Πανελλήνια Έρευνα: «Μάστιγα» για τους Έλληνες τα χρόνια νοσήματα. Οι ασθένειες που μας ταλαιπωρούν και η ψυχική μας υγεία

29-12-2020

Τέσσερις στους 10 Έλληνες και Ελληνίδες, ηλικίας 15 ετών και άνω, έχουν κάποιο χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση, με τις γυναίκες να εμφανίζουν υωηλότερο ποσοστό σε χέση με τους άνδρες. Μάλιστα συνολικά το 13,2% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας.

Τα παραπάνω στοιχεία για την υγεία του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, όπως προέκυψαν από τη δειγματοληπτική Έρευνα Υγείας έτους 2019, έδωσε στη δημοσιότητα η Ελληνική Στατιστική Αρχή. Η έρευνα διενεργείται κάθε πέντε έτη – πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2009 – και φέτος πραγματοποιήθηκε σε τελικό δείγμα 8.125 ιδιωτικών νοικοκυριών και σε ισάριθμα μέλη αυτών, σε ολόκληρη την Ελλάδα. Σε κάθε νοικοκυριό δείγματος ερευνήθηκε ένα τυχαία επιλεγμένο άτομο ηλικίας 15 ετών και άνω. Η επόμενη έρευνα υγείας θα διενεργηθεί το έτος 2025. Σύμφωνα με την έρευνα:

ΓΕΝΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΓΕΙΑΣ

Το 79,4% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει πολύ καλή ή καλή υγεία, το 15,0% μέτρια υγεία και το 5,6% κακή ή πολύ κακή υγεία. Σε σύγκριση με τα ποτελέσματα της έρευνας έτους 2014, καταγράφεται αύξηση 6,1% στο ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει πολύ καλή ή καλή υγεία, και μείωση 17,6% και 20,0% στα ποσοστά του πληθυσμού που δηλώνει μέτρια υγεία και κακή ή πολύ κακή υγεία, αντίστοιχα.

Τέσσερις στους 10 ερευνώμενους (41,7%) ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνουν ότι έχουν κάποιο χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση. Χρόνιο θεωρείται το πρόβλημα υγείας ή η πάθηση που διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει περισσότερους από 6 μήνες, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση δηλώνουν 5 στις 10 γυναίκες (46,7%) και 4 στους 10 άνδρες (36,3%). Μείωση 16,1%, σε σχέση με το 2014 (49,7%), καταγράφεται στον πληθυσμό που δηλώνει ότι πάσχει από κάποιο χρόνιο πρόβλημα υγείας ή χρόνια πάθηση.

Ποσοστό 6,8% των ερευνώμενων ηλικίας 15 ετών και άνω έχει περιορίσει πάρα πολύ, για λόγους υγείας και για διάστημα 6 μηνών ή και περισσότερο, κάποιες από τις -συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό- δραστηριότητές του και ποσοστό 6,4% των ερευνώμενων τις έχει περιορίσει αλλά όχι πάρα πολύ. Συνολικά το 13,2% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δηλώνει ότι έχει περιορίσει τις δραστηριότητές του λόγω προβλημάτων υγείας. Μείωση 55,6% καταγράφεται στο ποσοστό αυτό, σε σύγκριση με τα αποτελέσματα της έρευνας του 2014 (29,7%).

ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ

Ένας στους 5 ερευνώμενους (19,6%) του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι πάσχει από υπέρταση, ποσοστό μειωμένο κατά 6,2% σε σύγκριση με αυτό που κατεγράφη το 2014 (20,9%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 45,0% άνδρες και 55,0% γυναίκες.

Υψηλά επίπεδα χοληστερόλης ή τριγλυκερίδια στο αίμα ανέφερε το 15,8% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό αυξημένο κατά 2,6% σε σύγκριση με το ποσοστό που κατεγράφη το 2014 (15,4%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 46,0% άνδρες και 54,0% γυναίκες.

Πάθηση στη μέση ή άλλα χρόνια προβλήματα μέσης ανέφερε το 12,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό μειωμένο κατά 30,2% σε σύγκριση με το ποσοστό που κατεγράφη το 2014 (17,9%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 39,6% άνδρες και 60,4% γυναίκες.

Παθήσεις του θυρεοειδούς ανέφερε το 9,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω. Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 18,7% άνδρες και 81,3% γυναίκες.

Από σακχαρώδη διαβήτη δήλωσε ότι πάσχει το 8,0% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό μειωμένο κατά 13,0% σε σύγκριση με το 2014 (9,2%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 48,5% άνδρες και 51,5% γυναίκες.

Αλλεργίες δήλωσε ότι έχει το 6,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, ποσοστό μειωμένο κατά 31,6% σε σύγκριση με το 2014 (9,5%). Οι πάσχοντες είναι σε ποσοστό 38,1% άνδρες και 61,9% γυναίκες.

