Σε ποια ηλικία «χτυπάει» συχνότερα ο Διαβήτης τύπου 2 μία γυναίκα;
Ιδιαίτερα επικίνδυνη είναι η ηλικία γύρω από την εμμηνόπαυση. Οι σημαντικές αλλαγές στα επίπεδα και την ισορροπία των ορμονών του φύλου έχουν αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού βάρους, τη συσσώρευση λίπους γύρω από τη μέση και την αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση ΣΔ τύπου 2. Η πιθανότητες αυτές γίνονται μεγαλύτερες αν συνυπάρχουν: (1) θετικό οικογενειακό ιστορικό ΣΔ (πατέρας, μητέρα, αδελφός, αδελφή με ΣΔ), (2) εγκατεστημένη παχυσαρκία πριν από την εμμηνόπαυση, (3) καθιστική ζωή, (4) ιστορικό ανάπτυξης ΣΔ στην κύηση ο οποίος εξαφανίσθηκε μετά τον τοκετό, (5) γέννηση παιδιών με σωματικό βάρος πάνω από 4 κιλά, (6) υπέρταση ή αύξηση των λιπιδίων στο αίμα.
Πως επηρεάζει μία γυναίκα σε εμμηνόπαυση η εκδήλωση της νόσου;
Η εμμηνόπαυση δεν επηρεάζει όλες τις γυναίκες με τον ίδιο τρόπο, αλλά υπάρχουν κάποια κοινά σημεία: (1) Οι αλλαγές των ορμονών επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο τα κύτταρα του σώματος αντιδρούν στην ινσουλίνη με αποτέλεσμα αιφνίδιες μεταβολές στα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα και τεράστια δυσκολία στην επίτευξη καλής ρύθμισης του ΣΔ, (2) η αύξηση του σωματικού βάρους αλλά και των λοιμώξεων (ουροποιητικού και γεννητικών οργάνων) προσθέτουν επιπλέον βαθμούς δυσκολίας στην επίτευξη και διατήρηση καλής ρύθμισης και κατά κανόνα απαιτούνται υψηλότερες δόσεις ινσουλίνης ή άλλων αντι-διαβητικών φαρμάκων, (3) οι εξάψεις, οι εφιδρώσεις αλλά και η γενικότερη αναταραχή της ψυχικής σφαίρας δημιουργούν προβλήματα στον ύπνο η καλή ποιότητα του οποίου είναι εξαιρετικά σημαντική για την ομαλή λειτουργία του βιολογικού ρολογιού και τον επαρκή συντονισμό του μεταβολισμού.
Ποια είναι τα πρώτα συμπτώματα που θα πρέπει να «χτυπήσουν καμπανάκι» σε μία γυναίκα για την εμφάνιση της νόσου;
Ο ΣΔ τύπου 2 αναπτύσσεται ύπουλα χωρίς να προειδοποιεί. Σε γενικές γραμμές τα συμπτώματα είναι τα ίδια και στα δυο φύλα (αυξημένη δίψα και πείνα, πολυουρία, θάμπωμα στην όραση, ζάλη, υπερβολική κούραση, ανεξήγητη απώλεια βάρους, τραύματα που δεν κλείνουν εύκολα), υπάρχουν όμως και συμπτώματα τα οποία εμφανίζονται ειδικά στις γυναίκες: (1) Μυκητιάσεις στον κόλπο (τοπική φαγούρα – πόνος, εκκρίματα, πόνος κατά την σεξουαλική επαφή) και το στόμα (λευκωπό επίχρισμα στη γλώσσα και τη στοματική κοιλότητα). (2) Ουρολοιμώξεις (πόνος – κάψιμο στην ούρηση, αιματουρία ή αφρώδη ούρα). (3) Μείωση της libido αν έχει αναπτυχθεί διαβητική νευροπάθεια και μείωση της αισθητικότητας. (4) Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών (διαταραχές στην έμμηνο ρύση, υπερτρίχωση, ακμή, μείωση γονιμότητας) το οποίο κατά κανόνα συνοδεύεται από προδιαβήτη ή έκδηλο ΣΔ τύπου 2, για τη διάγνωση του οποίου συνήθως χρειάζεται καμπύλη γλυκόζης.
