Πρόσβαση στη θεραπεία της Ηπατίτιδας C ζητούν ασθενείς και γιατροί

26-12-2016

 Την πρόσβαση στη θεραπεία για την Ηπατίτιδα C ζητούν επιτακτικά γιατροί και ασθενείς, σε ειδική εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε σχετικά με τις ολιγωρίες  της Πολιτείας στην  στην υλοποίηση των δεσμεύσεων που είχε αναλάβει, για την πρόσβαση περισσότερων ασθενών στα νέα φάρμακα τώρα μάλιστα, που αυτά καθιστούν δυνατή την ίαση της νόσου με την σχεδόν απόλυτη εκρίζωση του ιού.

Δύο χρόνια μετά την έλευση των νέων θεραπειών και τις ηχηρές δεσμεύσεις του υπουργού Υγείας κου Ξανθού, για την ολοκλήρωση της διαδικασίας διαπραγμάτευσης με τις φαρμακευτικές εταιρίες με σκοπό τη μείωση των τιμών και τη διεύρυνση των κριτήριων πρόσβασης των φαρμάκων για την αντιμετώπιση της ηπατίτιδας C, μόνο 893 ασθενείς κατάφεραν να μπουν στις νέες θεραπείες. Σημειώνεται, ότι πρόσβαση στις συγκεκριμένες θεραπείες έχουν οι ασθενείς με πολύ προχωρημένη τη νόσο στο επίπεδο F4 και υπό προϋποθέσεις οι ασθενείς που βρίσκονται στο επίπεδο F3.

Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες της ομάδας εργασίας για την Ηπατίτιδα C, Hepaction, τα κριτήρια πρόσβασης των ασθενών πρέπει να διευρυνθούν, τόσο σε επίπεδο σταδίου της νόσου, όσο και σε ασθενείς με συνοδά νοσήματα, όπως αιμορροφιλία, θαλασσαιμία και δρεπανοκυτταρική νόσο, συλλοίμωξη με τον ιό HIV, κ.α., οι οποίοι έχουν συχνά αντένδειξη στη χορήγηση ιντερφερόνης-άλφα και/ή ριμπαβιρίνης, με αποτέλεσμα να μένουν χωρίς καμία θεραπευτική επιλογή. 

Το πάγωμα των διαπραγματεύσεων με τις φαρμακευτικές, είτε αποδίδεται όπως πιστεύει ο Γιώργος Καλαμίτσης πρόεδρος του συλλόγου ήπατος «Προμηθέας», σε έλλειψη πολιτικής βούλησης, είτε στην αδράνεια του πολιτικού συστήματος όπως είπε ο κος Κυριάκος Σουλιώτης αναπληρωτής καθηγητής πολιτικής της Υγείας, είτε στην έλλειψη των απαραίτητων μηχανισμών όπως θεωρεί ο κος  Γιώργος Παπαθεoδωρίδης, καθηγητής Παθολογίας – Γαστρεντερολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, αφήνει 170.000 χιλιάδες ασθενείς αβοήθητους και αθεράπευτους αλλά και 3.500 νέα κρούσματα το χρόνο. 

“Και αυτό, παρά το κοινωνικό συμβόλαιο που υπάρχει μεταξύ κράτους και πολιτών για την λειτουργία ενός συστήματος υγείας που θα πρέπει να στέκεται στου πολίτες όταν το έχουν ανάγκη, για αυτό εξάλλου και το πληρώνουν”, υπογράμμισε ο κος Σουλιώτης.

 Ο κ. Ιωάννης Κοσκίνας, καθηγητής Παθολογίας – Ηπατολογίας ΕΚΠΑ, Β’ Παθολογική Κλινική, Γενικό Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών, μέλος της Hepaction, υπογράμμισε τους λόγους αναγκης της θεραπείας όλων των ασθενών με Ηπατίτιδα C ακόμα και αυτών με ήπια ηπατική νόσο οι οποίοι είναι οι εξής:

-πρόληψη ανάπτυξης σοβαρής μορφής ηπατοπάθειας (κίρρωση) και του συσχετιζόμενου με αυτή καρκίνου,

-μείωση του κινδύνου για ανάπτυξη ή επιδείνωση άλλων νοσημάτων

-μείωση της μεταδοτικότητας σε πληθυσμό υψηλού κινδύνου

-αποκατάσταση του αισθήματος ευεξίας και άρση της αβεβαιότητας για το μέλλον

 Αναφερόμενος στους ειδικούς πληθυσμούς και ιδιαίτερα στα πολυμεταγγιζόμενα άτομα με θαλασσαιμία και δρεπανοκυτταρική νόσο τόνισε ότι «η ανάγκη χορήγησης των νέων αντιϊκών φαρμάκων είναι απόλυτα επιβεβλημένη, τόσο λόγω συννοσηρότητας και αυξημένου κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του ήπατος, όσο και ως πράξη κοινωνικής ευαισθησίας και αποκατάστασης δικαίου για την «ιατρογενή» αιτία έκθεσης και μόλυνσης των ατόμων αυτών από τον ιό».

