Νεότερα δεδομένα δείχνουν ότι η πλειονότητα των ασθενών με αληθή πολυκυτταραιμία σε θεραπεία με ruxolitinib (Jakavi®) επιτυγχάνουν μακροχρόνιο έλεγχο της νόσου

26-12-2016

Νεότερα δεδομένα για την αντιμετώπιση της αληθούς πολυκυτταραιμίας ανακοινώθηκαν σήμερα σε ειδική συνέντευξη τύπου που διοργάνωσε η φαρμακευτική εταιρεία Novartis με την επιστημονική υποστήριξη της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας. 

Σύμφωνα με τα τελευταία δεδομένα από την ανάλυση 18 μηνών της μελέτης Φάσης ΙΙΙ RESPONSE που παρουσιάστηκαν πρόσφατα στο 20ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αιματολογικής Εταιρείας (EHA) στη Βιέννη,  το 80% των ασθενών με μη ελεγχόμενη αληθή πολυκυτταραιμία, οι οποίοι έλαβαν θεραπεία με ruxolitinib (Jakavi®), επέδειξε συνεχή ανταπόκριση στους 18 μήνες, διατηρώντας επί τουλάχιστον ένα χρόνο επίπεδα αιματοκρίτη σε φυσιολογικές τιμές κάτω από 45% δίχως τη χρήση αφαίμαξης και παρουσιάζοντας μείωση στο μέγεθος του σπληνός (σπληνομεγαλίας) – δύο βασικές ενδείξεις ελέγχου της νόσου. Το ruxolitinib αποτελεί τη μοναδική στοχευμένη θεραπεία που είναι εγκεκριμένη στην ΕΕ για την αληθή πολυκυτταραιμία. 

«Η αληθής πολυκυτταραιμία είναι μία σοβαρή αιματολογική κακοήθεια που σχετίζεται με υψηλή νοσηρότητα, καθώς σχετίζεται με σημαντικές καρδιαγγειακές επιπλοκές, οι οποίες ευθύνονται για περίπου το 40% των θανάτων των ασθενών αυτών,» επισημαίνει ο Δρ. Δημ. Καρακάσης, Αιματολόγος, Διευθυντής, Αιματολογική-Λεμφωμάτων Κλινική, Υπεύθυνος Μονάδας Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών, Γ.Ν.Α.«Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» και Πρόεδρος της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας. «Παράλληλα, υπάρχει σημαντικός κίνδυνος εκτροπής της νόσου σε αιματολογικές κακοήθειες με χειρότερη πρόγνωση, όπως η μυελοΐνωση και η οξεία μυελογενής λευχαιμία.» 

Η αληθής πολυκυτταραιμία είναι μία σπάνια αιματολογική κακοήθεια που σχετίζεται με την υπερπαραγωγή κυττάρων αίματος, η οποία μπορεί να προκαλέσει σοβαρές καρδιαγγειακές επιπλοκές, όπως θρομβώσεις, εγκεφαλικό επεισόδιο και έμφραγμα του μυοκαρδίου. Περίπου το 25% των πασχόντων παρουσιάζει μη ελεγχόμενη νόσο, έχοντας αναπτύξει αντοχή (ανεπαρκή ανταπόκριση) ή δυσανεξία στις υπάρχουσες θεραπείες, όπως η υδροξυουρία. Η μη ελεγχόμενη νόσος ορίζεται τυπικά ως επίπεδα αιματοκρίτη πάνω από 45%, και σε αρκετές περιπτώσεις αυξημένες τιμές λευκών αιμοσφαιρίων και/ή αιμοπεταλίων, και μπορεί να συνοδεύεται από επιβαρυντικά συμπτώματα και/ή διογκωμένο σπλήνα. 

«Η αληθής πολυκυτταραιμία μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όταν δεν ελέγχεται επαρκώς,» δήλωσε η Δρ. Μαρία Παγώνη, αιματολόγος, Διευθύντρια Αιματολογική-Λεμφωμάτων Κλινικής, Γ.Ν.Α.«Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ. «Επί του παρόντος, υπάρχει σημαντικό θεραπευτικό κενό για τους ασθενείς με αληθή πολυκυτταραιμία, οι οποίοι παρουσιάζουν δυσανεξία στην υδροξυουρία ή ανεπαρκή ανταπόκριση σε αυτή.  Είναι σημαντικό να μπορούμε να προσφέρουμε νέες στοχευμένες θεραπευτικές επιλογές σε αυτούς τους ασθενείς.»

