Η πολιτική υγείας στην Ελλάδα: μισές δουλειές

souliotis
07-10-2020

Του Κυριάκου Σουλιώτη, Καθηγητή Πολιτικής Υγείας, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

Η πολιτική υγείας στην Ελλάδα έχει επικριθεί για την αδράνεια που έχει επιδείξει σε σημαντικά πεδία ρύθμισης, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Συχνά, η αδράνεια αυτή αποδίδεται στις ιδιαιτερότητες του πεδίου (διαρκείς προκλήσεις, πλήθος δρώντων κ.λπ.), οι οποίες όμως υφίστανται και σε χώρες που σχεδιάζουν και υλοποιούν μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας τους. Συνεπώς, η ερμηνεία του ελληνικού παράδοξου στον τομέα της υγείας, ήτοι η ύπαρξη θεσμικών κενών σε ένα πεδίο το οποίο ξεχωρίζει για τη θεσμική του υπερβολή (μεγάλος αριθμός νόμων και υπουργικών αποφάσεων που αφορούν στο ίδιο ζήτημα, το οποίο τελικά παραμένει αρρύθμιστο…), απαιτεί περαιτέρω εμβάθυνση.

Μία εξήγηση θα μπορούσε να είναι η έλλειψη ιδεών και η αδυναμία σχεδιασμού. Ωστόσο, και ως προς αυτό διαπιστώνεται μια υπερβολή, καθώς διαχρονικά κατατίθενται πολλαπλές προτάσεις, πολλές εκ των οποίων μάλιστα με τη μορφή νομοσχεδίων, με την όλη όμως διαδικασία να σταματά σε αυτό το στάδιο. Άρα, το πρόβλημα της χώρας μας όσον αφορά την αδυναμία ρύθμισης του τομέα της υγείας, συμπυκνώνεται στη φράση «μισές δουλειές». Τα παραδείγματα είναι άφθονα. Η πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας έχει ρυθμιστεί πολλές φορές, όμως η υλοποίηση του εκάστοτε σχεδίου είτε δεν ξεκινά είτε σταματά κάπου στη μέση, ίσως λόγω και προβλημάτων στην ίδια τη ρύθμιση. Η πολιτική για το φάρμακο περιλαμβάνει υπερβολικό αριθμό παρεμβάσεων, αλλά η εφαρμογή ουσιαστικής αξιολόγησης των τεχνολογιών υγείας δεν έχει ολοκληρωθεί. Η συγκράτηση της δαπάνης υγείας εξακολουθεί να στηρίζεται κατά βάση στο αντι-αναπτυξιακό σύστημα των αυτόματων επιστροφών, ενώ τα κίνητρα που έχουν δοθεί για επενδύσεις έχουν περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. Η αναδιάρθρωση του νοσοκομειακού χάρτη παραμένει ένα κεφάλαιο στα προγράμματα υγείας των κομμάτων, το οποίο προσπερνάται τεχνηέντως μόλις αυτά αναλάβουν κυβερνητικά καθήκοντα. Και τέλος, η δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού θωράκισης της δημόσιας υγείας εξακολουθεί να αποτελεί επιστημονικό αίτημα χωρίς ανταπόκριση, παρά την επιβεβαιωμένη πλέον αναγκαιότητά του.

Μισές δουλειές λοιπόν! Είτε λόγω των αντιδράσεων των ομάδων πίεσης και συμφερόντων, απέναντι στις οποίες διαχρονικά η κεντρική διοίκηση επιδεικνύει ιδιαίτερη ευαισθησία υπό τον κίνδυνο του πολιτικού κόστους, είτε λόγω έλλειψης πολιτικού χρόνου, εξαιτίας των συχνών εναλλαγών στην εξουσία. Αυτό το τελευταίο αποτελεί ένα βολικό επιχείρημα για το πολιτικό σύστημα της χώρας, όμως διαψεύδεται στην πράξη καθώς η διαχείριση που περιγράφεται παραπάνω αφορά και στις περιόδους κατά τις οποίες η πολιτική σταθερότητα ήταν δεδομένη.