Το 6,3% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω δήλωσε ότι πάσχει από παθήσεις του αυχένα ή άλλα χρόνια προβλήματα αυχένα, το 5,6% από αγχώδεις διαταραχές, το 5,4% από εκφυλιστικές αρθροπάθειες (εξαιρουμένης της ρευματοειδούς αρθρίτιδας), το 3,8% από κατάθλιψη, το 3,8% από νοσήματα του πεπτικού (έλκος δωδεκαδακτύλου, κολίτιδα, κ.ά.), το 3,3% από άσθμα (συμπεριλαμβανομένου του αλλεργικού άσθματος) και το 3,0% ανέφερε έμφραγμα μυοκαρδίου.

ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ

Κατάθλιψη δήλωσε το 3,8% του πληθυσμού, ποσοστό μειωμένο κατά 19,2% σε σχέση με την έρευνα του 2014 (4,7%). Οι 3 στους 10 είναι άνδρες (30,5%) και οι 7 γυναίκες (69,5%). 5,6% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω πάσχει από αγχώδεις διαταραχές και το 1,2% από ανοϊκή διαταραχή ή νόσο Alzheimer.

Το 96,1% του συνολικού πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω απάντησε με σαφήνεια (σε όλα τα υποερωτήματα της ενότητας της ψυχικής υγείας, δεν έδωσε απαντήσεις δεν γνωρίζω/ δεν είμαι σίγουρος-η/ δεν απαντώ). Από αυτούς, ποσοστό 70,7% απάντησε αρνητικά σε όλα τα υποερωτήματα της ενότητας, ενώ ποσοστό 29,3% δήλωσε ότι βίωσε ένα τουλάχιστον από τα «αρνητικά» συναισθήματα /καταστάσεις με συχνότητα: αρκετές ημέρες, περισσότερες από τις μισές ημέρες ή σχεδόν κάθε ημέρα, στο διάστημα των δύο τελευταίων, πριν τη διενέργεια της έρευνας, εβδομάδων.

Τα κυριότερα συναισθήματα / καταστάσεις που αναφέρθηκαν περισσότερο ήταν:

  • Κόπωση / εξάντληση / έλλειψη ενεργητικότητας 20,2%,
  • Διαταραχές στον ύπνο (αϋπνία, υπνηλία, υπερβολικές ώρες ύπνου) 14,7%,
  • Μελαγχολία, κατάθλιψη ή απελπισία 12,5% και, η
  • Έλλειψη ενδιαφέροντος ή ευχαρίστησης για ο,τιδήποτε 10,7%.

Σύμφωνα με τις απαντήσεις «σκέψεις ότι θα ήταν καλύτερα να μη ζει ή να βλάψει τον εαυτό του» έκανε, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 2 εβδομάδων πριν τη διενέργεια της έρευνας, το 0,7% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω που απάντησε με σαφήνεια στο συγκεκριμένο υποερώτημα της ψυχικής υγείας.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, πριν τη διενέργεια της έρευνας, ποσοστό 4,1% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω επισκέφθηκε ψυχίατρο ή ψυχολόγο για πρόβλημα υγείας που αντιμετωπίζει. Το ποσοστό ανδρών και γυναικών που επισκέφθηκαν ειδικό ψυχικής υγείας είναι 3,6% και 4,6%, αντίστοιχα.

Αναφορικά με τη λήψη φαρμάκων:

To 43,5% του πληθυσμού ηλικίας 15 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων πριν τη διενέργεια της έρευνας, έλαβε φάρμακα με γραπτή συνταγή ιατρού. Σε σύγκριση με το 2014 (47,4%) καταγράφεται μείωση 8,2%.

Ένας στους 5 (20,2%) ηλικίας 15 ετών και άνω, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο εβδομάδων, πριν τη διενέργεια της έρευνας, έλαβε φάρμακα, φυτικά σκευάσματα, συμπληρώματα διατροφή ή βιταμίνες χωρίς γραπτή συνταγή ιατρού, ποσοστό που καταγράφει μείωση κατά 26,5% σε σχέση με την έρευνα του 2014 (27,5%).

Από αυτούς, το 28,1% κατανάλωσαν φάρμακα και το 78,8% φυτικά σκευάσματα, συμπληρώματα διατροφής ή βιταμίνες. Ειδικότερα, από όσους έλαβαν φάρμακα χωρίς γραπτή συνταγή ιατρού, ποσοστό 15,7% έλαβε ηρεμιστικά ή υπνωτικά φάρμακα και 3 στους 10 (30,5%) αντιβιοτικά (ποσοστό αυξημένο κατά 64,0% σε σύγκριση με αυτό που καταγράφηκε το 2014: 18,6%).