Τι επιπτώσεις μπορεί να έχει η νόσος στην επιθυμία μίας γυναίκας ασθενούς να τεκνοποιήσει;
Ο ΣΔ (τύπου 2 ή τύπου 1) είναι απόλυτα ασφαλής και δεν εμποδίζει σε τίποτα μια γυναίκα να μείνει έγκυος και να φέρει στον κόσμο ένα υγιέστατο μωρό. Τονίζεται όμως ότι, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, η διατροφή πρέπει να είναι σταθμισμένη και η ρύθμιση του ΣΔ εξαιρετικά καλή ώστε να αποφευχθούν οι επιπλοκές στο έμβρυο. Αν ο ΣΔ είναι αρρύθμιστος και τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα της μητέρας παραμένουν υψηλά, θα περάσουν μέσω του πλακούντα στο έμβρυο και θα το αναγκάσουν να εκκρίνει αυξημένα ποσά ινσουλίνης με αποτέλεσμα την αύξηση του βάρους του (μακροσωμία). Αυτό μπορεί να του προκαλέσει κακώσεις κατά τον τοκετό, υπογλυκαιμία αμέσως μετά τη γέννηση και προβλήματα αναπνοής. Να σημειωθεί ότι μωρά που γεννιούνται με υπερινσουλιναιμία, έχουν τάση για παχυσαρκία στην παιδική ηλικία και αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης ΣΔ τύπου 2 και υπέρτασης ως ενήλικες.
Πως επηρεάζει ο κύκλος της εμμηνορρυσίας το νόσημα;
Η εμμηνορρυσία μπορεί να επηρεάσει τον ΣΔ διότι οι ορμόνες που τη ρυθμίζουν τροποποιούν τη δράση της ινσουλίνης στους ιστούς ανάλογα με το στάδιο του κύκλου και επομένως προκαλούν αλλαγές στα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα. Μία ή δυο εβδομάδες πριν την περίοδο μπορεί να παρατηρηθούν συμπτώματα όπως ευερεθιστότητα, αλλαγές στη διάθεση, αίσθημα κόπωσης, επιθυμία για φαγητό, με αποτέλεσμα τον σταδιακό αποσυντονισμό του θεραπευτικού προγράμματος και την απορρύθμιση του ΣΔ λίγες ημέρες πριν την εμμηνόρροια. Αν στη θεραπεία του ΣΔ υπάρχει ινσουλίνη πρέπει να αυξηθεί προσωρινά η δόση και να γίνει κατάλληλη προσαρμογή της διατροφής. Είναι επίσης σημαντικό να γίνεται προσπάθεια προσαρμογής στο stress με καθιέρωση τακτικού προγράμματος δραστηριότητας με αεροβική άσκηση ή γιόγκα και αρκετού ύπνου (τουλάχιστον 8 ώρες). Σε περιπτώσεις έντονης απορρύθμισης του ΣΔ και δυσκολία στη λήψη αποφάσεων για τροποποιήσεις της θεραπευτικής αγωγής μπορεί να χρησιμοποιηθεί η συνεχής καταγραφή των διακυμάνσεων της γλυκόζης.
Κατά τη διάρκεια της κύησης, μία γυναίκα ασθενής μπορεί να συνεχίζει κανονικά τη φαρμακευτική της αγωγή;
Ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας του ΣΔ στην κύηση είναι η σχολαστικά προσεγμένη διατροφή και η άσκηση. Η φαρμακευτική θεραπεία που προτιμάται είναι η ινσουλίνη (ΝΡΗ και η Detemir) διότι είναι ασφαλής και δεν διέρχεται τον πλακούντα. Τα άλλα αντι-διαβητικά φάρμακα είναι ανεπαρκή για να ξεπεράσουν την έντονη αντίσταση στην ινσουλίνη που αναπτύσσεται στην κύηση ενώ διέρχονται τον πλακούντα και περνούν στην κυκλοφορία του εμβρύου. Σύμφωνα με τις οδηγίες της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας (Ιανουάριος 2018) στην κύηση: (1) ο στόχος της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης είναι 6-6.5% εάν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς υπογλυκαιμίες ή 7% αν υπάρχει κίνδυνος υπογλυκαιμιών, (2) τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα 95mg/dl πριν το φαγητό ενώ μετά το φαγητό στη 1 ώρα να μην υπερβαίνουν τα 140mg/dl και στις 2 ώρες τα 120mg/dl. Σημαντικός είναι ο συχνός αυτό-έλεγχος της γλυκόζης και επί αμφιβολιών η τοποθέτηση συσκευών συνεχούς καταγραφής.