 

Σύμφωνα με τα δεδομένα της RESPONSE, το 83% των ασθενών που έλαβαν ruxolitinib παρέμεινε στη θεραπεία στους 18 μήνες. Οι ασθενείς που έλαβαν τη θεραπεία και πέτυχαν έλεγχο του αιματοκρίτη δίχως αφαίμαξη, είχαν 89% πιθανότητα να διατηρήσουν την ανταπόκρισή τους επί 18 μήνες από τη στιγμή της αρχικής ανταπόκρισης, ενώ όλοι οι ασθενείς, οι οποίοι είχαν αρχικά ανταπόκριση σε ό,τι αφορά το σπλήνα, διατήρησαν την μείωση στο μέγεθός του. Από τους ασθενείς σε θεραπεία με ruxolitinib κατά την 32η εβδομάδα, το 90% δεν χρειάστηκε αφαίμαξη μεταξύ της 32ης και της 80ης εβδομάδας. Επιπλέον, αυτοί που πέτυχαν πλήρη αιματολογική ύφεση την 32η εβδομάδα, είχαν 69% πιθανότητα να διατηρήσουν την ανταπόκρισή τους επί τουλάχιστον 18 μήνες από τη στιγμή της αρχικής ανταπόκρισης. Η θεραπεία με ruxolitinib οδήγησε επίσης σε συνεχή έλεγχο των τιμών των λευκών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων, που αποτελούν σημαντικές αιματολογικές παραμέτρους της νόσου, με τις μεγαλύτερες μειώσεις να παρατηρούνται σε ασθενείς με τις υψηλότερες τιμές κατά την έναρξη της μελέτης. 

Συνολικά, το ruxolitinib ήταν καλά ανεκτό. Οι πιο συχνές μη αιματολογικές ανεπιθύμητες ενέργειες στο σκέλος του ruxolitinib ήταν πονοκέφαλος, διάρροια, δερματικός κνησμός και κόπωση. Η διακοπή της θεραπείας λόγω των ανεπιθύμητων ενεργειών παρέμεινε χαμηλή στο σκέλος του ruxolitinib (4,5%). 

«Έως την πρόσφατη έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή του ruxolitinib  για τη θεραπεία των ενηλίκων πασχόντων από αληθή πολυκυτταραιμία, που εμφανίζουν αντοχή ή δυσανεξία στην υδροξυουρία, υπήρχαν περιορισμένες διαθέσιμες θεραπευτικές επιλογές» δήλωσε ο Δρ. Θεόδωρος Μαρινάκης, αιματολόγος, Διευθυντής Αιματολογικής Κλινικής Γ.Ν.Α. «Γ. ΓΕΝΝΗΜΑΤΑΣ». «Αυτά τα μακροχρόνια δεδομένα ενισχύουν τη άποψη ότι το ruxolitinib προφέρει ένα διαρκές και ολοκληρωμένο κλινικό όφελος σε αυτό τον πληθυσμό ασθενών.»

 

Για την Μελέτη RESPONSE

Η RESPONSE είναι μία παγκόσμια, τυχαιοποιημένη, ανοικτή μελέτη που διεξήχθη σε περισσότερα από 90 ερευνητικά κέντρα. 222 πάσχοντες από αληθή πολυκυτταραιμία με αντοχή ή δυσανεξία στην υδροξυουρία τυχαιοποιήθηκαν σε αναλογία 1:1 να λάβουν είτε ruxolitinib (Jakavi®) (εναρκτήρια δόση των 10 mg δύο φορές την ημέρα) ή την καλύτερη διαθέσιμη θεραπεία, η οποία ορίσθηκε ως επιλεγμένη από τον ερευνητή μονοθεραπεία ή απλή παρακολούθηση.

