Xοληστερίνη. Διατροφή και τιμές

26-12-2016

Η χοληστερίνη λαμβάνεται με την τροφή, αλλά ταυτόχρονα παράγεται και στον οργανισμό, σε αναλογία 1 προς 2 περίπου. Η αυξημένη πρόσληψη κορεσμένων λιπαρών οξέων, που βρίσκονται κυρίως σε ζωικά λίπη, όπως στο κόκκινο κρέας και στα λιπαρά τυριά, καθώς και η παχυσαρκία είναι συχνά αιτία της υπερχοληστερολαιμίας, δηλαδή υψηλής χοληστερίνης στο αίμα.

Δυστυχώς η σημασία της υψηλής χοληστερίνης είναι ιδιαίτερα μεγάλη στις νεώτερες ηλικιακές ομάδες 30-60 ετών και σταδιακά υποχωρεί για να δώσει την πρώτη θέση ως παράγοντα κινδύνου στην υπέρταση. Στην Ελλάδα τα τελευταία 20 έτη η στεφανιαία νόσος αποτελεί σταθερά την πρώτη αιτία θανάτου με σταθερή διαφορά από τη δεύτερη που είναι τα νεοπλάσματα. Το 2001 είχαμε στην Ελλάδα 19500 θανάτους από στεφανιαία νόσο, δηλαδή περίπου όσος ο πληθυσμός της Καλύμνου.

Διατροφή που μειώνει τη χοληστερίνη

Ακρογωνιαίος λίθος της μείωσης της ολικής και LDL κακής χοληστερίνης αποτελεί η σωστή διατροφή. Εάν μέσα σε έξι εβδομάδες δεν παρατηρηθούν τα επιθυμητά αποτελέσματα, τότε συνιστάται η προσθήκη στην καθημερινή διατροφή 2γρ. φυτικών στερολών ή στανολών ημερησίως. Τέλος, εάν μετά από ακόμη έξι εβδομάδες δεν επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα για τα επίπεδα ολικής και LDL κακής χοληστερίνης (στόχος, ο οποίος μπορεί να είναι διαφορετικός για κάθε άτομο ανάλογα και με τους υπόλοιπους παράγοντες κινδύνου που έχει και κυμαίνεται σήμερα από 70-115 mg/dl), τότε συστήνεται η έναρξη φαρμακευτικής αγωγής.

Σήμερα το φάρμακο εκλογής για την υπερχοληστερολαιμία – δηλαδή την υψηλή χοληστερίνη στο αίμα –  είναι οι λεγόμενες στατίνες. Οι στατίνες είναι φάρμακα, τα οποία έχουν δοκιμαστεί για περισσότερο από μία δεκαετία σε εκατομμύρια ασθενών με μεγάλη αποτελεσματικότητα, τόσο στη μείωση της ολικής και της  LDL κακής χοληστερίνης (μείωση 30-55% ανάλογα με τη στατίνη και τη δόση) και των τριγλυκεριδίων (μέχρι 30%), όσο και στη μείωση των εμφραγμάτων και της καρδιαγγειακής και ολικής θνησιμότητας.

Τι κερδίζουμε αν μειώσουμε τη χοληστερίνη

Ανάλυση πολλών μελετών έδειξε ότι κάθε 10% μείωση της ολικής χοληστερίνης οδηγεί σε 22% μείωση της εμφάνισης στεφανιαίας νόσου μέσα σε 2 έως 5 έτη και σε κατά 25% μείωση αυτής μετά τα 5 έτη. Η παρέμβαση χρειάζεται να έχει διάρκεια τουλάχιστον  δύο ετών για να επιφέρει σημαντικό κλινικό όφελος. Αυτό σημαίνει ότι δεν αρκεί μία περιστασιακή δίαιτα, ή η  περιστασιακή χρήση  φαρμάκων που βελτιώνουν την χοληστερίνη στο αίμα.

Για να υπάρξει ουσιαστική προστασία από καρδιοπάθειες πρέπει η χοληστερίνη να παραμείνει σε χαμηλά επίπεδα  εφ’ όρου ζωής. Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μόνο η μόνιμη και συστηματική αντιμετώπιση της δυσλιπιδαιμίας επιφέρει αποτελέσματα (τα οποία πολλές φορές είναι εντυπωσιακά) στη μείωση των εμφραγμάτων και των λοιπών μορφών στεφανιαίας καρδιοπάθειας.

Ο έλεγχος της χοληστερίνης

Σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία κάθε ενήλικας άνω των 20 ετών πρέπει να ελέγχεται τουλάχιστον ανά πενταετία για τα λιπίδια του (ολική χοληστερίνη, HDL καλή χοληστερίνη, LDL κακή χοληστερίνη, τριγλυκερίδια). Εάν όμως τα επίπεδα δεν είναι ικανοποιητικά ο έλεγχος αυτός θα πρέπει να είναι συχνότερος ανάλογα με τον συνολικό κίνδυνο που διατρέχει ( π.χ. ηλικία, κάπνισμα, υπέρταση, κ.τ.λ.)

Σωστές τιμές χοληστερίνης

Μία εντυπωσιακή εξέλιξη των τελευταίων ετών αποτελούν  οι συνεχώς χαμηλότερες τιμές που τίθενται ως στόχος για την κακή χοληστερίνη. Πριν 20 χρόνια τα επιθυμητά όρια ήταν χαμηλότερα από 160 mg/dl και μέχρι πρόσφατα ξέραμε ότι σε στεφανιαίους ασθενείς υψηλού κινδύνου (δηλαδή που συνεχίζουν να καπνίζουν ή που είναι διαβητικοί) ο στόχος τίθεται να είναι κάτω  από τα 70 mg/dl.

Η πρόσφατη μελέτη (με την ονομασία Jupiter), που πραγματοποιήθηκε με την φαρμακευτική ουσία  ροσουβαστατίνη εντυπωσίασε ως προς το ότι έριξε την  κακή χοληστερίνη LDL στα 55 mg/dl σε υγιή πληθυσμό χαμηλού κινδύνου και διαπίστωσε πολύ μεγάλη μείωση στα εμφράγματα, τα εγκεφαλικά και την  ολική θνησιμότητα, δημιουργώντας  μεγάλο προβληματισμό σχετικά με το πόσο χαμηλότερα πρέπει να πέσουν τα όρια ακόμα. Όποιος από εμάς δει τις εξετάσεις του, θα συνειδητοποιήσει ότι ακόμη και με αυστηρή δίαιτα είναι σχεδόν απίθανο να καταφέρει να έχει τέτοιες τιμές.

Για το λόγο αυτό πολλοί ασθενείς αναρωτιούνται πως είναι δυνατόν μία ‘φυσιολογική και συνηθισμένη κατάσταση’, δηλαδή επίπεδα  ολικής χοληστερίνης 200 mg/dl και κακής χοληστερίνης LDL 130 mg/dl να είναι βλαβερά για τον οργανισμό.  Η απάντηση είναι ότι η έννοια του φυσιολογικού σχετίζεται με τη μέση τιμή μίας εξέτασης στο σύνολο του πληθυσμού. Στην επαρχιακή Κίνα ο μέσος όρος ολικής χοληστερίνης είναι 115 mg/dl, στην αστική Κίνα 135 mg/dl και στη Δυτική Ευρώπη 210mg/dl. Με βάση τους Κινέζους δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των Δυτικών έχει παθολογικά επίπεδα χοληστερίνης.

Γιατί η χοληστερίνη ανεβαίνει στον δυτικό κόσμο

Ο οργανισμός μας δεν έγινε ξαφνικά αυτοκαταστροφικός. Απλά στο Δυτικό κόσμο άλλαξε το περιβάλλον γύρω του πάρα πολύ γρήγορα και αυτός δεν καταφέρνει να προσαρμοστεί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ανθρώπινο είδος εξελίσσεται εδώ εκατομμύρια χρόνια και σε όλες σχεδόν τις εποχές το χαρακτηριστικό του τρόπου ζωής ήταν η λίγη τροφή και η άσκηση.

Ελλείψει αμαξιών οι άνθρωποι περπατούσαν κάθε μέρα χιλιόμετρα για να μετακινηθούν και η τροφή ήταν ένα αγαθό που δεν ανευρισκόταν υποχρεωτικά κάθε ημέρα, έτσι ώστε όταν υπάρχει να προσπαθούν όλοι να αποθηκεύσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερες ποσότητες λίπους τρώγοντας όσο περισσότερο μπορούσαν ώστε να διατηρηθούν υγιείς μέχρι την επόμενη φορά που θα έτρωγαν. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση όμως το σκηνικό αλλάζει δραματικά. Τα αυτοκίνητα με μηδενική προσπάθεια καλύπτουν τις αποστάσεις και σήμερα πολλοί ακόμη και για 100 μέτρα χρησιμοποιούν το αυτοκίνητο αντί να περπατήσουν.

Το φαγητό είναι στο Δυτικό κόσμο ένα είδος εν αφθονία και ειδικά το κακής ποιότητας φαγητό είναι και φθηνό και διαθέσιμο σε όλους. Αυτή η τρομακτική αλλαγή των τελευταίων 100-150 χρόνων ανέτρεψε τα περιβαλλοντικά δεδομένα χιλιετιών και τα γονίδια μας αδυνατούν να ανταποκριθούν σε αυτά. Συνεχίζουν να αποθηκεύουν αμέσως λίπος διότι έχουν μάθει ότι θα χρειαστεί τις επόμενες ημέρες για τη σωματική άσκηση αλλά δυστυχώς σήμερα η άσκηση δεν έρχεται ποτέ και έρχεται μόνο η επόμενη μερίδα φαγητού. Το πραγματικά εντυπωσιακό είναι ότι όσο η χοληστερίνη πέφτει κάτω από τα επίπεδα των 200mg/dl τόσο μειώνεται και η θνησιμότητα από στεφανιαία νόσο σε όλες τις ομάδες κινδύνου.

Δημήτρης Ρίχτερ

  • Γενικός γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Λιπιδιολογίαςεπιστημονικός σύμβουλος στο ΕΛΙΚΑΡ
  • Πρόεδρος  της ομάδας εργασίας πρόληψης στεφανιαίας νόσου της Ελληνικής  Καρδιολογικής Εταιρείας.
  • Διευθυντής της Β’ Καρδιολογικής Κλινικής  στην Ευρωκλινική Αθηνών