Η κα Ιωάννα Μυρίλλα, πρόεδρος του Πανελλήνιου Συλλόγου Πασχόντων από Μεσογειακή Αναιμία επισήμανε ότι στην Ελλάδα ζουν περίπου 5.000 άτομα με θαλασσαιμία (Μεσογειακή Αναιμία) και Δρεπανοκυτταρική Νόσο (Δρεπανοκυτταρική και Μικροδρεπανοκυτταρική Αναιμία) και εξ’ αυτών περίπου 2.500 είναι τακτικά μεταγγιζόμενοι σημειώνοντας ότι «περίπου το 50% μολύνθηκε μέσω του αίματος με Ηπατίτιδα C σε νεαρή ηλικία και σήμερα υπολογίζεται ότι περίπου 800 – 1.000 άτομα ζουν και με Ηπατίτιδα C. Λόγω της συννοσηρότητας και του ιδιαίτερα επιβαρυμένου ήπατος από την αιμοσιδήρωση που έχουν οι ασθενείς από την κύρια νόσο, υπάρχει ραγδαία αύξηση των θανάτων από ηπατοκυτταρικό καρκίνο, οι οποίοι φτάνουν περίπου τους 100 την τελευταία  πενταετία».  

Ο κ. Μάριος Ατζέμης, μέλος του Συλλόγου Οροθετικών Ελλάδας «Θετική Φωνή» τόνισε ότι η Πολιτεία οφείλει να ακολουθήσει τις διεθνείς και τις Ευρωπαϊκές κατευθυντήριες οδηγίες και να παρέχει πρόσβαση στις νέες θεραπείες σε όλους τους ασθενείς που ζουν με συλλοίμωξη HIV και Ηπατίτιδας C, και όχι μόνο σ’ αυτούς που φτάνουν στο στάδιο κίρρωσης καθώς, όπως τόνισε «οι άνθρωποι με HIV και Ηπατίτιδα C φτάνουν ταχύτερα στο στάδιο της κίρρωσης και γι’ αυτό άλλωστε οι κατευθυντήριες οδηγίες επιμένουν στη σημασία της πρόσβασης στις νέες θεραπείες».Ο κ. Ατζέμης σημείωσε ότι πληθυσμός – κλειδί είναι οι χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών και ότι οι άνθρωποι με HIV που παρουσιάζουν συλλοίμωξη με Ηπατίτιδα C είναι πάρα πολλοί. Το 2014 το ποσοστό HCV στους χρήστες που απευθύνθηκαν στα προγράμματα απεξάρτησης και υποκατάστασης κυμάνθηκε από 67 έως 74%, ανάλογα με την πηγή των στοιχείων.

 Στο ερώτημα πως θα πεισθεί αλλά και πως θα μπορέσει ένα αδύναμο οικονομικά σύστημα Υγείας, να εξασφαλίσει μία θεραπεία που στοιχίζει περίπου 40.000 ευρώ το χρόνο στους  χιλιάδες ασθενείς χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών, όπου ενδέχεται κίνδυνος επανομόλυνσης, ο κος Ατζέμης υποστήριξε ότι η θεραπεία είναι η καλύτερη πρόληψη. Θεραπεύοντας τους χρήστες ενδοφλέβιων ναρκωτικών τόνισε ο κος Ατζέμης, εξουδετερώνεις τον κίνδυνο της μετάδοσης της νόσου και επίσης υποστηρίζεις ως κράτος τους συγκεκριμένους πολίτες οι οποίοι είναι στιγματισμένοι και παραμένουν αόρατοι, βοηθώντας τους να επανενταχτούν στην κοινωνία. Σύμφωνα εξάλλου με τον κο Σουλιώτη ο κίνδυνος επαναμόλυνσης είναι περίπου 5%, ποσοστό μικρό, σε σχέση με τα ηθικά και οικονομικά οφέλη που προσφέρει η ίασή της ασθένειας στους ασθενείς αλλά και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.