Χρόνια ακούμε πως χρειαζόμαστε τουλάχιστον επτά με οκτώ ώρες ύπνο την ημέρα για να μπορέσει σώμα και μυαλό να ξεκουραστούν και να λειτουργούν σωστά. Πολλοί όμως δεν καταφέρνουν χαρούν τον ύπνο παρα για πέντε ή έξι ώρες. Τώρα, νέα έρευνα Αμερικανών επιστημόνων δείχνει τώρα πως οι άνθρωποι που κοιμούνται καθημερινά λιγότερο από έξι ώρες και πάσχουν από συγκεκριμένες παθήσεις, κινδυνεύουν περισσότερο από καρκίνο και πρόωρο θανάτο.
Η έρευνα
Ερευνητές από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια στις Ηνωμένες Πολιτείες μελέτησαν 1.600 ενήλικες από 20 έως 74 ετών. Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Οι μισοί είχαν υποστεί καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό και οι υπόλοιποι έπασχα είτε από διαβήτη τύπου 2 είτε από υψηλή αρτηριακή πίεση.
Και οι δύο ομάδες εξετάστηκαν στο εργαστήριο ύπνου (1991 – 1998). Παρατηρήθηκαν στη διάρκεια μίας νύχτας. Στη συνέχεια, καταγράφηκαν τα αίτια θανάτου τους έως το 2016.
Οι λίγες ώρες ύπνου αυξάνουν τον κίνδυνο για ασθένειες και πρόωρο θάνατο
Τα αποτελέσματα της έρευνας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό έντυπο Journal of the American Heart Association.
Ο επικεφαλής της μελέτης Χούλιο Φερνάντες – Μεντόζα και οι συνεργάτες του διαπίστωσαν πως από τους 512 ανθρώπους που πέθαναν, το ένα τρίτο πέθανε από καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό και το ένα τέταρτο από καρκίνο. Όσοι έπασχαν από υπέρταση ή διαβήτη είχαν διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν πρόωρα από καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό αν κοιμούνταν λιγότερες από έξι ώρες.
Ο κίνδυνος όμως αυτός αναστελλόταν όταν ο ύπνος υπερέβαινε τις έξι ώρες. Από την άλλη, όσοι έπασχαν ήδη από καρδιακές νόσους ή είχαν υποστεί εγκεφαλικό είχαν τριπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν από τέτοιου τύπου ιατρικά περιστατικά αν κοιμούνταν λιγότερες από έξι ώρες.
«Η βραχεία διάρκεια ύπνου συνιστά έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες πρόβλεψης των μακροπρόθεσμων συνεπειών των ατόμων με αυτά τα ιατρικά προβλήματα», εξηγεί ο Μεντόζα.
Ο ίδιος υποστηρίζει: «Η καλύτερη αναγνώριση των ατόμων με συγκεκριμένα προβλήματα ύπνου θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει σε βελτιωμένη πρόληψη, πιο ολοκληρωμένες θεραπευτικές παρεμβάσεις, καλύτερα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα και λιγότερη χρήση της υγειονομικής περίθαλψης».
Σύμφωνα με στοιχεία από την Αμερικάνικη Ένωση Καρδιολογίας, το 45% του πληθυσμού των ΗΠΑ βρίσκονται αντιμέτωποι με διαβήτη τύπου 2 ή υπέρταση. Το 14% πάσχει από καρδιακές νόσους ή έχει υποστεί ένα εγκεφαλικό επεισόδιο.
Στη συγκεκριμένη ερευνητική ομάδα συμμετείχε και ο Έλληνας Αλέξανδρος Βγόντζας. Καθηγητής και διευθυντής του τομέα Ψυχιατρικής και Επιστημών Συμπεριφοράς της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ:
Ύπνος: Γιατί κάποιοι χρειάζονται λιγότερο από άλλους