Οι τελευταίες εξελίξεις για τα βλαστοκύτταρα

26-12-2016

Τα βλαστοκύτταρα αποτελούν ένα νέο θεραπευτικό όπλο στην ιατρική, η σωστή χρήση των οποίων δίνει σε αρκετές περιπτώσεις λύσεις σε χρόνια προβλήματα. Το αίμα του πλακούντα και του ομφαλίου λώρου αποτελεί σήμερα ίσως την σημαντικότερη και ασφαλέστερη πηγή λήψης βλαστοκυττάρων, τα οποία χρησιμοποιούνται στην Ιατρική τα τελευταία 20 χρόνια.

Άλλες πηγές βλαστοκυττάρων

Το σώμα μας διαθέτει και άλλες πηγές λήψης βλαστοκυττάρων, οι οποίες παρουσιάζουν διαφορές ως προς τις ιδιότητες και τις χρήσεις των κυττάρων που συλλέγονται από κάθε μία. Κατά τη γέννηση μπορεί κανείς να φυλάξει επιπλέον βλαστοκύτταρα με αποστράγγιση του πλακούντα, ή να απομονώσει βλαστοκύτταρα από το σώμα του ομφαλίου λώρου (ουσία Wharton). Μετά τη γέννηση βλαστοκύτταρα μπορούν να απομονωθούν από τα νεογιλά δόντια (πρώτα δόντια), το λίπος και τον μυελό των οστών. Επίσης συχνά αναφέρονται τα βλαστοκύτταρα που λαμβάνονται από έμβρυα, (εμβρυικά βλαστοκύτταρα) και τα oποία δεν έχουν σήμερα καμία θεραπευτική χρήση.

Παγκόσμια, το αίμα του ομφαλίου λώρου χρησιμοποιείται στο άνω του 50% των μεταμοσχεύσεων, λόγω των ιδιοτήτων του, και για αυτό το λόγο το ενδιαφέρον για την αποθήκευση του είναι τεράστιο.

Η λήψη των βλαστοκυττάρων

Η λήψη των βλαστικών κυττάρων μετά το τέλος του τοκετού είναι ανώδυνη και ασφαλής διαδικασία για τη μητέρα και το παιδί και δίνει τη δυνατότητα στην οικογένεια να χρησιμοποιήσει τα βλαστοκύτταρα άμεσα σε περίπτωση ανάγκης. Λόγω του ότι τα βλαστοκύτταρα είναι πολύ νεαρά κύτταρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ορισμένες ασθένειες και από άλλα μέλη της οικογένειας, χωρίς να απαιτείται απόλυτη ιστοσυμβατότητα. Για ορισμένες περιπτώσεις απαιτούνται αποκλειστικά αυτόλογα βλαστοκύτταρα (του ίδιου του ασθενούς), για άλλες αποκλειστικά αλλογενή και για άλλες δεν υπάρχει περιορισμός. 

Η επιβίωση των ασθενών με τη χρήση βλαστικών κυττάρων του αίματος του ομφαλίου λώρου είναι διπλάσια από αυτήν όταν χρησιμοποιούνται βλαστοκύτταρα που λαμβάνονται από άλλες πηγές, όπως είναι ο μυελός των οστών.

Η χρήση των βλαστικών κυττάρων

Η χρήση των βλαστικών κυττάρων του ομφάλιου λώρου από το ίδιο το παιδί είναι λιγότερο δαπανηρή, σε σχέση με την αναζήτηση συμβατού δότη, και το σημαντικότερο δεν ξοδεύεται πολύτιμος χρόνος για την αναζήτησή τους.

Τα βλαστοκύτταρα του αίματος του ομφαλίου λώρου έχουν μεγάλη ικανότητα πολλαπλασιασμού και εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε κύτταρα άλλων ιστών.

Ποιοι πρέπει να συλλέξουν τα βλαστοκύτταρα του παιδιού τους

Ορισμένες οικογένειες έχουν ιδιαίτερους λόγους που καθιστούν τη φύλαξη βλαστικών κυττάρων περισσότερο αναγκαία, όπως αν κάποιος γονέας ή αδερφός πάσχει από ασθένεια στην οποία η χρήση βλαστικών κυττάρων μπορεί να έχει άμεση εφαρμογή (λευχαιμία, κληρονομική αιμοσφαιρινοπάθεια). Εθνικές μειονότητες ή ζευγάρια διαφορετικών εθνικοτήτων αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο πρόβλημα σε περίπτωση που αναζητήσουν από τρίτους ένα συμβατό μόσχευμα. Η φύλαξη των δικών τους βλαστοκυττάρων θα αποτελέσει μελλοντικά λύση στο πρόβλημά τους. Ζευγάρια που αποκτούν παιδί με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης θεωρούν μοναδική την ευκαιρία να θωρακίσουν την υγεία του πολύτιμου παιδιού τους, φυλάσσοντας τα βλαστοκύτταρά του.

