Ας κόψω πρώτα το κάπνισμα και μετά βλέπουμε για την ζάχαρη στον καφέ. Κάπως έτσι δεν σκεφτόμαστε όλοι; Κι όμως! Αυτό το σκεπτικό είναι λάθος. Έρευνα Αμερικανών επιστημόνων δείχνει πως οι κακές συνήθειες κόβονται ευκολότερα και πιο αποτελεσματικά όταν κόβονται όλες μαζί.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της California στη Santa Barbara (UCSB) των Ηνωμένων Πολιτειώνμελέτησαν 31 φοιτητές οι οποίοι είχαν ευέλικτο ημερήσιο πρόγραμμα επειδή αδυνατούσαν να τηρήσουν ωράρια και προθεσμίες.
Οι ερευνητές τούς χώρισαν σε δύο ομάδες. Οι εθελοντές της πρώτης ομάδας έπρεπε να συνεχίσουν κανονικά το πρόγραμμά τους ενώ όσοι συμμετείχαν στη δεύτερη ομάδα έπρεπε να αλλάξουν ρυζικά τις συνήθειες τους.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση Frontiers in Human Neuroscience, έδειξαν πως έξι εβδομάδες αργότερα, οι εθελοντές που συμμετείχαν στη δεύτερη ομάδα παρουσίαζαν σημαντική αύξηση στη δύναμη, τη φυσική κατάσταση και την ευλυγισία τους, καθώς και πολύ καλύτερες επιδόσεις στα τεστ σκέψης, εστίασης της προσοχής και ενεργού μνήμης. Ανέφεραν επίσης ότι ένιωθαν πιο ευτυχείς και ήρεμοι, και είχε βελτιωθεί η αυτοεκτίμησή τους. Μαγνητικές τομογραφίες εγκεφάλου, τέλος, έδειξαν ότι είχε οξυνθεί η ικανότητα νοητικής συγκέντρωσής τους.
Οι βελτιώσεις αυτές, ιδίως όσον αφορά την ψυχική διάθεση και τον έλεγχο του στρες, γενικώς υπερβαίνουν κατά πολύ τις αντίστοιχες που έχουν καταδειχθεί σε πολλές προγενέστερες μελέτες, στις οποίες οι συμμετέχοντες είχαν αλλάξει μόνο μία παράμετρο της ζωής τους.
Το γεγονός αυτό κάνει τους ειδικούς να πιστεύουν πως είναι πιο αποδοτικές οι ταυτόχρονες αλλαγές, διότι η μία (π.χ. η έναρξη της γυμναστικής) εντείνει τις επιδράσεις της άλλης (π.χ. του διαλογισμού ή της προσεγμένης διατροφής).
Επιπλέον, οι βελτιώσεις που επιφέρουν οι ταυτόχρονες αλλαγές μπορεί και να αντέξουν στον χρόνο, δήλωσε ο δρ Μάικλ Μράζεκ, διευθυντής Ερευνας στο Κέντρο Συνειδητότητας και Ανθρώπινων Δυνατοτήτων του UCSB.
Στην παρούσα μελέτη, οι εθελοντές που είχαν αλλάξει ριζικά τις συνήθειές τους εξακολουθούσαν έξι εβδομάδες μετά την ολοκλήρωσή της να έχουν βελτιωμένη φυσική κατάσταση, ψυχική διάθεση, οξύνοια και ευεξία, παρότι κανείς δεν γυμναζόταν ούτε διαλογιζόταν τόσο πολύ όσο κατά τη διάρκειά της.
Βέβαια, η μελέτη δεν αξιολόγησε μία μία τις νέες συνήθειες των εθελοντών ώστε να αποκαλύψει αν και ποια είχε τη μεγαλύτερη συμβολή στη βελτίωσή τους. Αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο επόμενης μελέτης είπε ο δρ Μράζεκ. Εως τότε, ο κόσμος θα πρέπει να θυμάται ότι «τα όρια των δυνατοτήτων του για αλλαγή μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ ό,τι ακόμα κι εμείς οι επιστήμονες νομίζαμε».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: