Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία. Με στόχο την αγορά των ΗΠΑ – πάνω από μισό τρισ!

24-01-2023

Η έντονη επενδυτική δραστηριότητα της ελληνικής φαρμακοβιομηχανία στοχεύει πλέον καθαρά στη σημαντική αγορά των ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ καλύπτουν το 40% της παγκόσμιας αγοράς φαρμάκου, με ετήσιο τζίρο 574 δισεκατομμυρίων δολαρίων (στοιχεία 2021). Σε αυτή την κατεύθυνση, δύο φαίνεται ότι είναι οι στρατηγικές επιλογές. Κατά πρώτον ο «επαναπατρισμός» της παραγωγής πρώτων υλών σε ελληνικό / ευρωπαϊκό έδαφος (που αποτελεί και κεντρικό Ευρωπαϊκό στόχο). Έτσι θα μειωθεί η εξάρτηση από χώρες της Ασίας (κυρίως την Ινδία και την Κίνα) που μονοπωλούν πλέον την αγορά. Κατά δεύτερον η πιστοποίηση από τον Οργανισμό Ελέγχου Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ, FDA (Food & Drug Administration). Αυτό είναι φυσικά προαπαιτούμενο για εξαγωγές φαρμάκων στις ΗΠΑ, αλλά αποτελεί και «διαβατήριο» φήμης στην παγκόσμια αγορά.

Μέχρι στιγμής μόνο η RAFARM και Pharmathen έχουν αυτή την πιστοποίηση για εργοστάσιά τους. Η  RAFARM ήταν η πρώτη ελληνική εταιρεία που έλαβε πιστοποίηση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) τον Οκτώβριο του 2017 Η πιστοποίηση αφορούσε το εργοστάσιο και το ερευνητικό της κέντρο, για την ανάπτυξη και παραγωγή́ στείρων και σύνθετων φαρμακευτικών σκευασμάτων. Ήδη δε έχουν εγκριθεί και κυκλοφορούν στην αγορά των ΗΠΑ, έξι σκευάσματα που αναπτυχθήκαν και παράγονται από την εταιρεία, ενώ αναμένονται και άλλες εγκρίσεις με βάση αιτήσεις που έχουν γίνει.

Ακολούθησε -πολύ γρήγορα- τον Νοέμβριο του 2017 η πιστοποίηση της Pharmathen από τον FDA για το εργοστάσιο στις Σάπες της Ροδόπης. Η πιστοποίηση αφορούσε τόσο σε φάρμακα σε στερεές μορφές (ταμπλέτες και κάψουλες), όσο και σε ενέσιμα και έδωσε το πράσινο φως για το λανσάρισμα των προϊόντων της εταιρείας (που ήδη είχε τότε εξαγοραστεί από επενδυτικό fund), στη μεγαλύτερη φαρμακευτική αγορά παγκοσμίως.

Από τότε δεν  υπήρξε κάποια εξέλιξη, αλλά πλέον οι ελληνικές εταιρείες κινούνται με ταχύτητα για την επομένη ημέρα των εξαγωγών στις ΗΠΑ και όχι μόνο, καθώς φαίνεται ότι σε κάποιο βαθμό βοήθησε και το επενδυτικό clawback.

H ELPEN η οποία ανακοίνωσε πρόσφατα ότι ξεκινά μια νέα υπερσύγχρονη μονάδα παραγωγής φαρμάκων έκτασης 10.000 τ.μ. στην Κερατέα, αναμένεται αν όλα εξελιχθούν σύμφωνα με τον προγραμματισμό να έχει πιστοποίηση από FDA το 2027 και την περίοδο 2027-2028 να ξεκινήσουν οι εξαγωγές για τις ΗΠΑ. Το πρόγραμμα επενδύσεων της εταιρείας είναι πιο ευρύ και θα φθάσει τα 155 εκατ. € σε παραγωγικές και ερευνητικές εγκαταστάσεις συνολικού εμβαδού 55.000 m2. Σε αυτό περιλαμβάνεται η επέκταση του υπάρχοντος εργοστασίου στο Πικέρμι, μια μονάδα στην Τρίπολη που θα γίνει από κοινού με την Win Medica και ένα «πάρκο» για την έρευνα και ανάπτυξη, το Athens LifeTech Parck στα Σπάτα, που αναμένεται μέχρι το τέλος του 2024.

Η DEMO, που υλοποιεί το μεγαλύτερο επενδυτικό πλάνο στη χώρα, έχει εξ’ αρχής στόχο την έγκριση από το FDA. Το project ανακοινώθηκε τον Νοέμβριο του 2021 και αναμένεται να ολοκληρωθεί ως το 2027. Αφορά ένα πολυδιάστατο επενδυτικό πρόγραμμα ύψους 356 εκατ. ευρώ με την επέκταση της παραγωγικής δυναμικής στο Κρυονέρι Αττικής, το κέντρο έρευνας και ανάπτυξης στη Θέρμη που εγκαινιάστηκε τον Ιούλιο του 2022 και τη δημιουργία hub στη βιομηχανική περιοχή της Τρίπολης. Οι έξι μονάδες παραγωγής τελικού προϊόντος στην πρωτεύουσα της Αρκαδίας, αναμένεται να διεκδικήσουν και να λάβουν έγκριση από τον FDA, εντός του 2025, σύμφωνα με τον προγραμματισμό της εταιρείας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εταιρεία θα καταγράψει και ένα άλλο σημαντικό επίτευγμα καθώς όλα δείχνουν ότι θα είναι η πρώτη ελληνική εταιρεία που θα πραγματοποιήσει παραγωγή πρώτης ύλης στην Ελλάδα πάλι στην Τρίπολη, με τέσσερις μονάδες παραγωγής. Με αυτό τον τρόπο θα συμβάλει και στο στόχο της Ευρωπαϊκής φαρμακευτικής στρατηγικής για τον «επαναπατρισμό» της παραγωγής πρώτων υλών σε ευρωπαϊκό και δη -για την περίπτωσή μας- σε Ελληνικό έδαφος!

Σύμφωνα με πληροφορίες του healthview και άλλες εταιρείες όπως η VIANEX, η UNIPHARMA κ.α. περιλαμβάνουν στη στοχοθεσία τους και τα μεσομακροπρόθεσμα επενδυτικά τους πλάνα, πιστοποιήσεις από τον FDA, προσβλέποντας σε εξαγωγές στη μεγαλύτερη φαρμακευτική αγορά στον κόσμο