Τι δείχνουν οι έρευνες για τα βλαστικά κύτταρα

Κατά τα έτη 2007-2008 πραγματοποιήθηκαν 65 διεθνή συνέδρια με θέμα τις εφαρμογές των βλαστοκυττάρων στην Αναγεννητική Ιατρική. 

Μέχρι σήμερα στην Ευρώπη έχουν πραγματοποιηθεί 25.000 μεταμοσχεύσεις με τη χρήση βλαστικών κυττάρων του ομφαλίου λώρου, του μυελού των οστών, και του περιφερικού αίματος. Από αυτές το 70% ήταν αυτόλογες, τα βλαστικά κύτταρα δηλαδή προέρχονταν από τον ίδιο τον ασθενή και το 30% ήταν αλλογενείς (συμβατό δότη), εκ των οποίων το 70% προέρχονταν μέσα από την οικογένεια.

Από το 2006 τα βλαστοκύτταρα του αίματος του ομφαλίου λώρου μαζί με αυτά του μυελού των οστών χρησιμοποιούνται, σύμφωνα με δημοσίευση της ευρωπαϊκής επιτροπής, στο πρόγραμμα των αυτόλογων και αλλογενών μεταμοσχεύσεων. Στις νέες θεραπείες έχουν προστεθεί τα αυτοάνοσα νοσήματα για αυτόλογη μεταμόσχευση και η θεραπεία των όγκων της παιδικής ηλικίας για αυτόλογη ή αλλογενή μεταμόσχευση.

Οι αυτόλογες μεταμοσχεύσεις

Οι αυτόλογες μεταμοσχεύσεις σήμερα γίνονται για τη θεραπεία των λεμφωμάτων, τη ριζική θεραπεία των όγκων της παιδικής ηλικίας, όπως είναι το νευροβλάστωμα, το ρετινοβλάστωμα, και τα σαρκώματα, και σε κλινικές μελέτες για τις αυτοάνοσες παθήσεις όπως τη σκλήρυνση κατά πλάκας, τη νεανική ρευματοειδή αρθρίτιδα και τον σακχαρώδη διαβήτη και για την αποκατάσταση της λειτουργίας οργάνων, όπως της καρδιάς μετά από έμφραγμα, του εγκεφάλου στην περίπτωση της εγκεφαλικής παράλυσης, και των οστών μετά από κατάγματα ή οστικά ελλείμματα.

Σε ποιες ασθένειες δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα βλαστοκύτταρα

Για τη θεραπεία κληρονομικών ασθενειών, όπως η μεσογειακή και η δρεπανοκυτταρική αναιμία καθώς και για τις ασθένειες του μεταβολισμού, δεν χρησιμοποιούνται οι αυτόλογες μεταμοσχεύσεις, καθ’ όσον τα βλαστοκύτταρα του παιδιού φέρουν στο γενετικό τους υλικό τα παθολογικά γονίδια. Τα βλαστοκύτταρά τους είναι χρήσιμα για τη θεραπεία των υπολοίπων ασθενειών, αλλά όχι της κληρονομικής ασθένειας με την οποία γεννήθηκαν. Σήμερα για τη θεραπεία αυτών των ασθενειών χρησιμοποιούνται οι αλλογενείς μεταμοσχεύσεις, δηλαδή η χρήση βλαστοκυττάρων από συμβατό δότη, ο οποίος συνήθως είναι υγιής αδελφός. Τις περισσότερες φορές προγραμματίζεται η γέννηση υγιούς αδελφού με τη μέθοδο της εξωσωματικής γονιμοποίησης, ο οποίος και θα χορηγήσει τα βλαστοκύτταρα του.

Γονιδιακή θεραπεία των παθολογικών βλαστοκυττάρων

Για τις μονογονιδιακές κληρονομικές ασθένειες, ασθένειες δηλαδή που οφείλονται σε μετάλλαξη ενός μόνο γονιδίου, όπως η μεσογειακή αναιμία, τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται σε πειραματικό στάδιο η γονιδιακή θεραπεία των ίδιων των παθολογικών βλαστοκυττάρων του παιδιού με σκοπό σε δεύτερη φάση τη χορήγηση τους στον ίδιο τον ασθενή. Η γονιδιακή θεραπεία των βλαστοκυττάρων του ίδιου του ασθενούς για τη θεραπεία κληρονομικών ασθενειών, όπως της μεσογειακής και της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας σήμερα αποτελεί πρόκληση την Ιατρική.

