Ορισμένα παιδιά είναι δίγλωσσα. Για παράδειγμα τα παιδιά που γεννιούνται από γονείς διαφορετικών εθνοτήτων και ακούν δυο γλώσσες από την ημέρα που γεννιούνται. Ή τα παιδιά που γεννήθηκαν σε άλλη χώρα από εκείνη την καταγωγής τους και μεγαλώνουν ακούγοντας άλλη γλώσσα στο σπίτι και άλλη στο σχολείο. Ακόμα και παιδιά σε χώρες με δυο ή περισσότερες επίσημες γλώσσες όπως τον Καναδά ή την Ελβετία.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Concordia στο Τορόντο του Καναδά συνέκριναν 39 δίγλωσσα παιδιά στο Μόντρεαλ που ήταν εκτεθειμένα σε δυο γλώσσες (Αγγλικά και Γαλλικά) από τη στιγμή της γέννησης τους με 43 παιδιά από το Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια που ήταν εκτεθειμένα μόνο σε μια γλώσσα.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο ιατρικό έντυπο Journal of Experimental Child Psychology έδειξαν πως τα παιδιά που μεγάλωναν ακούγοντας και μαθαίνοντας δυο γλώσσες ήταν καλύτερα στο να λύνουν ορισμένα προβλήματα σε σχέση με εκείνα που μεγάλωναν ακούγοντας μια γλώσσα.
Γιατί όμως τα πήγαν καλύτερα στις ασκήσεις τα δίγλωσσα παιδιά; Την εξήγηση δίνει η επικεφαλής της έρευνας Diane Poulin-Dubois.
Είναι γνωστό πως και οι δυο γλώσσες είναι ενεργές συνέχεια. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να αφήνουμε τη μια στην άκρη όταν μιλάμε την άλλη. Αυτή η διαδικασία είναι μια συνεχής νοητική άσκηση για τα παιδιά που βελτιώνει τον εγκέφαλο τους.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: