ο χαρακτηρισμός του «πατέρα της κυτταρικής ανοσίας». Επίσης, του αποδίδεται από κάποιες φορές ότι δημιούργησε τον όρο γεροντολογία το 1903, για την μελέτη του γήρατος και της μακροζωίας.

Ο Μέτσνικοφ ενδιαφέρθηκε για τη μελέτη των μικροβίων, και ιδιαίτερα το ανοσοποιητικό σύστημα. Στη Μεσσίνα ανακάλυψε την φαγοκυττάρωση, ενώ πειραματιζόταν με λάρβες αστερία. Το 1882, έδειξε την διαδικασία, καρφώνοντας μικρά αγκάθια σε λάρβες αστερία και βρήκε ασυνήθιστα κύτταρα γύρω από τα αγκάθια. Τα αγκάθια προέρχονταν από μανταρινιά. Συνειδητοποίησε όταν στα ζώα με αίμα, τα λευκά αιμοσφαίρια μαζεύονταν στο σημείο της φλεγμονής και υπέθεσε ότι με αυτή τη διαδικασία ο οργανισμός επιτεθόταν στα βακτήρια, τα οποία σκότωνε με τα λευκά αιμοσφαίρια. Συζήτησε αυτήν την υπόθεση με τον Καρλ Φρίντριχ Βίλχεμ Κλάους, καθηγητή Ζωολογίας στο πανεπιστήμιο της Βιέννης, ο οποίος πρότεινε τον όρο «φαγοκύτταρο» για τα κύτταρα τα οποία περιβάλλουν και σκοτώνουν παθογόνα. Ανακοίνωσε τα ευρήματά του στο Πανεπιστήμιο της Οδησσού το 1883.

Η θεωρία του, ότι συγκεκριμένα λευκά αιμοσφαίρια μπορούσαν να περιβάλλον και να καταστρέψουν βλαπτικά σώματα, όπως βακτήρια, αντιμετωπίστηκε με σκεπτικισμό από τους κορυφαίους του χώρου, όπως ο Λουί Παστέρ, ο Έμιλ Άντολφ φον Μπέρινγκ και άλλους. Εκείνη την εποχή, οι βακτηριολόγοι πίστευαν ότι τα λευκά αιμοσφαίρια κατάπιναν τα παθογόνα και τα διέσπειραν σε όλο το σώμα. Ο κύριος υποστηρικτής του ήταν ο Ρούντολφ Βίρχοβ, ο οποίος δημοσίευσε την έρευνά του στο Archiv für pathologische Anatomie und Physiologie und für klinische Medizin. Εν τέλει, αυτή η ανακάλυψή του τιμήθηκε με το Νόμπελ το 1908. Εργάστηκε με τον Εμίλ Ρου για τη χρήση του καλομέλατος για την πρόληψη της σύφιλης.

Το 1887, παρατήρησε ότι τα λευκά αιμοσφαίρια που απομόνωσε από αίμα διαφόρων ζώων προσελκύονταν από συγκεκριμένα βακτήρια. Αυτή η έλξη σύντομα προτάθηκε ότι οφείλεται σε διαλυτά στοιχεία που απελευθερώνουν τα βακτήρια. Περίπου 85 χρόνια αργότερα από αυτήν την παρατήρηση, εργαστηριακές μελέτες έδειξαν ότι αυτά τα στοιχεία ήταν χαμηλού μοριακού βάρους ολιγοπεπτίδια, τα οποία παράγονται από τα αναπτυσσόμενα Gram- και Gram+ βακτήρια.

Ο Μέτσνικοφ επίσης ανέπτυξε τη θεωρία ότι το γήρας οφείλεται σε τοξικά βακτήρια στη κοιλιά και ότι το γαλακτικό οξύ μπορεί να παρατείνει τη ζωή. Με βάση αυτή τη θεωρία, έπινε ξινόγαλο κάθε μέρα και έγραψε μια εργασία για την επιμήκυνση της ζωής, με τις ιδιότητες του λακτοβάκιλους. Απέδωσε την μακροβιότητα των Βουλγάρων χωρικών στην κατανάλωση γιαουρτιού.