Λευχαιμία και βλαστοκύτταρα

Η ασθένεια για την οποία έχουν χρησιμοποιηθεί τις περισσότερες φορές τα βλαστικά κύτταρα του ομφαλίου λώρου είναι η λευχαιμία. Πολλά ερωτήματα διατυπώνονται κατά καιρούς κατά πόσο πρέπει να γίνεται αυτόλογη μεταμόσχευση, δηλαδή κυττάρων του ίδιου του παιδιού στη λευχαιμία. Ήδη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό το Pediatrics 2007 η πρώτη επιτυχημένη μεταμόσχευση με χορήγηση των βλαστοκυττάρων του ίδιου του παιδιού που έπασχε από οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία. Η νόσος διαγνώστηκε στην ηλικία των τριών ετών και τέσσερα χρόνια αργότερα το παιδί παραμένει υγιές με τη χρήση των βλαστοκυττάρων του αίματος του ομφαλίου λώρου που η οικογένειά του προληπτικά είχε φυλάξει. 

Ο καρκίνος όπως και η λευχαιμία εκδηλώνονται μετά από μία σειρά μεταλλάξεων στα κύτταρα, η οποία τελικά καταλήγει σε καρκινογένεση. Η πρώτη μετάλλαξη για την εκδήλωση της λευχαιμίας οδηγεί στη δημιουργία και στην κυκλοφορία στο αίμα των προλευχαιμικών κλώνων. Εάν λοιπόν η μετάλλαξη συμβεί στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του εμβρύου πριν τη γέννηση τότε και στο αίμα του ομφαλίου λώρου θα κυκλοφορούν προλευχαιμικοί κλώνοι. Από τις 100 περιπτώσεις παιδιών με προλευχαιμικούς κλώνους τελικά μόνο ένα παιδί θα προχωρήσει στη δεύτερη μετάλλαξη και θα αναπτύξει τη λευχαιμία. Οι προλευχαιμικοί κλώνοι στα υπόλοιπα παιδιά σιγά- σιγά καταστρέφονται από το αμυντικό τους σύστημα και τελικά εξαφανίζονται από την κυκλοφορία του αίματος. Για μεγαλύτερης ηλικίας παιδιά και ενήλικες δεν τίθενται τέτοια διλήμματα αυτόλογης χρήσης, διότι ακόμη και στην υποθετική περίπτωση της γέννησης του παιδιού με προλευχαιμικό κλώνο έχει μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα από τη γέννηση μέχρι την εκδήλωση της νόσου και η αυτόλογη μεταμόσχευση θα δώσει στον ασθενή άλλο τόσο χρόνο επιβίωσης χωρίς το φόβο της απόρριψης ενός αλλογενούς και μη απόλυτα συμβατού μοσχεύματος.

Έλεγχος στα βλαστοκύτταρα για προλευχαιμικούς κλώνους

Εξ’ άλλου σήμερα είναι γνωστά πολλά από τα γονίδια τα οποία ευθύνονται ή συνυπάρχουν με την εκδήλωση λευχαιμίας και μία εξέταση στα ίδια τα βλαστοκύτταρα με τη μέθοδο RT-PCR θα οδηγήσει στην ανίχνευση αυτών των παθολογικών κλώνων και θα λύσει το πρόβλημα της χρήσης των ίδιων των κυττάρων του παιδιού ή όχι. Για την αλλογενή χρήση βλαστοκυττάρων που προέρχονται από μη συγγενή συμβατό δότη δεν γίνεται ποτέ έλεγχος για την ύπαρξη προλευχαιμικών κλώνων στα βλαστοκύτταρα του δότη. Στην περίπτωση παιδιού που δώρισε τα βλαστοκύτταρα και στη συνέχεια νόσησε, αντί για έναν ασθενή με λευχαιμία θα έχουμε δύο. Αυτόν που δώρισε τα βλαστοκύτταρα και στη συνέχεια ασθένησε και αυτόν που τα πήρε για θεραπεία, αλλά τελικά ανέπτυξε λευχαιμία. Μάλιστα για τα δείγματα αυτά τα οποία προέρχονται από άγνωστους δότες θα έπρεπε να πραγματοποιείται και έλεγχος για κληρονομικές ασθένειες.

