Μεταμόσχευση νεφρού είναι η αντικατάσταση ενός νεφρού που βρίσκεται στο τελικό στάδιο της νεφροπάθειας με ένα μόσχευμα από νεκρό ή ζωντανό δότη.
Η ιστορία των μεταμοσχεύσεων
Η πρώτη τέτοια μεταμόσχευση έγινε στο Παρίσι το 1952 από τον παθολόγο και χειρουργό Ζαν Ανμπεργκέ. Τότε, μητέρα είχε χαρίσει στον 16χρονο γιό της το νεφρό της προκειμένου να του σώσει τη ζωή. Η μεταμόσχευση ήταν επιτυχής μόνο για τρεις εβδομάδες αφού μετά ο νεαρός λήπτης απέρριψε το μόσχευμα.
Δυο χρόνια αργότερα… το 1954, έγινε η δεύτερη απόπειρα μεταμόσχευσης νεφρού ανάμεσα σε δυο πανομοιότυπα δίδυμα στην Βοστόνη. Η επέμβαση αυτή ήταν η πρώτη απολύτως επιτυχημένη μεταμόσχευση νεφρού.
Σήμερα, μια τέτοια επέμβαση θεωρείται σχεδόν ρουτίνα στον χώρο των μεταμοσχεύσεων.
Οι προδιαγραφές και οι αντενδείξεις
Η μεταμόσχευση νεφρού δεν μπορεί να γίνει με ασφάλεια σε ανθρώπους με καρδιακή ή πνευμονική ανεπάρκεια. Επίσης δεν ενδείκνυται σε ανθρώπους με ηπατικές νόσους και ορισμένες μορφές καρκίνου.
Το κάπνισμα και η παχυσαρκία επίσης βάζουν τους ασθενείς στην κατηγορία υψηλού κινδύνου για επιπλοκές σε μια μεταμόσχευση νεφρού.
Τα ποσοστά επιτυχίας
Η μεταμόσχευση νεφρού κατέχει την υψηλότερη θέση σε ποσοστά επιτυχίας σε σύγκριση με τη μεταμόσχευση άλλων οργάνων.
Η επιβίωση των νεφρικών μοσχευμάτων από ζώντα δότη είναι 98.7% στους 6 μήνες και 65.8% στη δεκαετία, ενώ η επιβίωση των μοσχευμάτων από αποβιώσαντα δότη είναι 97.4% και 48.4% αντίστοιχα.
Με τη χρήση των νεότερων ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, τα ποσοστά οξείας απόρριψης έχουν μειωθεί σε μεγάλο βαθμό.
Η μακροχρόνια επιβίωση του μοσχεύματος, βέβαια, προϋποθέτει άριστη συνεργασία του ασθενή με το μεταμοσχευτικό κέντρο και τακτική παρακολούθηση για την έγκαιρη αναγνώριση δυσλειτουργίας του μοσχεύματος.