Με τερηδόνα περισσότερα από τα μισά Ελληνόπουλα

26-12-2016

Πανελλαδική  έρευνα υπό την αιγίδα της Οδοντιατρικής Ομοσπονδίας αποτύπωσε τα οδοντιατρικά προβλήματα  και τις ανάγκες του πληθυσμού. Σύμφωνα με την έρευνα που έγινε σε αστικές και αγροτικές περιοχές σε ένα δείγμα πληθυσμού ηλικιών: 5, 12, 15, 35‐44 και 65‐74 ετών μετά την στατική επεξεργασία των ευρημάτων προέκυψαν μεταξύ άλλων τα εξής ευρήματα: 

  • Στα παιδιά 5 ετών Ελληνικής καταγωγής, ελεύθερα τερηδόνας είναι το 42,4%, ενώ στα παιδιά 12 και 15 ετών είναι το 27,7% και 16,3%, αντίστοιχα. Στα παιδιά μεταναστών, τα ποσοστά παιδιών ελεύθερων τερηδόνας είναι ακόμη χαμηλότερα και συγκεκριμένα 26,2%, 14,4% και 10,3%, αντίστοιχα.
  • Το 17,7% των παιδιών 5 ετών έχουν αρχόμενες τερηδόνες, ενώ στις ηλικίες 12 ετών και 15 ετών, τα ποσοστά είναι 19,8% και 16,9% αντίστοιχα. Πρέπει να τονιστεί ότι οι αρχόμενες τερηδόνες μπορούν να αναχαιτιστούν ή ακόμη και να αναστραφούν με κατάλληλη θεραπεία, ώστε να μην εξελιχθούν σε κοιλότητες.
  • Το μεγαλύτερο ποσοστό των αναγκών οδοντιατρικής φροντίδας παραμένουν αθεράπευτες: 86,8% των 5χρονων, 62% των 12χρονων και 60,1% των 15χρονων έχουν ανάγκες που δεν έχουν αντιμετωπιστεί.
  • Σε σύγκριση με τα στοιχεία από την επιδημιολογική μελέτη του 2004, ο δείκτης τερηδόνας και στις τρεις ηλικιακές ομάδες παρουσιάζεται μειωμένος, αλλά παρατηρείται μεγαλύτερο ποσοστό αναγκών που μένουν χωρίς αντιμετώπιση, γεγονός που πιθανότατα αντανακλά τον αντίκτυπο που έχει η οικονομική κρίση που περνά η χώρα από το 2009 για όλες τις ηλικιακές ομάδες των παιδιών.

 

Σημειώνεται ότι στην έρευνα αποτυπώθηκε μεγάλος συσχετισμός των κοινωνικών ανισοτήτων και της στοματικής υγείας. Συγκεκριμένα:

  • Τα παιδιά με γονείς ανώτατης εκπαίδευσης και από αστικές περιοχές επισκέπτονται το οδοντίατρο για πρόληψη σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό έναντι των παιδιών από αγροτικές περιοχές και χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης των γονέων.
  • Ο δείκτης τερηδόνας δείχνει επίσης να επηρεάζεται τόσο από το επίπεδο εκπαίδευσης των γονέων όσο και από την στοματική υγιεινή και τις νόσους του περιοδοντίου.
  • Στην ομάδα ηλικίας 35-44 ετών, ο αστικός πληθυσμός είχε χαμηλότερους δείκτες τερηδόνας σε σχέση με τον αγροτικό, ενώ αυξανομένου του επιπέδου εκπαίδευσης και του μηνιαίου εισοδήματος μειώνονταν οι τιμές των δεικτών.
  • Στην ομάδα ηλικίας 65-74 ετών παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές του δείκτη τερηδόνας κατά επίπεδο εκπαίδευσης και μηνιαίο εισόδημα. Αυξανομένου του εκπαιδευτικού επιπέδου και του μηνιαίου εισοδήματος μειώνονταν οι τιμές του δείκτη στοματικής υγιεινής (επίπεδα πλάκας και τρυγίας).
  • Αυξανομένου του εκπαιδευτικού επιπέδου και του μηνιαίου εισοδήματος αυξανόταν και το ποσοστό των ατόμων που είχε διατηρήσει μεγαλύτερο αριθμό φυσικών δοντιών στη στοματική κοιλότητα.
  • Το 38,2% των μεσηλίκων και το 42,9% των ατόμων τρίτης ηλικίας δεν είχε καλύψει τις προσθετικές του ανάγκες. Στην ομάδα ηλικίας 65-74 ετών το ποσοστό εκείνων που είχε ανάγκη προσθετικής αποκατάστασης ήταν υψηλότερο το 2013 σε σχέση με το 2004. Με δεδομένο το υψηλό κόστος των προσθετικών αποκαταστάσεων, είναι πιθανό οι διαφορές αυτές μεταξύ των δύο μελετών να οφείλονται στην οικονομική κρίση.