Ποιο είναι το ποσοστό των εγκύων που προσβάλλονται από Διαβήτη;
Κατά τη διάρκεια της κύησης (συνήθως γύρω στην 24η εβδομάδα) και σε ποσοστό περίπου 10% μπορεί να αναπτυχθεί ΣΔ χωρίς να προϋπάρχει. Το αίτιο δεν είναι γνωστό αλλά το πιο πιθανό είναι ότι οι ορμόνες που εκκρίνει ο πλακούντας και συμβάλλουν στην ανάπτυξη του εμβρύου προκαλούν στη μητέρα αντίσταση στην ινσουλίνη με αποτέλεσμα τον ΣΔ. Παρά το γεγονός ότι στο 90% των περιπτώσεων ο ΣΔ κύησης εξαφανίζεται μετά τον τοκετό, υπάρχει πάνω από 60% πιθανότητα να επανεμφανισθεί στα επόμενα 10-20 χρόνια. Σύμφωνα με τις οδηγίες της Αμερικανικής Διαβητολογικής Εταιρείας (Ιανουάριος 2018) οι γυναίκες με ΣΔ κύησης πρέπει να επανελέγχονται με καμπύλη γλυκόζης στις 4-12 εβδομάδες μετά τον τοκετό και μετά κάθε 3 χρόνια.
Από ποια συνοδά νοσήματα κινδυνεύει μία γυναίκα ασθενής και σε τι διαφοροποιείται από έναν άνδρα ασθενή;
Σε μια πρόσφατη μελέτη έγινε σαφές ότι ενώ το ποσοστό θανάτων στους άνδρες με ΣΔ μεταξύ των ετών 1971-2000 μειώθηκε, το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες με ΣΔ δεν έδειξε μείωση. Οι άνδρες με ΣΔ ζουν κατά μέσον όρο 7.5 χρόνια λιγότερο σε σύγκριση με εκείνους χωρίς ΣΔ ενώ η αντίστοιχη διαφορά για τις γυναίκες είναι 8.2 χρόνια. Φινλανδική μελέτη έδειξε ότι τα καρδιακά επεισόδια στις γυναίκες είναι πιο θανατηφόρα από ότι στους άνδρες και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα συμπτώματα στα δυο φύλα είναι διαφορετικά: το προειδοποιητικό σημείο του εμφράγματος στους άνδρες είναι πόνος ή δυσφορία στο στήθος, στις γυναίκες τα συμπτώματα είναι λιγότερο ειδικά όπως ναυτία, δύσπνοια ή πόνος στην πλάτη. Η κατάθλιψη είναι άλλη μια συνοσηρότητα της οποίας η συχνότητα είναι διπλάσια στις γυναίκες με ΣΔ από ότι στους άνδρες. Είναι γνωστό σήμερα ότι η κατάθλιψη (με το χρόνιο stress, τις διαταραχές της συμπεριφοράς, τις διαταραχές στον ύπνο και την αύξηση του φαγητού) είναι κύριος παράγων δημιουργίας ΣΔ και επιπλοκών από το καρδιαγγειακό σύστημα.