Πηγή μεσεγχυματικών βλαστοκυττάρων

Η ουσία του Wharton, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στα αγγεία του ομφαλίου λώρου, αποτελεί πηγή πλούσια σε μεσεγχυματικά βλαστοκύτταρα με προορισμό αυτόλογες χρήσεις. Τμήμα ομφαλίου λώρου μήκους 15 cm περιέχει ικανοποιητικό αριθμό μεσεγχυματικών κυττάρων για μία χρήση σε ενήλικα ασθενή. Ο ρόλος των κυττάρων αυτών είναι ανοσορυθμιστικός και για αυτό προτείνονται για τη θεραπεία των αυτοάνοσων νοσημάτων, αλλά και για την αποκατάσταση του μυοκαρδίου μετά από έμφραγμα, των οστών μετά από κατάγματα ή ελλείμματα, καθώς και στις αλλογενείς μεταμοσχεύσεις για τη μείωση της απόρριψης μη απόλυτα συμβατών αιμοποιητικών μοσχευμάτων. 

Τα μεσεγχυματικά βλαστοκύτταρα της ουσίας του Wharton είναι δυνατόν να εμπεριέχουν την προδιάθεση για τη λευχαιμία για τον ίδιο ακριβώς λόγο όπως και το αίμα του πλακούντα, επειδή κατά τα πρώιμα στάδια της διάπλασης του εμβρύου αυτά αποτελούν τις μητρικές μορφές των αιμοποιητικών βλαστοκυττάρων που δημιουργούν τη λευχαιμία. Λόγω της κοινής τους προέλευσης οι τύποι αυτοί των βλαστοκυττάρων νοσούν ή είναι υγιείς ταυτόχρονα.

Σε εξέλιξη 1300 μελέτες για τα βλαστοκύτταρα

Περίπου 1300 κλινικές μελέτες με τη χρήση βλαστοκυττάρων του αίματος του ομφαλίου λώρου ολοκληρώθηκαν ή βρίσκονται σε εξέλιξη στον κόσμο. Δύο από αυτές αφορούν τη θεραπεία του διαβήτη τύπου Ι και μία την εγκεφαλική παράλυση των παιδιών και έχουν σαν βασική προϋπόθεση τη χρήση αυτόλογων κυττάρων.

Βλαστοκύτταρα και διαβήτης

Σε ότι αφορά τον διαβήτη της παιδικής ηλικίας αναφέρεται ίαση έως ελάττωση κάτω του μισού του αριθμού των ημερήσιων χορηγήσεων ινσουλίνης για διάστημα τουλάχιστον 4 ετών, όση η διάρκεια της μελέτης.

Βλαστοκύτταρα για την εγκεφαλική παράλυση

Η εγκεφαλική παράλυση οφείλεται σε επιπλοκές που συμβαίνουν κατά τον τοκετό με αποτέλεσμα ο εγκέφαλος του παιδιού να μην οξυγονώνεται ικανοποιητικά για ένα χρονικό διάστημα και να αναπτύξει προβλήματα στην ανάπτυξή του από τους πρώτους μήνες της ζωής του. Για τη θεραπεία αυτή χρησιμοποιούνται κύτταρα του αίματος του ομφαλίου λώρου του ίδιου του παιδιού στα πρώτα χρόνια της ζωής του. Στη μελέτη αυτή συμμετέχουν 120 παιδιά με εγκεφαλική παράλυση. Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι από το πρώτο τρίμηνο μετά τη θεραπεία όλα τα παιδιά εμφανίζουν βελτίωση στην ομιλία, στην επικοινωνία με το περιβάλλον τους και στην κινητικότητα. Ο ρυθμός της βελτίωσης εξαρτάται από την βαρύτητα της νόσου. Κατά την έκφραση μιας μητέρας το παιδί της κάθε μέρα <<ξυπνάει σαν ένας άλλος άνθρωπος>>. Την ανωτέρω εμπειρία βιώνουμε και εμείς στην Biohellenika παρακολουθώντας καθημερινά την εξέλιξη ενός παιδιού με εγκεφαλική παράλυση που με δικές μας ενέργειες μετέχει σε αυτό το πρόγραμμα, χάρη στην προνοητικότητα της μητέρας να προβεί στη συλλογή των βλαστοκυττάρων των δίδυμων παιδιών της τα οποία έφερε πρόωρα στον κόσμο, το ένα εκ των οποίων υφίσταται τις συνέπειες της προωρότητας.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΟΛΙΑΚΟΣ

Αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής ΑΠΘ,

Πρόεδρος της Τράπεζας Αρχέγονων Κυττάρων του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΤΑΚ-ΕΙΕ),

πρόεδρος Biohellenika,

www.biohellnika.gr