Μια πιο … προωθημένη άποψη θα έθετε το ζήτημα της απουσίας αξιολόγησης -και στην πολιτική- η οποία έχει ως αποτέλεσμα να μην εκτιμώνται από τους πολίτες (ψηφοφόρους) οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες, ακόμα και οι πλέον εμβληματικές και χρήσιμες, οι οποίες όμως αναγνωρίζονται σε βάθος χρόνου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν η δημιουργία του ΕΟΠΥΥ και η ηλεκτρονική συνταγογράφηση, παρεμβάσεις που, παρά την αυτονόητη αναγκαιότητά τους, συνάντησαν έντονες αντιδράσεις στα αρχικά τους στάδια, για να τύχουν βέβαια καθολικής αποδοχής στη συνέχεια.

Όμως αυτό όμως είναι επίσης ένα εγγενές χαρακτηριστικό της πολιτικής, με το οποίο θα έπρεπε να έχουν συμφιλιωθεί όσοι την υπηρετούν. Η λογική του «ό,τι παραλαμβάνω παραδίδω», η οποία επί δεκαετίες πρωταγωνίστησε στην πολιτική μας ζωή, είχε οδυνηρά αποτελέσματα και τελικά καταδικάστηκε και από την κοινωνία. Με τις πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, θα έπρεπε να έχει γίνει ήδη αντιληπτό ότι πολιτική κεφαλαιοποίηση δεν μπορεί να αναμένεται από την αδράνεια και από την υπονόμευση των επόμενων γενεών προς όφελος ομάδων με πολιτική ισχύ στην παρούσα φάση (π.χ. αντιμετώπιση του ασφαλιστικού). Μια τέτοια στάση προσφέρει, βέβαια, πρόσκαιρη πολιτική επιβίωση, όμως σίγουρα δεν συμβάλει στην πολιτική υστεροφημία και, κυρίως, υπονομεύει το ίδιο το πεδίο της (μη) ρύθμισης…

Όχι άλλες μισές δουλειές λοιπόν! Μία πολιτική υγείας με όραμα και τεκμηρίωση είναι αναγκαίο να σχεδιαστεί και να υλοποιηθεί μέχρι τέλους. Με τις στοχεύσεις και τα αναμενόμενα αποτελέσματα να τεθούν εξ αρχής επί τάπητος, χωρίς ωραιοποίηση της υφιστάμενης κατάστασης, η δαινομοποίηση της παρελθούσης. Η αναζήτηση συναινέσεων είναι επίσης σημαντική, όμως δεν υπάρχει ρύθμιση χωρίς, φαινομενικά ή πρόσκαιρα έστω, «χαμένους». Αυτό όμως που είναι βέβαιο είναι ότι από την αδράνεια και τις μισές δουλειές χάνουμε όλοι. Ακόμα και οι πολιτικοί…

 Στη χώρα μας, οι πλέον εμβληματικές μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες στην υγεία συνέπεσαν με τρία σημαντικά ορόσημα: «αλλαγή» – ίδρυση του ΕΣΥ, «εκσυγχρονισμός» – περιφερειακή οργάνωση του συστήματος και οικονομική κρίση – δημιουργία του ΕΟΠΥΥ. Η υφιστάμενη συγκυρία, η οποία σηματοδοτείται από την πανδημία που συνιστά μια πρωτοφανή πρόκληση για την πολιτική υγείας, ανέδειξε την ανάγκη μιας ριζικής παρέμβασης στο σύστημα υγείας για ενίσχυση των αντοχών του. Αν όχι τώρα, πότε;

 

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜΑ της Κυριακής στις 4/10/2020 και αναδημοσιεύεται  στο healthview.gr με άδεια του συγγραφέα