Υπάρχουν νεώτερες επιστημονικές εξελίξεις σχετικά με την αντιμετώπιση της νόσου;
Έχουν δημιουργηθεί πολλές νέες πρωτοπόρες κατηγορίες φαρμάκων που μπορούν, με κατάλληλους συνδυασμούς, να πετύχουν άριστη ρύθμιση του διαβήτη, όπως: (1) νέα ανάλογα βασικής ινσουλίνης με επίπεδο προφίλ και 24ωρη δράση με μια ένεση την ημέρα, (2) από του στόματος αναστολείς DPP4 ή ενέσιμα ανάλογα GLP-1 με ημερήσια ή εβδομαδιαία χορήγηση, (3) συνδυασμοί αναλόγων βασικής ινσουλίνης με ανάλογα GLP-1 στο ίδιο στυλό για συγχρονισμένη χορήγηση, (4) πρωτοπόροι ισχυροί αναστολείς των SGLT2 μεταφορέων στο νεφρό οι οποίοι προκαλούν αποβολή γλυκόζης με τα ούρα και μείωση της υπεργλυκαιμίας (ένα από αυτά, η εμπαγλιφλοζίνη, μειώνει δραστικά τα καρδιαγγειακά συμβάντα και τους θανάτους από αυτά κατά 40%), (5) αντλίες ινσουλίνης μεγέθους κινητού τηλεφώνου οι οποίοι συνδυάζονται με αισθητήρες 24ωρης καταγραφής της γλυκόζης και έχουν το μοναδικό πλεονέκτημα να σταματάνε αυτόματα τη χορήγηση ινσουλίνης σε περίπτωση υπογλυκαιμίας και επομένως να προστατεύουν τον ασθενή, (6) αισθητήρες μεγέθους δίευρου οι οποίοι τοποθετούνται στο μπράτσο για τη συνεχή καταγραφή της γλυκόζης και τον έλεγχο της από τον ασθενή με σκάνερ μεγέθους κινητού τηλεφώνου, (7) στις 28 Σεπτεμβρίου 2016 κυκλοφόρησε το πρώτο φορητό τεχνητό πάγκρεας μεγέθους κινητού τηλεφώνου, (8) για τον ασφαλή και εύκολο υπολογισμό των μονάδων και την ανώδυνη υποδόρια χορήγηση της ινσουλίνης υπάρχουν ειδικά εξελιγμένα “στυλό” με λεπτές και εξαιρετικά μικρές εύκαμπτες βελόνες. Πρέπει όμως να τονισθεί ότι, παρά τις σημαντικές εξελίξεις στη φαρμακευτική θεραπεία, ο ακρογωνιαίος λίθος στη σωστή ρύθμιση του διαβήτη είναι η σωστή διατροφή, η απώλεια σωματικού βάρους και η άσκηση.
Γιατί ο Διαβήτης θεωρείται νόσημα πρόκληση αλλά και μοντέλο στη χάραξη πολιτικών Υγείας;
Σε πρόσφατη έρευνα ο ΣΔ κατατάχθηκε στις 10 πιο συχνές αιτίες θανάτου στον κόσμο και το 2015 στοίχισε τη ζωή σε 1,7 εκατομμύρια ανθρώπους. Οι περισσότεροι ενήλικες με ΣΔ έχουν τουλάχιστον μία ακόμα χρόνια πάθηση ως αποτέλεσμα ή συνοδό νόσημα του ΣΔ και το 40% από αυτούς έχουν τουλάχιστον τρείς (παχυσαρκία, υπέρταση, αύξηση των λιπιδίων, χρόνια νεφρική νόσος και αμφιβληστροειδοπάθεια – ο διαβήτης είναι η 1η αιτία παγκοσμίως και για τα δυο, νοσήματα από την καρδιά και τα αγγεία – κύριες αιτίες θανάτου παγκοσμίως και 1η αιτία ακρωτηριασμού των κάτω άκρων σε ενήλικες, νευροπάθεια, κατάθλιψη, άνοια). Οι επιπλοκές του ΣΔ (κυρίως οι καρδιαγγειακές) αρχίζουν πολλά χρόνια πριν από την κλινική διάγνωση. Όπως γίνεται κατανοητό, οι επιπτώσεις του μοναδικού και πολυπαραγοντικού αυτού νοσήματος δεν είναι μόνο ιατρικές αλλά συγχρόνως κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές και έχουν οδηγήσει σε προβληματισμό όλα τα συστήματα υγείας. Η άμεση ανεύρεση λύσης στην ιατρική, κοινωνική, οικονομική και πολιτική πρόκληση του ΣΔ είναι επιτακτική…
O Γιώργος Δημητριάδης είναι πρόεδρος της Ελληνικής Διαβητολογικής Εταιρείας, καθηγητής Παθολογίας στο ΕΚΠΑ και διευθυντής της Β’ Προπαιδευτικής Παθολογικής Κλινικής- Μονάδας Έρευνας Πανεπιστημίου Αθηνών- Π.Γ.Ν.Α «Αττικόν.