 

Για την Αληθή Πολυκυτταραιμία

Η αληθής πολυκυτταραιμία είναι μία σπάνια αιματολογική κακοήθεια που σχετίζεται με υπερπαραγωγή των κυττάρων αίματος στον μυελό των οστών και προσβάλλει περίπου έναν έως τρεις ανθρώπους ανά 100.000 πληθυσμού παγκοσμίως. Η νόσος προκαλείται από την απορρύθμιση του μονοπατιού JAK-STAT. Τυπικά χαρακτηρίζεται από αυξημένο αιματοκρίτη (την εκατοστιαία αναλογία του όγκου των ερυθροκυττάρων στον ολικό όγκο του αίματος) που μπορεί να οδηγήσει σε πύκνωση του αίματος και αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων, καθώς και σε αυξημένα επίπεδα λευκών αιμοσφαιρίων και αιμοπεταλίων. Αυτό μπορεί να προκαλέσει σοβαρές καρδιαγγειακές επιπλοκές, όπως το εγκεφαλικό επεισόδιο και το έμφραγμα του μυοκαρδίου, οδηγώντας σε αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα. Επιπλέον, οι πάσχοντες από αληθή πολυκυτταραιμία μπορεί να έχουν διογκωμένο σπλήνα και συμπτώματα που είναι συχνά και επιβαρυντικά, με συνολική επίπτωση στην ποιότητα της ζωής παρόμοια με αυτή που παρατηρείται στην μυελοΐνωση. 

Συχνή θεραπεία για την αληθή πολυκυτταραιμία είναι η αφαίμαξη, μία διαδικασία αφαίρεσης αίματος από το σώμα για να μειωθεί η συγκέντρωση των ερυθρών αιμοσφαιρίων (ερυθροκυττάρων), η οποία χρησιμοποιείται για να διατηρηθούν τα επίπεδα του αιματοκρίτη κάτω από 45%. Ωστόσο, η αφαίμαξη συνήθως είναι ακατάλληλη ως μόνιμη θεραπευτική επιλογή, καθώς δεν προσφέρει έλεγχο των συμπτωμάτων και δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά την υπερπαραγωγή των ερυθροκυττάρων.  Συνεπώς, οι ασθενείς συνήθως λαμβάνουν και αγωγή με κυτταρομειωτικούς παράγοντες, όπως η υδροξυουρία. Στους ασθενείς που χρειάζονται αφαίμαξη σε συνδυασμό με υδροξυουρία, ο αιματοκρίτης μπορεί να παρουσιάζει διακυμάνσεις και να παραμένει σε μη ασφαλή επίπεδα για σημαντικά χρονικά διαστήματα. Δυστυχώς, περίπου το 25% των ασθενών αναπτύσσει αντοχή ή δυσανεξία στην αγωγή με υδροξυουρία, σύμφωνα με τα κριτήρια του European LeukemiaNet, με συνέπεια ανεπαρκή έλεγχο της νόσου και αυξημένο κίνδυνο εξέλιξης.

 

Περισσότερες πληροφορίες για την αληθή πολυκυτταραιμία και τα μυελοϋπερπλαστικά νεοπλάσματα είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο www.spotlightonmpn.gr που προορίζεται για ασθενείς και φροντιστές ασθενών. Οι πληροφορίες σε αυτόν τον ιστότοπο προορίζονται για γενική πληροφόρηση και ενημέρωση του κοινού και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τη συμβουλή ιατρού ή άλλου αρμόδιου επαγγελματία υγείας.

 

Για το ruxolitinib  

Το ruxolitinib (Jakavi®) είναι ένας από του στόματος χορηγούμενος αναστολέας των κινασών της τυροσίνης JAK 1 και JAK 2. Εγκρίθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάρτιο 2015 για την θεραπεία ενήλικων ασθενών με αληθή πολυκυτταραιμία, οι οποίοι παρουσιάζουν αντοχή ή δυσανεξία στην υδροξυουρία.

 

Επιπλέον έχει εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Αύγουστο του 2012 για τη θεραπεία της σχετικής με τη νόσο σπληνομεγαλίας ή συμπτωμάτων, σε ενήλικες ασθενείς με πρωτοπαθή μυελοΐνωση (επίσης γνωστή ως χρόνια ιδιοπαθής μυελοΐνωση), μυελοΐνωση μετά από αληθή πολυκυτταραιμία ή μυελοΐνωση μετά από ιδιοπαθή θρομβοκυττάρωση.